- ΚΑΘΕ ΚΥΡΙΑΚΗ
Ὁ Κύριος κάποιο Σάββατο ἐδίδασκε σὲ μία Συναγωγή. Ἐκεῖ ἀνάμεσα στὸ πλῆθος ἦταν καὶ μιὰ γυναίκα ἡ ὁποία ἀπὸ φθόνο τοῦ Σατανᾶ ἐπὶ δεκαοκτὼ χρόνια εἶχε τελείως κυρτωμένο τὸ σῶμα της, σὲ σημεῖο ποὺ νὰ μὴ μπορῇ νὰ σηκώσῃ καθόλου τὸ κεφάλι της.
Ἡ γυναίκα ὅμως αὐτή, ἂν καὶ ἄρρωστη καὶ ταλαιπωρημένη, ἦταν πραγματικὰ παράδειγμα πίστεως καὶ εὐλαβείας. Διότι, ἂν καὶ βασανιζόταν κάθε στιγμὴ καὶ ὥρα ἐπὶ τόσα χρόνια ἀπὸ τὴν παραμορφωτική της αὐτὴ ἀσθένεια, δὲν ἔχανε τὴν πίστι της καὶ τὴν ὑπομονή της, δὲν ἀρνήθηκε οὔτε βλασφήμησε τὸν Θεό, ἀλλὰ ἀντίθετα πήγαινε τὸ Σάββατο στὴ Συναγωγὴ γιὰ νὰ ἐπιτελέσῃ τὰ θρησκευτικά της καθήκοντα. Ἐνῶ εἶχε τὸν κορμὸ τοῦ σώματός της διπλωμένο στὰ δύο, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο καθιστοῦσε δύσκολη καὶ πολὺ ἐπώδυνη κάθε μετακίνησι, καὶ εἶχε κάθε δικαιολογία νὰ λείπῃ ἀπὸ τὴν Συναγωγή, αὐτὴ ὅμως δὲν παρέλειπε τὸ ἱερὸ αὐτὸ καθῆκον.
Καὶ ἀποτελεῖ αὐτὴ ἡ ἄρρωστη γυναίκα παράδειγμα γιὰ ὅλους μας. Διότι μᾶς διδάσκει νὰ μὴ παραλείπουμε τὸ καθῆκον τῆς θείας Λατρείας μὲ τὴν παραμικρή μας ἀδιαθεσία ἢ ἀσθένεια. Νὰ κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε, ὥστε νὰ μὴ χάνουμε εὔκολα τὴν θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς. Νὰ προστρέχουμε στοὺς Ναούς μας μὲ πόθο καὶ λαχτάρα ἱερὴ ξεπερνῶντας ὅσο εἶναι δυνατὸν τὶς δυσκολίες ποὺ ἔχουμε.
- ΠΡΙΝ ΤΟ ΖΗΤΗΣΟΥΜΕ
Μόλις ὁ Κύριος ἀντίκρυσε τὴν συγκύπτουσα γυναῖκα, τὴν φώναξε κοντά του, ἔβαλε ἐπάνω της τὰ πανάσπιλα χέρια του καὶ τῆς εἶπε: «Γυναίκα, εἶσαι ἐλεύθερη πλέον ἀπὸ τὴν ἀρρώστια σου». Τὴν ἴδια στιγμὴ ἡ γυναίκα αὐτὴ ἐπανέκτησε τὴν ὀρθία στάσι τοῦ σώματός της καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεὸ γιὰ τὴν θεραπεία της.
Στὸ σημεῖο αὐτὸ ὅμως θὰ πρέπει νὰ προσέξουμε μιὰ λεπτομέρεια ποὺ ἔχει μεγάλη σημασία: Ὁ Κύριος θεραπεύει τὴν γυναῖκα αὐτή, ἐνῶ ἡ ἴδια δὲν ζήτησε τὴν θεραπεία της. Γιατί λοιπὸν ὁ Κύριος τὴν θεραπεύει πρὶν αὐτὴ Τοῦ τὸ ζητήσῃ;
Πρωτίστως διότι τὸ ἔλεος τοῦ παναγάθου Κυρίου μᾶς καταδιώκει, μᾶς προλαμβάνει καὶ μᾶς προσφέρεται κάποτε πρὶν ἐμεῖς ἐκδηλώσουμε τὴν ἐπιθυμία μας. Ἐπιπλέον ὅμως ὁ Κύριος προσφέρει τὸ ἔλεός του στὴν βασανισμένη αὐτὴ γυναῖ κα ἐπιβραβεύοντας τὴν εὐλάβειά της καὶ τὴν ἐπιθυμία της νὰ προσέρχεται στὴν ἀκρόασι τοῦ θείου λόγου ἐνῶ ἦταν ἄρρωστη. Ἡ συγκύπτουσα πήγαινε στὴ Συναγωγὴ γιὰ νὰ ἀκούσῃ τὸν θεῖο λόγο. Ζητοῦσε πάνω ἀπὸ ὅλα τὴν ὠφέλεια τῆς ψυχῆς της καὶ γι’ αὐτὸ ὁ Κύριος τῆς ἐχάρισε καὶ τὴν ὑγεία τοῦ σώματος.
Ὅταν λοιπὸν φροντίζουμε πρῶτα ἀπὸ ὅλα γιὰ τὴν ψυχή μας, ὅταν ἐπιθυμοῦμε τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστὸς θὰ προσθέσῃ ἄπειρες δωρεὲς καὶ στὰ ὑλικὰ ζητήματά μας. Θὰ μᾶς ἀνακουφίζῃ καὶ θὰ μᾶς παρηγορῇ στοὺς πόνους μας καὶ θὰ μᾶς χαρίζῃ ὅ,τι ἀγαθὸ ἔχουμε ἀνάγκη πάνω καὶ πέρα ἀπὸ τὶς προσδοκίες μας.
- Ο ΦΘΟΝΕΡΟΣ ΠΑΡΑΛΟΓΙΖΕΤΑΙ
Ὁ ἀρχισυνάγωγος ὅμως, καθὼς εἶδε αὐτὸ τὸ ἐκπληκτικὸ θαῦμα, κυριευμένος ἀπὸ τὸν φθόνο του, ἀγανακτεῖ. Δὲν ἄντεχε νὰ βλέπῃ τὰ βλέμματα τῶν ἀκροατῶν νὰ στρέφωνται μὲ θαυμασμὸ στὸν Κύριο κι αὐτὸς νὰ παραμερίζεται. Πῆρε λοιπὸν τὸν λόγο καὶ ἄρχισε νὰ διαμαρτύρεται προφασιζόμενος τὴν κατάλυσι τῆς ἀργίας τοῦ
Σαββάτου. Καὶ ὁ Κύριος ξεσκεπάζει τὴν ὑποκρισία τοῦ ἀρχισυναγώγου καὶ ἀποκαλύπτει ὅτι πίσω ἀπὸ τὸ πρόσχημα τοῦ σεβασμοῦ τῆς ἀργίας τοῦ Σαββάτου ὁ ἀρχισυνάγωγος ἔκρυβε φθόνο καὶ μοχθηρία.
Ἡ συμπεριφορὰ αὐτὴ τοῦ ἀρχισυναγώγου εἶναι παράλογη. Εἶδε μπροστά του ἕνα ἐκπληκτικὸ θαῦμα. Ἔπρεπε λοιπὸν νὰ καταλάβῃ ἢ τοὐλάχιστον νὰ ὑποψιασθῇ ὅτι ὁ Κύριος δὲν ἦταν ἁπλῶς κάποιος ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὁ Μεσσίας Χριστός. Ἀλλὰ κι αὐτὸ ἀκόμη ἂν δὲν μποροῦσε νὰ τὸ ἀντιληφθῇ, τοὐλάχιστον θὰ ἔπρεπε νὰ παραδεχθῇ ὅτι τὸ θαῦμα ἔγινε μὲ θεία δύναμι. Ἐφόσον ὅμως ἔγινε μὲ θεία δύναμι, κατηγορῶντας ὁ ἀρχισυνάγωγος τὸ θαῦ-μα, οὐσιαστικὰ κατηγορεῖ τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ ποὺ ἐθαυματούργησε!
Ὁ παραλογισμός του ὅμως συνεχίζεται ἀκόμη περισσότερο. Διότι κατηγορεῖ τὸν λαὸ ὅτι παραβιάζει τὸ Σάββατο, ἐνῶ καμμία σχέσι δὲν εἶχε ὁ λαὸς μὲ τὸ θαῦμα. Ἀλλὰ οὔτε καὶ ἡ γυναίκα ζήτησε τὸ θαῦμα, ἁπλῶς ἀνωρθώθηκε. Ἔπρεπε δηλαδὴ ἡ γυναίκα αὐτὴ νὰ διαμαρτυρηθῇ στὸν Κύριο καὶ νὰ Τοῦ πῆ: Μὴ μὲ θεραπεύῃς σήμερα, Κύριε. Εἶναι Σάββατο καὶ δὲν πρέπει νὰ γίνω σήμερα καλά. Ἔλα σὲ παρακαλῶ αὔριο νὰ μὲ θεραπεύσῃς!
Αὐτὸς ὁ παραλογισμὸς τοῦ φθονεροῦ ἀρχισυναγώγου θὰ πρέπει πολὺ νὰ προβληματίσῃ ὅλους μας. Καὶ νὰ μᾶς διδάξῃ ὅτι, ὅταν οἱ ἄνθρωποι καταληφθοῦμε ἀπὸ τὸ ὀλέθριο πάθος τῆς ζήλειας, ὄχι μόνον δὲν μποροῦμε νὰ δοῦμε τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ παραλογιζόμαστε καὶ ἀρρωσταίνουμε. Τότε ὅλοι μᾶς φταῖνε, ὅλα μᾶς φταῖνε. Γίνεται ἡ ζωή μας κόλασι. Ἂς εἴμαστε λοιπὸν ἄγρυπνοι στὸ ὕπουλο αὐτὸ πάθος τοῦ φθόνου, πρὶν μᾶς κυριεύσῃ καὶ μᾶς καταστρέψῃ.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”