Σάββατο 6 Ιουλίου 2024

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΠΑΝΤΕΣ

 



Τῶν Ἁγίων Πάντων: Ἑβρ. ια΄ 33 – ιβ΄ 2

Aδελφοί, οἱ ἅγιοι πάντες διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαν­το δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τοὺς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κα-κουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι. Τοιγαροῦν καὶ ἡμεῖς, τοσοῦτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν, δι᾿ ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα, ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν ᾿Ιησοῦν.

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΠΑΝΤΕΣ

1. ΠΟΣΟ ΑΞΙΖΟΥΝ ΟΙ ΑΓΙΟΙ

   Ἡ σημερινὴ Κυριακὴ εἶναι ἀφιερωμέ­νη σ’ ὅλους τοὺς Ἁγίους τῆς Πίστεώς­ μας, γνωστοὺς καὶ ἀγνώστους, ποὺ ἀ­­­γά­πησαν πολὺ τὸν Θεὸ καὶ ἔζησαν σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά του. Ἀμέτρητοι μάλιστα ἀπ’ αὐτοὺς ἔδωσαν ἀκόμη καὶ τὴ ζωή τους γιὰ τὴν πίστη τους. Στὸ ἀ­­­ποστολικὸ ἀνάγνωσμα ὁ θεῖος Παῦ­λος κάνει μία ἀναφορὰ στοὺς Ἁγίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ ἐξυμνεῖ τὴν πίστη τους. Ὅλοι αὐτοί, λέει, ἔδειξαν μεγάλη γενναιότητα καὶ πέτυχαν τὴν πρα­­γματοποίηση τῶν ὑποσχέσεων ποὺ­ τοὺς ἔδωσε ὁ Θεός. Ἔφραξαν τὰ στό­ματα τῶν λιονταριῶν, ἔσβησαν τὴν καταστρεπτικὴ δύναμη τῆς φωτιᾶς, διέ­­­φυγαν τὸν κίνδυνο τῆς σφαγῆς, πῆραν δύναμη καὶ θεραπεύθηκαν ἀπὸ ἀρρώ­στιες· ἀναδείχθηκαν ἀνίκητοι στὸν πόλεμο, ἔτρεψαν σὲ φυγὴ τὶς ἐχθρι­κὲς παρατάξεις καὶ τὰ πολυπληθὴ στρα­τεύ­ματά τους. Μὲ τὴν πίστη στὴ δύ­­ναμη τῶν ἀπεσταλμένων τοῦ Θεοῦ Προφητῶν­ ὁρισμένες γυναῖκες εἶδαν νά ἀνα­σταί­νονται οἱ νεκροὶ συγ­γενεῖς τους. Ἄλλοι ἐπίσης βασανίστηκαν σκληρὰ μέ­­­­­χρι θανάτου, ἐπειδὴ δὲν δέχθηκαν νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους· κι ἄλλοι δο­­­­κί­μασαν σκληροὺς πειρασμούς, ἐ­μπαι­γμούς, μαστιγώσεις,­ φυλακίσεις.­ Λιθοβολήθηκαν, πριονίσθη­καν, σφα­γιάσ­θηκαν. Κι ἄλλοι περιφέρονταν σὰν με­­τανάστες ἐδῶ κι ἐκεῖ. Περιπλανιοῦνταν στὶς ἐρη­μιές, στὰ βουνὰ καὶ σὲ σπηλιὲς τῆς γῆς. Ἔζησαν μέσα σὲ στερήσεις, ὑπέφεραν θλίψεις καὶ κακοπάθειες.­ Ὅ­­­λοι αὐτοὶ ἔ­­­χουν ἀνεκτίμητη ἀξία. Ὁλό­κληρος ὁ κό­­­σμος δὲν ἀξίζει ὅσο οἱ ἅγιοι αὐτοὶ ἄν­­δρες, κι οὔτε μπορεῖ νὰ συ­γκριθεῖ μ’ αὐτούς. Καὶ ὅλοι αὐτοί, ἐνῶ ἔδειξαν τέ­­τοια πίστη μέχρι αὐτοθυσίας, δὲν πῆ­­ραν ἀκόμη τὴν ἀμοιβή τους ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ περιμένουν κι ἐμᾶς γιὰ νὰ ἀ­­­­­πολαύσουν μαζί μας τὴ δόξα τοῦ οὐρα­νοῦ. Καὶ νὰ σκεφθεῖ κανεὶς ὅτι ὁ ἀπό­στολος Παῦλος ἔχει ὑπ’ ὄψιν του μόνο τοὺς Ἁγίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Τί θὰ ἔλεγε ἄραγε γιὰ τοὺς Ἁγίους τῆς Και­νῆς Διαθήκης; Τί θὰ ἔλεγε γιὰ τὴν ἀ­­­ρετή­ τους, τὴν ἀξιοθαύμαστη μαρτυρία­ καὶ τὸ μαρτύριό τους;
   Πόσο λοιπὸν ἀξίζουν οἱ Ἅγιοι; Ὁλό­κλη­ρη ἡ κτίση μαζὶ μὲ ὅλους τοὺς ἀν­θρώ­πους της ἐὰν ἀντιπαρατεθεῖ μπροστά τους, δὲν θὰ βρεθεῖ κάτι ποὺ νὰ ἀξίζει ὅσο οἱ Ἅγιοι. Διότι αὐτοὶ σήκωσαν ἐπάνω τους τὴν εὐθύνη γιὰ τὴν πορεία ὅλου τοῦ κόσμου. Ἀπέδειξαν μὲ τὴ ζωή τους τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, δόξασαν τὸν Θεὸ μὲ τὴ ζωή τους καὶ τὴν ὁμολογία τους. Αὐτοὶ ἔδειξαν στοὺς γύ­ρω τους πόσο ψηλὰ μπορεῖ νὰ φθάσει ὁ ἄνθρωπος, σὲ ποιὰ ὕψη ἀρετῆς καὶ αὐταπαρνήσεως καὶ προσφορᾶς μπο­ρεῖ νὰ ἀνέλθει.
   Οἱ Ἅγιοι δὲν πέθαναν ποτέ. Ζοῦν ἀνά­μεσά μας. Τοὺς αἰσθανόμαστε ὁλο­ζών­τανους νὰ πρεσβεύουν γιὰ μᾶς. Νὰ δέ­ονται γιὰ τὸν κόσμο μας. Νὰ μᾶς μεταγγίζουν τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτοὺς ὁ Θεὸς δὲν καταστρέφει τὸν κόσμο. Γι’ αὐτοὺς δὲν ἐγκαταλείπει καὶ ὅλους ἐμᾶς ποὺ παραβαίνουμε τόσο εὔκολα τὸ θέλημά του. Ἂς ἐκτιμήσουμε λοιπὸν τὴν ἀξία τους. Ἂς γνωρίσουμε τὴ ζωή τους κι ἂς μιμηθοῦμε τὸ ἅγιο παράδει­γμά τους.

2. ΜΕ ΥΠΟΜΟΝΗ

   Στὴ συνέχεια ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς καλεῖ νὰ ἐμπνευστοῦμε ἀπὸ τοὺς Ἁγίους μας. Ἔχοντας, λέει, κι ἐμεῖς τριγύ­ρω μας ἕνα τόσο μεγάλο σύννεφο μαρτύρων τῆς πίστεως, ἂς πετάξουμε ἀ­­­πὸ
πάνω μας κάθε φορτίο βιοτικῶν φρον­τίδων, καὶ πολὺ περισσότερο τὴν ἁμαρ­τία, στὴν ὁποία εὔκολα κανεὶς παρασύρεται. Κι ἂς τρέχουμε μὲ ὑπομονὴ στὸν ἀγώνα ποὺ προβάλλει ἐμπρός μας. Καὶ πουθενὰ ἀλλοῦ ἂς μὴ στρέφουμε τὰ βλέμ­ματά μας παρὰ μόνο στὸν Κύριό μας, ποὺ εἶναι ὁ ἀρχηγὸς τῆς πίστεώς μας καὶ μᾶς τελειοποιεῖ σ’ αὐτήν. Αὐτὸς γιὰ τὴ χαρὰ ποὺ εἶχε μπροστά του καὶ θὰ δοκίμαζε, ὅταν μὲ τὸ πάθημά του θὰ ἔσωζε πολλούς, ὑ­­­πέμεινε σταυρικὸ θάνατο καὶ περιφρό­νησε τὴ ντροπὴ καὶ τὴν ἀτίμωση τοῦ θανάτου αὐτοῦ. Καὶ γι’ αὐτὸ καὶ ἔχει καθίσει τώρα ἔνδοξος στὰ δεξιὰ τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ.
   Ἀγώνας δρόμου λοιπὸν εἶναι ἡ ζωή μας. Σ’ αὐτὸν τὸν ἀγώνα, μᾶς λέει ὁ ἀ­­­πόστολος Παῦλος, πρέπει νὰ τρέχουμε­ μὲ ὑπομονή. Διότι ὁ ἀγώνας τῆς ζωῆς­ μας ἔχει φορτία δυσβάστακτα, βάσα­να καὶ προβλήματα. Καθημερινὰ ἀντι­με­τω­πίζουμε ἀρρώστιες, οἰκονομι­κὲς δυσκο­λίες, πειρασμούς· κάποτε καὶ ἀ­­­δι­κί­ες καὶ συκοφαντίες ποὺ τραυματίζουν βαθιὰ τὴν ψυχή μας. Σ’ ὅλες αὐτὲς τὶς δύσκολες ὧρες λοιπὸν ἂς στρέ­φουμε τὸ νοῦ μας στὸν ἀργηγὸ τῆς πίστεώς μας, τὸν Κύριο Ἰησοῦ, ποὺ τό­­σα ὑπέφερε γιὰ μᾶς. Πόσο πόνεσε γιὰ μᾶς ὁ Ἅγιος τῶν ἁγίων! Ἔτρεξε ποτάμι τὸ πανάχραντο αἷμα του ἀπὸ τὶς πληγὲς ποὺ τοῦ ἄνοι­ξαν οἱ σταυρωτές του. Μὲ πόση ὅμως ὑ­­­πομονὴ ὑπέμεινε τὰ τόσο σκληρὰ Πά­θη του! Κανεὶς δὲν βασανίσθηκε τόσο πολὺ ὅσο ὁ Χριστός μας. Ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοι τῆς πίστεώς μας ἀκολούθησαν τὸ παράδειγμα τῆς ὑπομονῆς τοῦ Κυρίου μας. Σήκωσαν βαρύτατο φορτίο πόνου καὶ δοκιμασιῶν.
   Μήπως λοιπὸν ἐμεῖς εἴμαστε καλύτεροι ἀπ’ αὐτοὺς γιὰ νὰ μὴν ἔχουμε δοκιμασίες; Ἐκεῖνοι ἅγιοι, ἐμεῖς ἁμαρτωλοί. Ἐκεῖνοι ὑπέφεραν τὰ πάντα, κι ἐμεῖς ἐ­­­λάχιστα. Ἂς βλέπου­με λοιπὸν τὸ δικό τους παράδειγμα, καὶ προπαντὸς τὸ πα­ράδειγμα τοῦ Κυρίου μας, κι ἂς μάθουμε κι ἐμεῖς νὰ ἀγω­νιζόμαστε μὲ ὑπομο­νὴ στὸ δικό μας ἀγώνα. Νὰ σηκώνουμε ἀγόγγυστα τὶς δοκιμασίες μας μὲ προθυμία καὶ πίστη, μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐλπίδα. Γιὰ νὰ καθίσουμε κάποτε κι ἐμεῖς μαζὶ μὲ τὸν Κύριο στὸν ἔνδοξο θεϊκό του θρό­νο πλημμυρισμένοι στὸ φῶς καὶ στὴ δό­ξα του.     ΣΩΤΗΡ

Παρασκευή 5 Ιουλίου 2024

Κυριακή Β’ Ματθαίου -

Κυριακή Β’ Ματθαίου - Κάλεσε και εμένα ;;

Μαρτζούχος π.Θεοδόσιος , 


 -Να, εμείς τα εγκαταλείψαμε όλα και σε ακολουθήσαμε, τι άραγε θα συμβεί με μας;
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας το περιστατικό, διερωτάται:
-Τι εγκατέλειψες, Πέτρο; Ποιά όλα; Τά χιλιομπαλωμένα δίχτυα και την μισοσαπισμένη βάρκα σου;
Και επεξηγεί:
-Ναι. Άφησε όλη την ζωή του: αυτή ήταν η ζωή του. Δεν έχει αξία για τον Χριστό το πόσα θα αφήσεις ή θα δώσεις (το έδειξε και με την διδασκαλία του για το δίλεπτο της χήρας), αλλά η ελευθερία (από αγάπη για το πρόσωπό Του) απ’ αυτά, που μέχρι να συναντήσεις τον Χριστό, αποτελούσαν την ζωή σου. Μια τέτοια κίνηση φανερώνει, ότι πλέον έχεις ζωή σου, τον Χριστό!
Τέσσερεις αγράμματοι ψαράδες, ανοιχτοί στην έκπληξη και στην καλή γοητεία, ‘’βλέπουν’’ στο πρόσωπο του Χριστού την ποιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και ζωής, και κάνουν μια κίνηση-άλμα ελευθερίας- από το λίγο και το μικρό προς το πολύ και το απέραντο. Συνειδητοποιούν για την δική τους μέχρι τώρα ζωή το λίγο και το μικρό, και για την όντως ζωή που βρίσκεται μπροστά τους το πολύ και το απέραντο!! Αφήνουν την δουλειά τους (ευθέως αφέντες τά δίκτυα), αφήνουν και τις σχέσεις αίματος (αφέντες το πλοίον και τον πατέρα αυτών) και ακολουθούν Αυτόν, χωρίς τον Οποίον η δουλειά, από έκφραση αγάπης  για τα πρόσωπα των δικών μας, γίνεται κουραστικό μαγκανοπήγαδο. Και οι σχέσεις, από έκφραση κοινότητας θαλπωρής, γίνονται απλώς συνύπαρξη.
Εκείνοι τότε αυτά, σε μια πορεία διδασκαλίας  αυτών που άκουσαν και είδαν και τα οποία, όλοι συνυπέγραψαν, πλην ενός, με το δικό τους αίμα.
Κυριακή Β' Ματθαίου - Κλήση και ανταπόκριση - Χριστιανική ...Εμείς τώρα, στο κάλεσμα του Χριστού, πώς άραγε ανταποκρινόμαστε; Τι είναι αυτό που μας δυσκολεύει και πλέον οι ακολουθούντες τον Χριστόν είναι μειοψηφία; Όσοι αρνούνται να ακολουθήσουν τον Χριστό, βρίσκουν συνήθως χίλιες δικαιολογίες γιατί, αν αποφάσιζαν να δεχθούν το Χριστό, θα ήταν σαν να απαρνιόνταν τον εαυτό τους. Δεν βλέπουν το κέρδος που θα είχαν μ’ αυτή την αλλαγή. ‘Εχουν ένα φόβο που δεν τον παραδέχονται, γιατί κρατιούνται μέσα στα σκύβαλα, που γι αυτούς είναι το παν. Ζητούν, λένε, ένα λόγο περισσότερο σοβαρό! Δεν είπε δα, καί τίποτε το νέο ο Χριστός!  Αυτά που είχε πεί η Ανατολή και η Δύση αιώνες πριν! Δεν είναι λοιπόν τόσο μεγάλος! Ας τον θαυμάζουν οι απαίδευτοι και ας τον υπακούουν οι απλοϊκοί!!
Μια τέτοια τοποθέτηση, δεν θέλει να δει και να αναγνωρίσει ότι μια μεγάλη αλήθεια είναι νεκρή αφού διστάζουμε να την εφαρμόσουμε και την ξεχάσαμε σχεδόν! Μια τέτοια τοποθέτηση δεν θέλει να διακρίνει, αν ανάμεσα στην διδασκαλία του Χριστού και σε κάποιες αρχαίες διδασκαλίες υπάρχει κάποια εγγύτητα ιδεών, ή αν είναι μονάχα κάποια απήχηση και λεκτική ομοιότητα! Δεν θέλει να ομολογήσει ότι ο Χριστός διδάσκει πρώτα τους Εβραίους στους οποίους ο νόμος του Θεού ήταν ήδη γνωστός! Δεν αντέχει να πει φωναχτά ότι άλλο η ευγένεια, η γλυκύτητα και η σύνεση και άλλο η θυσιαστική αγάπη.
Οι απόστολοι καλούνται σε θυσιαστική αγάπη.
Όλοι οι Χριστιανοί καλούνται σε θυσιαστική αγάπη. Αυτήν την θυσιαστική αγάπη κατάλαβαν οι απόστολοι και αισθάνθηκαν μια υποσυνείδητη ώθηση να κάνουν ό,τι μπορούν, ώστε αυτά τα λόγια να μη μείνουν μόνο λόγια.
Αυτούς τους ψαράδες, που θα χανόντουσαν στην αφάνεια της ανωνυμίας, ο Χριστός τους έκανε Αγίους, που σήμερα εμείς τους αγαπάμε τους ευχαριστούμε, τους προσκυνούμε και τους επικαλούμαστε. Ο Χριστός ήρθε ‘’να βάλει φωτιά’’ για να καεί ό,τι δεν αξίζει και δεν έχει ζωή. Σ όλους τους καιρούς μπορούν να αναπηδήσουν φλόγες, αρκεί να υπάρχει το χέρι που θα βάλει φωτιά.
Πού θα βάλει φωτιά, κάθε χέρι που ακολουθεί το Χριστό και τον αγαπάει;  Στα ‘’δίχτυα και στις βάρκες’’ του ο καθένας μας. Όχι στα επαγγελματικά, αλλά στα ψυχικά! Σε όσα μας δεσμεύουν και μας κρατούν υποτελείς. Θα πρέπει να βάλουμε φωτιά με το πνεύμα του Θεού στην… βαρεία ύλη πού μας τελματώνει. Θα πρέπει να βάλουμε φωτιά με την εσωτερική καθαρότητα των κινήτρων, σε κάθε αμαρτία προσωπική και κοινωνική. Θα πρέπει να βάλουμε φωτιά με τον αγώνα ψυχικής τελειότητας στην δική μας διαφθορά αλλά και σε κάθε διαφθορά.
Όταν κάτι τέτοιο γίνει, τότε θα ισχύει και η κατάληξη του 23ου στίχου του Ευαγγελίου (Ματθ. 4.18-23), ο Λόγος του Χριστού θα θεραπεύσει  ‘’κάθε αρρώστια και κάθε μολυσματική αδυναμία’’ στον λαό.
 Η εξομολόγηση είναι το ‘’χέρι’’ που βάζει φωτιά για να καθαρίσει ο εαυτός μας από ‘’άχρηστα και επιβλαβή’’!! Χωρίς αυτή την φωτιά τίποτε δεν αλλάζει. Η τυφλή μας υπερηφάνεια μας κάνει να νομίζουμε ότι είμαστε αθώοι, αλλά ο Πέτρος μας θυμίζει αιώνια …’’ότι ανήρ αμαρτωλός ειμί, Κύριε’’. Όταν και μείς το αναγνωρίσουμε κάτι τέτοιο (ότι ανήρ αμαρτωλός ειμί, Κύριε) τότε Εκείνος θα μας ρωτήσει αν Τον αγαπάμε και θα μας στείλει να ‘’δείξουμε τον εαυτό μας στους ιερείς’’ (Λουκ. 5,14) για να καθαριστούμε, ώστε κανένα ‘’δίχτυ’’ να μη μας δεσμεύει, και καμιά ‘’λέπρα’’ να μην εμποδίζει, την επικοινωνία και την αγάπη μ’ Εκείνον και τους αδελφούς μας.