Στην Κόρινθο
οι πιστοί ήταν διχασμένοι για ένα θέμα που νόμιζαν ότι ήταν πολύ σημαντικό για
τη ζωή τους. Ήταν το ζήτημα των ειδωλοθύτων. Άλλοι δηλαδή αγόραζαν από τα
κρεοπωλεία κρέατα που προέρχονταν από ειδωλολατρικές θυσίες και τα έτρωγαν,
επειδή πίστευαν ότι οι θεοί των ειδώλων ήταν ανύπαρκτοι. Άλλοι όμως, ευαίσθητοι
συνειδησιακά, δεν τα έτρωγαν επειδή, τα θεωρούσαν ιερά. Ο απόστολος Παύλος
λοιπόν ξεκαθαρίζει το ζήτημα και παίρνει αφορμή για να διδάξει γενικότερες
αλήθειες.
Δεν είναι το
φαγητό λοιπόν όπως μας λέει σήμερα ο Απ.
Παύλος, που μας καθιστά ενάρετους. Διότι ούτε εάν φάμε προοδεύουμε στην αρετή,
ούτε εάν δεν φάμε υστερούμε. Προσέχετε όμως, λέει, μήπως το δικαίωμα αυτό που
έχετε να τρώτε απ’ όλα τα κρέατα, ακόμη κι από τα ειδωλόθυτα, γίνει αιτία να
αμαρτήσουν οι αδελφοί σας που είναι αδύναμοι στην πίστη. Διότι, αν κανείς απ’
αυτούς σας δει να κάθεστε στο τραπέζι κάποιου ναού των ειδώλων, θα παρασυρθεί
και θα τρώει ειδωλόθυτα νομίζοντας ότι τρώει κάτι ιερό. Κι έτσι σιγά-σιγά θα
παρασυρθεί στην ειδωλολατρία εξαιτίας της δικής σας στάσεως και θα χάσει την
ψυχή του. Αλλά για την σωτηρία του αδελφού σας αυτού ο Χριστός θυσίασε τη ζωή
του.
Βέβαια το
ζήτημα αυτό που θίγει ο απόστολος Παύλος δεν υφίσταται στην εποχή μας. Και ίσως
νομίζουμε ότι δεν μας αφορά. Αν το προσεγγίσουμε όμως λίγο βαθύτερα, θα δούμε
ότι πέρα από τα φαινόμενα, το όλο πρόβλημα της Κορίνθου αποκαλύπτει ένα
διαχρονικό πρόβλημα των πιστών: ότι μέσα στην Εκκλησία δεν έχουμε όλοι οι
πιστοί την ίδια συνείδηση, την ίδια καλλιέργεια, τις ίδιες εμπειρίες και
δυνάμεις. Δεν είμαστε όλοι ίδιοι κι ούτε μπορούμε να γίνουμε. Έχουμε βέβαια
όλοι τον ίδιο Κύριο, είμαστε μέλη της ίδιας Εκκλησίας, έχουμε όμως
διαφορετικούς χαρακτήρες, διαφορετικούς τρόπους βιώσεως της εν Χριστώ ζωής.
Πρέπει λοιπόν να βλέπουμε με κατανόηση τη διαφορετικότητα των άλλων. Μη βάζουμε
ως κριτήριο πνευματικότητας τον εαυτό μας και μη απαιτούμε να γίνουν όλοι όπως
είμαστε εμείς. Θα πρέπει όλοι μας να αποκτήσουμε τη μεγάλη αρετή της διακρίσεως.
Να κατανοούμε όλους με αγάπη, ευαίσθητους και δυνατούς, αρχάριους και
σταθερούς. Χωρίς να καταδικάζουμε κανένα και χωρίς να απαιτούμε τίποτε. Να
ζούμε όπως μας καθοδηγεί ο Πνευματικός μας και να μην ασχολούμαστε με τους
άλλους πιστούς, πως ζουν, πως συμπεριφέρονται, τι κάνουν.
Ο απόστολος
Παύλος λοιπόν έρχεται και επεξηγεί και καθορίζει πόσο σοβαρό είναι το αμάρτημα
του σκανδαλισμού των ασθενέστερων. Κάνετε πολύ μεγάλο αμάρτημα, λέει, με το
οποίο βλάπτονται πολύ οι αδελφοί. Πληγώνετε σκληρά την ευαίσθητη συνείδησή
τους. Αλλά συγχρόνως αμαρτάνετε και προς τον Χριστό, ο Οποίος πέθανε για να
σώσει τους αδελφούς αυτούς. Γι’ αυτό λοιπόν, συνεχίζει, εάν αυτό που τρώω
γίνεται αιτία σκανδάλου και αμαρτίας στον αδελφό μου, δεν θα φάω ποτέ
οποιοδήποτε είδος κρεάτων, για να μη σκανδαλίσω τον αδελφό μου. Για τους
αδύνατους αδελφούς έκανα και εξακολουθώ να κάνω θυσίες των δικαιωμάτων μου. Δεν
είμαι Απόστολος έχοντας ίσα δικαιώματα με τους άλλους Αποστόλους; Και η
σφραγίδα με την οποία πιστοποιείται επίσημα το αποστολικό μου αξίωμα, με τη
χάρη του Κυρίου, είστε εσείς, τους οποίους οδήγησα στον Χριστό.
Ο απόστολος
Παύλος στο δεύτερο αυτό τμήμα του ιερού αναγνώσματος μας λέει κάτι πολύ μεγάλο:
ότι θα πρέπει για να την αγάπη των αδελφών μας να θυσιάζουμε ακόμη και νόμιμα
δικαιώματά μας, προκειμένου να μη σκανδαλίζουμε τους ευαίσθητους αδελφούς μας.
Να έχουμε δηλαδή διάκριση αγάπης. Και τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Ας αναφέρουμε
παραδείγματα για να το κατανοήσουμε. Κάποιοι επειδή είναι άρρωστοι, έχουν
οδηγία από τον γιατρό τους να μην τηρούν απολύτως την καθιερωμένη νηστεία αλλά
να τρώνε κάποιες τροφές. Διάκριση αγάπης εκ μέρους τους σημαίνει να μην
καταλύουν τη νηστεία σε δημόσιους χώρους, διότι ο άλλος δεν ξέρει ότι έχουν
λόγους υγείας και τρώνε αρτύσιμες τροφές, και σκανδαλίζεται. Άλλοι πάλι έχουν
δικαίωμα να οδηγήσουν κάποιον στο δικαστήριο για μια αδικία που τους έκανε. Δεν
κάνουν όμως χρήση του δικαιώματός τους αυτούς για να μη σκανδαλίσουν όσους δεν
ξέρουν την αδικία που υπέστησαν. Έχουν άλλοι οδηγία από τον Πνευματικό τους σε
κάποιο συγκεκριμένο ζήτημα να ενεργούν διαφορετικά απ’ ο,τι οι άλλοι. Δεν
πρέπει αυτό να το διατυμπανίζουν και να το προτείνουν ως κανόνα ζωής για όλους.
Κι έτσι να πληγώνουν τις συνειδήσεις των άλλων.
Καθετί που
κάνουμε να σκεφτόμαστε αν θα ωφελήσει τους γύρω μας, ακόμη κι όταν δεν είναι
αμαρτωλό. Και να θυσιάζουμε, είπαμε, ακόμη και νόμιμα δικαιώματά μας σε θέματα
καθημερινής ζωής και συμπεριφοράς, για την αγάπη των αδελφών μας. Για να μη
σκανδαλισθούν οι αδελφοί μας. Αυτό είναι ύψος και πλάτος αγάπης. Αυτό έκανε ο
θείος Παύλος, αυτό έκαναν όλοι οι άγιοι. Το ίδιο να κάνουμε κι εμείς. (ΧΡ. ΦΟΙΤ.
ΔΡΑΣΗ).
Καλό λοιπόν άγιο και θεοπαράδοτο η νηστεία. Και το τονίζουμε αυτό με
την ευκαιρία του σημερινού Απ. Αναγνώσματος, αλλά και εν όψει της μ.
Τεσσαρακοστής. Μ’ αυτήν ελέγχουμε τον εαυτό μας, βάζοντας φρένο στις αχαλίνωτες
επιθυμίες μας. Είναι το μέτρο που ορίζει ο Θεός, για να μη βυθίζεται η ζωή μας
στην αμετρία των παθών. Είναι το φάρμακο για τη θεραπεία της ασυδοσίας τους.
Γι’ αυτό και πρέπει η νηστεία να προχωράει παραπέρα. Να μη σταματάει στην αποχή
μονάχα απ’ τα ωραία φαγητά. Να είναι άσκηση εγκράτειας σε όλα και προσφορά
αγάπης.
Όσο αυστηρά και να νηστεύει κανείς, αν δεν προσπαθεί παράλληλα να
προχωρεί με διάκριση και να απέχει και από κάθε είδους κακία και να εφαρμόζει
έμπρακτα την αγάπη, η νηστεία του είναι άχρηστη. Αληθινή νηστεία είναι «η των
κακών αλλοτρίωσις», η αποξένωση δηλ. από κάθε κακό. Όπως: εγκράτεια γλώσσας
(από κατάκριση, κουτσομπολιό, αργολογία, αισχρολογία, βλασφημία), αποχή από
θυμό, ψεύδος, επιορκία, αποφυγή κάθε αδικίας. Παράλληλα, έμπρακτη αγάπη και
διάλυση κάθε έχθρας. Δεν φτάνει δηλ. η εξωτερική νηστεία (από μερικά φαγητά
μόνο).
«Ου ταύτην την νηστείαν εξελεξάμην», λέγει ο Κύριος, «αφού κατά τις
ημέρες των νηστειών σας κάνετε όλα τα κακά σας θελήματα, έρχεστε σε διαμάχες
μεταξύ σας, χτυπάτε τους μικρούς και ταπεινούς. Ακόμα κι αν κάμψεις τον τράχηλό
σου σαν κρίκο απ’ την πολλή νηστεία, αυτή δεν είναι ευπρόσδεκτη. Αλλά διάλυσε
κάθε αδικία, μοιράσου με πεινασμένους το ψωμί σου, περιμάζεψε αστέγους και
φτωχούς στο σπίτι σου, ντύσε τον γυμνό, φρόντισε τους φτωχούς σου συγγενείς»
Στο Γεροντικό διαβάζουμε, πως κάποιος αδελφός είπε στον αββά Μακάριο:
«Πάτερ, έχω τριάντα χρόνια που δεν έφαγα κρέας, κι ακόμα δυσκολεύομαι πάνω στο
θέμα αυτό». Ο γέροντας αποκρίθηκε: «Καλύτερα, παιδί μου, πληροφόρησέ με για το
εξής, αλλά πες μου την αλήθεια: Πόσες μέρες έχεις που δεν είπες λόγια εναντίον
αδελφού, που δεν κατέκρινες και ούτε βγήκε λόγος ανώφελος από το στόμα σου»;
Τότε κατάλαβε ο αδελφός πόσο ανώτερος είναι ο αγώνας αυτός, ζήτησε συγχώρηση
και είπε: «Ευχήσου με, πάτερ, να κάμω αρχή σ’ αυτή την εργασία».
Δεν αξίζει άραγε τον κόπο, να ξεκινήσουμε κι εμείς τον αγώνα για μια
τέτοια αληθινή νηστεία;