Ο άνθρωπος ήταν παράλυτος. Πόσα χρόνια είχε στο κρεβάτι δεν το γνωρίζουμε. Τις
ταλαιπωρίες και τα βάσανα του βέβαια μπορούμε να το υποθέσουμε. Όμως…. τώρα, να !βρίσκεται μπροστά στον Κύριο, στο θαυματουργό αυτόν Προφήτη, όπως τον νόμιζαν οι περισσότεροι Εβραίοι, και όλα τα βάσανα μπορούν πλέον να ξεχαστούν. Ο παράλυτος δεν αμφιβάλει καθόλου για τη θαυματουργική δύναμη του Κυρίου. Πιστεύει απόλυτα πως ο Κύριος μπορεί με ένα απλό πρόσταγμά του να τον θεραπεύσει. Εν τούτοις δεν μοιάζει να είναι τελείως απαλλαγμένος από κάποιες αμφιβολίες. Φαίνεται, λέγουν οι ερμηνευτές, πως σκέφτεται τις αμαρτίες του, αυτές που ίσως προκάλεσαν και την αρρώστια του, και γι αυτό το λόγο διστάζει, αμφιβάλλει : άραγε είμαι άξιος να με θεραπεύσει; Μήπως οι αμαρτίες μου σταθούν εμπόδιο στη θεραπεία μου; Μήπως…...
Τέτοια αγωνιώδη ερωτήματα υποθέτουμε πως διέκρινε ο Κύριος στην μετανοημένη ψυχή του Παραλυτικού, και για αυτό του είπε τα τόσα ενθαρρυντικά λόγια, που εξέπληξαν βέβαια τους πολλούς: «θάρσει, τέκνον · ἀφέωνται σοὶ αἳ ἁμαρτίες σου». Έχε θάρρος, παιδί μου σου έχουν συγχωρεθεί οι αμαρτίες σου.
Έχε θάρρος, παιδί μου! Σαν λεπτή δροσερή αύρα θα αισθανθεί και τα λόγια αυτά ο παραλυτικός. «θάρσει, τέκνον»! Γλυκύτατα λόγια του Χριστού μας. Δεν απηύθυνε μόνο τότε στην αδύνατη εκείνη ψυχή, που πάλευε με τους λογισμούς της απογοητεύσεως και είχε βέβαια ανάγκη τονώσεως και στηριγμού. Αυτά τα ίδια λόγια μας απευθύνει ο Κύριος και σε μας σήμερα. Σε μας! Γιατί και εμείς συχνά στους ίδιους λογισμούς πνιγόμαστε. Βλέπουμε τον εαυτό μας, τις πολλές μας αμαρτίες, παλαιές και νέες, και απογοητευόμαστε. Ορισμένοι μάλιστα πιο ευαίσθητοι οδηγούνται σε πλήρη απελπισία. Θυμούνται το αμαρτωλό παρελθόν τους, αναλογίζονται και την ημέρα της κρίσεως, και παγώνουν. Η δε σκέψη ενός αιφνιδίου θανάτου τους παραλύει εντελώς. Και δεν ησυχάζουν παρόλο ότι έχουν εξομολογηθεί επανειλημμένως ίσως τα αμαρτήματά τους. Μια τέτοια όμως ψυχική ατμόσφαιρα, όσο και αν δείχνει να είναι ειλικρινής και αποτέλεσμα βαθιάς συναίσθησης της αμαρτωλότητας, πρέπει ευθέως να το πούμε πως είναι αρρωστημένη και άκρως επικίνδυνη. Προέρχεται σαφώς εκ του πονηρού, του διαβόλου, ο οποίος ακριβώς αυτό επιδιώκει πάντα εκεί κατατείνει να σπρώξει την ψυχή στην απόγνωση, όπως έκανε και με τον Ιούδα, και να την καταστρέψει.
Γι αυτό και η ενισχυτική και παρήγορη φωνή του Κυρίου μας απευθύνεται ιδιαιτέρως προς αυτές τις ευαίσθητες ψυχές : «θάρσει, τέκνον», λέγει και πάλι. Έχε θάρρος, παιδί μου. Μην απογοητεύεσαι, μην απελπίζεστε, μην αποθαρρύνεστε. Μην τόσο πολύ αγωνιάς! Οι αμαρτίες έχουν συγχωρεθεί. Εφόσον μετανόησες, εφόσον τις εξομολογήθηκες ενώπιον του πνευματικού. Έχουν πλέον σβήσει.
Ναι, αδελφοί! Ας τα πιστέψουμε όλοι μας βαθιά τα παρήγορα και ενθαρρυντικά λόγια του Κυρίου μας. Μην αφήνουμε την υπερβολική λύπη να καλύπτει την ψυχή μας. Γιατί αυτό στο τέλος - τέλος είναι αμάρτημα! Είναι απιστία στη δύναμη της θυσίας του Κυρίου μας! Εκείνος για αυτό θυσιάστηκε, για να μας καθαρίσει από τα αμέτρητα πλήθη των αμαρτιών μας.
Και μας καθαρίζει. Το γνωρίζουμε άλλωστε. Μόλις μετανοούμε. Συγχωρούμεθα, βρίσκουμε αμέσως έλεος. Ας μην απιστούμε λοιπόν. Μια σταγόνα θεϊκού αίματος φθάνει να καθαρίσει όλο το βούρκο του Σύμπαντος. Και εμείς, σε αυτό το Αίμα του, στην άπειρη δύναμη του Κυρίου στηριζόμαστε και ποτέ μα ποτέ δεν αφήνουμε, δεν πρέπει, να αφήσουμε την απόγνωση να μπαίνει στην ψυχή μας. Και αν μας φοβίζει η ημέρα της κρίσεως, ας μη μας διαφεύγει ότι ο Κριτής, ο Θεός μας, δεν είναι ένας αδυσώπητος τύραννος, αλλά βασιλεύς αγάπης. Όπως δε πολύ ωραία έχει επισημανθεί, ας μην λησμονούμε ποτέ πως το ύψιστο προνόμιο ενός βασιλέως είναι το έλεος.
Τα παρήγορα λόγια του Κυρίου διέλυσαν τους λογισμούς της αμφιβολίας και τόνωσαν πνευματικά τον παραλυτικό. Αλλά μόνον εκείνον! Οι υπόλοιποι που τον άκουσαν, μη γνωρίζοντας την εσωτερική αγωνία του, μάλλον έκπληξη και δυσφορία θα ένιωσαν, διότι, ενώ περίμεναν να δουν θαύμα, άκουγαν για συγχώρηση αμαρτιών, κάτι που τους φαινόταν ασήμαντο ίσως και μικρό. Ας αφήσουμε πια τους πονηρούς Γραμματείς, που άρχισαν να σκέφτονται ότι ο Κύριος ούτε λίγο ούτε πολύ «βλασφημεῖ»!
Αυτούς τους κρυφούς διαλογισμούς των γραμματέων τους διέκρινε αμέσως ο Κύριος με το θεϊκό του βλέμμα, γι αυτό και είπε : γιατί σκέφτεστε αυτά τα πονηρά για μένα; Είναι ευκολότερο; Να πει κανείς, σου συγχωρούνται οι αμαρτίες σου, ή να πει, σήκω επάνω και περπάτα; Εσείς νομίζετε πως ευκολότερο είναι το πρώτο, διότι κανείς δεν μπορεί να διαπιστώσει αν πραγματικά έγινε. Για να μάθετε όμως ότι εγώ, που έγινα άνθρωπος, έχω τη δύναμη να συγχωρώ αμαρτίες εδώ στη γη, κοιτάξτε τι θα γίνει. Και στρεφόμενος προς τον παραλυτικό του λέγει: σήκω όρθιος, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου.
Αμέσως το θαύμα έγινε, αφήνοντας έκθαμβα τα πλήθη των ανθρώπων, που δόξαζαν τον ΘΕΟΝ, γιατί διαπίστωσαν πως είχε δώσει μια εκπληκτική εξουσία στους ανθρώπους, τη δυνατότητα να θεραπεύονται και να λαμβάνουν άφεση αμαρτιών διά μέσου του Κυρίου.
Η νοοτροπία των γραμματέων αδελφοί, όπως την είδαμε να εκδηλώνεται στο εκπληκτικό αυτό θαύμα, μας είναι άραγε τελείως ξένη και άγνωστη; Φυσικά εμείς δεν αμφιβάλλουμε για το ότι ο Κύριος μπορεί να συγχωρεί αμαρτίαις. Όχι! Μήπως όμως, σαν τους γραμματείς και εμείς θεωρούμε σημαντικότερο θαύμα την θεραπεία του σώματος από τη συγχώρηση των αμαρτιών ή από άλλες πνευματικές δωρεές του; Αυτό είναι το ερώτημα.
Μήπως δηλαδή, για να το πούμε απλά πρακτικότερα, υποτιμούμε αυτήν την υψίστη δωρεά, το μέγιστο όλων των θαυμάτων, που είναι η συγχώρηση των αμαρτιών μας και η οποία μας δίνεται στο ιερό μυστήριο της εξομολογήσεως; ή γενικότερα, μήπως υποτιμούμε τις ασύλληπτες ουράνιες δωρεές, που μας χαρίζει κυρίως μέσα στην Αγία του Εκκλησία;
Ας μη θεωρήσουμε υπερβολικά αυτά τα ερωτήματα. Ούτε ότι αφορούν άλλους και όχι εμάς. Ας κάνουμε, καλύτερα, έναν έλεγχο στον εαυτό μας, στα κριτήρια που έχουμε. Ίσως έτσι βρεθούμε προ εκπλήξεων!
Ας εξετάσουμε, για παράδειγμα, τις προσευχές μας. Τι είναι αυτά που οι περισσότεροι συχνά και με επιμονή ζητάμε από το Θεό; Ως επί το πλείστον επίγεια πράγματα :υγεία, πρόοδο στις σπουδές των παιδιών μας, ευλογία στην εργασία μας και πλήθος άλλα παρόμοια. Δεν είναι κακό να ζητάμε τέτοια πράγματα. Καλό είναι. Αλλά είναι μικρό καλό! Επίγειο μόνον!
Μόνον! Ζητάμε « πενταροδεκάρες » την ώρα που ο καλός Θεός απλώνει τα χέρια του για να μας χαρίσει όλο το σύμπαν! Και εμείς αδιαφορούμε, δυστυχώς, για αυτό. Φωνάζουμε : δώσε μου! Και επιμένουμε. Αλλά μόνο για τις δεκάρες, για τα επίγεια. Για τις πνευματικές δωρεές του, τη συγχώρεση των αμαρτιών μας , τη θεία κοινωνία, την κληρονομία της ουρανίου βασιλείας, ίσα που ψελλίζουν νωθρά και κουρασμένα κάτι ελάχιστο τα χείλη μας.
Μήπως επομένως αδελφοί, πρέπει να αλλάξουμε νοοτροπία; Και πορεία; Ας το σκεφτούμε όλοι μας!