Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2021

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

Αποτέλεσμα εικόνας για ΙΑ ΜΑΤΘΑΙΟΥΦιλευσπλαχνία, ασπλαχνία και σημερινή πραγματικότητα

Κάθε χρόνο στο τέλος της ανάγνωσης των ευαγγελίων της Μ. Πέμπτης  ακούμε σαν κατανυκτική κατακλείδα, διαφορετική από αυτές στις περικοπές όλης της άλλης χρονιάς,  το «δόξα τη μακροθυμία Σου Κύριε δόξα σοι». Είναι κατανυκτική η περίοδος, περίοδος συγγνώμης, περίοδος ελέους, αφού και όλα τα γεγονότα που διαδραματίζονται τη Μ. Εβδομάδα γύρω από το πάθος του Κυρίου συνιστούν μια κορυφαία έκφραση μακροθυμίας.
Αυτή είναι και η χαρακτηριστική ιδιότητα του Θεού και δημιουργού του κόσμου. Του Κυρίου και Θεού μας ο οποίος στέκεται δίπλα μας με άπειρο έλεος και ανεκτικότητα. Τα ονόματα οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλαιος και φιλεύσπλαχνος, περιγράφουν τις σταθερές ιδιότητες της αγάπης του Θεού που συνοδεύει τον αμαρτωλό σε όλες τις φάσεις της ζωής.
Αυτούς τους προβληματισμούς, αδελφοί μου, ανασκαλεύει σήμερα η ευαγγελική διήγηση μέσα από δύο περιπτώσεις έντονου κοινωνικού προβληματισμού.
«Μακροθύμησον επ’ εμοί», εκλιπαρεί ο άνθρωπος της πρώτης περίπτωσης, που κινδυνεύει όχι μόνο ο ίδιος, αλλά και η οικογένεια του, καθώς τα χρέη έχουν μεγαλώσει και δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα. Δώσε μου μια ευκαιρία, του λέει, να μη καταστραφώ. Λυπήσου με και θα σου επιστρέψω τα οφειλόμενα! Και ο δανειστής κύριος, που γνωρίζει την αδυναμία του δούλου, σπλαχνίζεται, επειδή τον παρεκάλεσε και ικανοποιεί το αίτημα. Του παρέχει όσα του ζήτησε, αλλά και όσα δεν τόλμησε ούτε κάν να φανταστεί. Δεν χαρίζει μόνο το υπέρογκο χρέος, αλλά του δίνει και την ελευθερία του. Τον μεταφέρει από την κατάσταση του δούλου στην κατάσταση του ελεύθερου και τον καθοδηγεί στην άσκηση υψηλών αρετών παρέχοντας μόνιμη βοήθεια.
Τι συμβαίνει όμως στη συνέχεια;
Κάτι το απροσδόκητο. Αυτός ο ελεύθερος άνθρωπος, που εκπροσωπεί όλους μας, ενώ απολαμβάνει τα αγαθά της ελευθερίας, εντούτοις παραμένει δούλος των απάνθρωπων συνηθειών του, όπως τον παρουσιάζει η δεύτερη περίπτωση. Δέχεται το μέγιστο, αλλά αρνείται να δώσει το ελάχιστο. Κι’ ενώ μπορεί να λυτρώσει τον αδελφό του από την εμπερίστατη ανάγκη, στην οποία βρέθηκε και ο ίδιος προηγουμένως, δεν συγκινείται. Αντί να μακροθυμήσει μπροστά τον οφειλέτη που τον εκλιπαρεί, ενώ και ο ίδιος παρακαλούσε πριν λίγο, ενώ και ο ίδιος δέχθηκε άπλετη φιλανθρωπία, απαιτεί αμέσως με σκληρότητα τα οφειλόμενα. Έχει ξεχάσει τα πάντα και καταφεύγει στα δικαστήρια ζητώντας την προσωποκράτηση του και σύμφωνα με σημερινή ορολογία καταφεύγει στις τράπεζες για να δεσμεύσουν το σπίτι του.
Ένα τέτοιο ανάλογο φαινόμενο ζούμε και σήμερα. Οι ανθρώπινες σχέσεις έχουν γίνει υπόθεση των ηλεκτρονικών υπολογιστών, έχουν γίνει υπόθεση αριθμών, οι άνθρωποι έχουν πάψει να είναι υποκείμενα και κατάντησαν αντικείμενα, απρόσωπα αντικείμενα, από τα οποία κοιτάζουν μόνο πόσα θα τους πάρουν. Τη ρύθμιση των διαφορών, όπως τις είδαμε στη σημερινή ευαγγελική περικοπή σχετικά με τα χρέη, έχει αναλάβει το τραπεζικό σύστημα. Η μακροθυμία και η αλληλεγγύη ως λέξεις και ως περιεχόμενο καταργήθηκαν με τέτοιο τρόπο, ώστε ευνοούνται πάντοτε και μόνο οι δανειστές και καταπιέζονται οι φτωχοί και οι αδύνατοι, οι οποίοι για τον α ή β λόγο έχουν πέσει στα δίχτυα τους.  Οι ακραίες καταστάσεις ακόμα και αυτοκτονιών για την ωμή εκμετάλλευση από το παντοδύναμο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, επιβεβαιώνει την αναλγησία των πρώτων.
Μπορεί βέβαια το σύστημα να νομιμοποιείται με διεθνείς όρους και κανόνες, αλλά μήπως αυτά τα ανθρώπινα μέτρα θα παραμένουν πάντοτε με μας; Μήπως οι ανθρώπινοι και νόμοι που κατοχυρώνουν επίγειους θησαυρούς τους κατοχυρώνουν αιώνια στο όνομα μας και τους καθιστούν  δικούς μας αδιαπραγμάτευτα; Μήπως ξεχνάμε τη φοβερή πραγματικότητα, ότι «πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα όσα ουχ υπάρχει μετά θάνατον. Ου παραμένει ο πλούτος…»
Να πούμε και για τα εν Ελλάδι τεκταινόμενα τα δυο τελευταία χρόνια; Όλοι  μας τα γνωρίζουμε, όλοι μας τα ζούμε, όλοι μας βρισκόμαστε σε μια φρικιαστική και ανάλγητη αβεβαιότητα πιασμένοι στα δίχτυα αδίσταχτων κερδοσκόπων και τοκογλύφων δανειστών, που αποβλέπουν και ποντάρουν πάνω στην τελική πτώση μας, για να στήσουν μετά πάνω σε πτώματα το δικό τους μπαϊράκι.
Αδελφοί μου!
Όλοι γνωρίζουν πως όσο εμπιστευόμαστε και όσο ανεχόμαστε τέτοιους νόμους  τόσο μένουμε γυμνοί και απροστάτευτοι και σαν Χριστιανοί, αναπολόγητοι μπροστά στη δικαιοσύνη ο Θεού. Ακόμα όσα μέτρα κι αν πάρουμε, όσο νόμιμα κι αν φαίνονται, καταργούν εντελώς τη μακροθυμία και την αλληλεγγύη προς στους « ελαχίστους αδελφούς» επισύροντας την οργή του Θεού.
Βέβαια όλα αυτά τα κηρύγματα  τα περί Θείας δικαιοσύνης, όλα αυτά τα μεγάλα και ριζοσπαστικά κηρύγματα του Χριστιανισμού περί δικαιοσύνης και φιλευσπλαχνίας και ελέους και όλων των παρομοίων, δεν αγγίζουν τις ψυχές όλων αυτών με τους οποίους έχουμε μπλέξει. Αυτοί «δεν καταλαβαίνουν από Χριστό». Στυγνοί εκτελεστές έχουν δικό τους ευαγγέλιο τα κέρδη τους και πατούν επί πτωμάτων γι’ αυτά.
Τουλάχιστον ας δούμε τα δικά μας. Τα προσωπικά μας. Το βέβαιο είναι πως όλοι εμείς οι δικαιωμένοι αλλά άδικοι μπροστά στο Θεό ανήκουμε σε κείνους που θα ακούσουν  το φοβερό λόγο: «δούλε πονηρέ, πάσαν την οφειλήν εκείνην αφήκα σοι επεί παρακάλεσας με, ουκ έδη ελεήσαι τον σύνδουλον σου ως και εγώ σε ηλέησα;» Το ίδιο επαναλαμβάνουμε καθημερινά και στην Κυριακή Προσευχή λέγοντας: «άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Τα λέμε αυτά μηχανικά; Τα λέμε ασυναίσθητα; Πόσο άραγε συνειδητοποιούμε και πόσο εφαρμόζουμε το βαρυσήμαντο περιεχόμενο της φράσης αυτής;