Παρασκευή 26 Ιουνίου 2015

ΣΚΛΑΒΙΑ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ


Αδελφοί, είστε ελεύθεροι πια από το ζυγό της αμαρτίας κι υπηρετείτε το καλό και το δίκαιο. Χρησιμοποιώ την ανθρώπινη εικόνα της δουλείας, γιατί δεν μπορείτε αλλιώτικα να με καταλάβετε.


Στο σημερινό Αποστολικό ανάγνωσμα, κομμάτι από την προς Ρωμαίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου, ο Απόστολος απευθυνόμενος τους χριστιανούς της Ρώμης, τους μιλά για σκλαβιά και ελευθερία. Και χρησιμοποίει, όπως μας εξηγεί ο ίδιος, αυτές τις έννοιες της σκλαβιάς και της ελευθερίας,  για να μπορέσουν  να τον καταλάβουν σ’ αυτά τα οποία τους λέει.
Παλιότερα είχατε υποδουλώσει όλο το είναι σας σε πάθη και πράξεις αντίθετες στο θεϊκό θέλημα, με αποτέλεσμα να ζείτε αντίθετα προς τις εντολές του Θεού. Έτσι πρέπει και τώρα να υποδουλώσετε όλο το είναι σας στο θεϊκό θέλημα, για να βρεθείτε κοντά στο Θεό. Μην ξεχνάτε πως, όσον καιρό ήσασταν υπόδουλοι στην αμαρτία, ήσασταν μακριά από το θέλημα του Θεού. Ποιο ήταν το κέρδος σας από τη διαγωγή σας εκείνη; Τώρα όμως είστε ελεύθεροι πια από την αμαρτία κι ανήκετε στο Θεό. Καρπός της καινούριας ζωής σας είναι η αγιοσύνη, και το τέλος της πορείας σας είναι η αιώνια ζωή. Γιατί ο μισθός που δίνει η αμαρτία είναι ο θάνατος, ενώ το δώρο που χαρίζει ο Θεός είναι η αιώνια ζωή, την οποία έφερε ο Ιησούς Χριστός, ο Κύριός μας.
Σκλαβιά λοιπόν και ελευθερία. Ο κάθε ένας μπορεί να συγκρίνει αυτές τις δυο καταστάσεις και να βγάλει τα συμπεράσματά του. Τι σημαίνει να ζεις λεύτερος και τι σημαίνει να ζεις σκλαβωμένος.
Από δω ο Απόστολος ορμώμενος προχώρα  για να  αναφερθεί στη δουλεία, τη σκλαβιά της αμαρτίας και στην εν Χριστώ ελευθερία.
Ο άνθρωπος μέσα στην πορεία της ζωής του καλείται να επιλέξει μια από τις δυο καταστάσεις. Να ζήσει σαν δούλος ή να ζήσει ελεύθερος. Να ακολουθήσει τη σκλαβιά της αμαρτίας, τον αποχωρισμό του από το Θεό, ή την αποκάλυψη της αλήθειας που οδηγεί στην εν Χριστώ ελευθερία. Ο Χριστός ήλθε στον κόσμο προσλαμβάνοντας την ανθρώπινη φύση για να μας δείξει τούτο το δρόμο, Το δρόμο που οδηγεί στην ελευθερία. Το δρόμο που μας οδηγεί μακριά από κάθε είδους σκλαβιά. Και λέγοντας εδώ σκλαβιά εννοούμε την προσκόλληση σε κάθε είδους πάθος. Τη προσκόλληση στα του σώματος, την απασχόληση μονάχα με όσα ζητά το σώμα μας το οποίο ξέρει μόνο να ζητά, το κυνήγι μιας επίγειας προσωρινής ευτυχίας, σαν κι αυτή του άφρονα πλούσιου. «Ψυχή μου έχεις πολλά αγαθά, κείμενα εις έτη πολλά. Αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου».
«Για την Εκκλησία μας η αμαρτία είναι το σοβαρότερο πνευματικό νόσημα του ανθρώπου, που τον βυθίζει στο τέλμα μιας πλασματικής ελευθερίας και τον οδηγεί σταδιακά στη χειρότερη μορφή υποδούλωσης και εξάρτησης. Ενώ, αρχικά, προκαλεί εσωτερική διέγερση και αίσθημα ικανοποίησης, εντούτοις, έχει αντιστρόφως ανάλογα αποτελέσματα, τα οποία προκαλούν διάσπαση στον έσω άνθρωπο και απόλυτη διάσπαση της κοινωνίας με τον Θεό. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, «η αμαρτία καταντά αυτοτιμωρία, αυτοκαταδίκη και αυτοκαταστροφή, αυτοεγκλεισμός του ανθρώπου στη μοναξιά και στο αδιέξοδό του, στην ασθένεια και στην αδυναμία του, αυτοπαράδοσή του στο θάνατο που διάλεξε αντί για τη ζωή. Είναι η ίδια η κόλαση μέσα μας, που θελήσαμε αντί για την Βασιλεία του Θεού, καρπός της εκλογής του όχι του διαβόλου, αντί του ναι του Θεού»  π. Μιχαήλ Καρδαμάκης, «Ορθόδοξη πνευματικότητα», σελ. 246
Αδελφοί μου!
Το πνεύμα του κόσμου αντιδρά στη συζήτηση περί αμαρτίας λέγοντας ότι η Εκκλησία τη χρησιμοποιεί ως φόβητρο προκειμένου να ποδηγετεί πνευματικά τους ανθρώπους, να τους διατηρεί υπό έλεγχο. Δηλ. η Εκκλησία εφηύρε την αμαρτία ακριβώς για να μπορεί να κυριαρχεί επί των ανθρώπων, να τους χρησιμοποιεί και να τους εκμεταλλεύεται. Η άποψη αυτή δε φανερώνει δύναμη, αλλά αδυναμία. Αποκαλύπτει ότι το κοσμικό πνεύμα, ακριβώς επειδή δε μπορεί ν’ αντισταθεί στην αμαρτία, συμβιβάζεται με αυτήν. Επειδή δε μπορεί να την αντιμετωπίσει, την αμνηστεύει κι έτσι θέλει να πιστεύει ότι είναι εντάξει, ότι όλα είναι καλά, ότι δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος. Μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε, να ενεργούμε όπως νομίζουμε, χωρίς να υπάρχει κανένα ανασταλτικό.
Και βλέπουμε καθημερινά τι γίνεται. Οι ιδιαιτερότητες, οι ιδιάζουσες απόψεις, οι ιδιαίτερες προτιμήσεις της κάθε μειοψηφίας, της έστω και ελάχιστης, να επιβάλλονται, ακόμα και νομικά, στα πλαίσια της κατακαημένης ελευθερίας, πολλές φορές και εις βάρος της πλειοψηφίας. Το κάθε παράλογο μέχρι χθες σήμερα λογικό και νόμιμο. Ακόμα και να πεις κάτι για τις ιδιαιτερότητες αυτές, βρίσκεσαι κατηγορούμενος σαν ρατσιστής και συντηρητικός. Ούτε στη εκκλησία αναγνωρίζεται το δικαίωμα να καταθέσει τη θέση της για το τι είναι και τι δεν είναι αμαρτία.                                                                               
«Παράλληλα, η ίδια αυτή κοσμική αντίληψη περί αμαρτίας, επειδή ακριβώς δε μπορεί να ξεφύγει από τα δεσμά της, ζητεί από την Εκκλησία να αλλάξει το ήθος και την διδασκαλία Της, προκειμένου, τάχα, να εκσυγχρονιστεί και να εναρμονιστεί με τα σύγχρονα δεδομένα. Με τη λογική αυτή, η Εκκλησία θα έπρεπε, σε κάθε εποχή, να αναπροσαρμόζει την παράδοσή Της, να «βάζει νερό στο κρασί Της», να γίνεται εύκολη, προκειμένου, εύκολα και οι άνθρωποι, χωρίς τον έλεγχο της συνειδήσεως, να ενεργούν κατά βούληση, καλύπτοντας τον εαυτό τους πίσω από μία «εκσυγχρονισμένη» Εκκλησία. Αν η Εκκλησία, όμως, ενεργούσε έτσι, δε θα ήταν Εκκλησία του ζώντος Θεού, αλλά συνοικιακό κατάστημα, που έβγαλε στο δρόμο την πραμάτεια του σε τιμή ευκαιρίας». Αρχιμ. Επιφάνιος Οικονόμου, «Μετανοίας καιρός και δεήσεως ώρα», σελ. 100-101
Ζούμε, αγαπητοί Χριστιανοί, σε μία εποχή φοβερών αντιφάσεων και ανισορροπίας. Κι αυτή ανισορροπία και οι αντιθέσεις ξεκινούν από αυτή την ίδια την οικογένεια, με τις νέες περί οικογενείας ιδέες, την ασυδοσία που μας έβαλαν μέσα σ’ αυτήν, τις ελευθεριάζουσες σχέσεις των μελών της και ακόμη αυτήν την απλή και μόνο συνύπαρξη των μελών της κάτω από την ίδια στέγη.
 Επεκτείνονται στους διάφορους θεσμούς όπως αυτού της Εκκλησίας, όπου,  όπως παρατηρούμε γίνεται ότι είναι δυνατόν ώστε αυτή να πληγεί. Καταβάλλονται καθημερινά και ασταμάτητα προσπάθειες για να μπει στο περιθώριο, να κλείσει το στόμα της και να μπει στην άκρη αφού πρώτα κλονιστεί η πίστη και η εμπιστοσύνη του Ελληνικού λαού σ’ αυτήν. Κάνουμε το κάθε το για να αποτρέψουμε την είσοδο της νεολαίας στην Εκκλησία – βλέπετε τι γίνεται κάθε μέρα, χωρίς να μας νοιάζει πως τους οδηγούμε κάπου αλλού. Προτιμάμε να τους βλέπουμε στα καταγώγια και τα ναρκωτικά παρά στην Εκκλησία. Την Εκκλησία που δεν είναι αυτή που μας παρουσιάζουν. Γιατί τα πιο πολλά από αυτά είναι παραπλάνηση και παραπληροφόρηση είναι ενορχηστρωμένος πόλεμος. Είναι  αθεΐα και χρεωστούμενα σε φωνή καθαρή και ασυμβίβαστη, στα τεκταινόμενα από τους κοσμοκράτορας του αιώνος τούτου.    
Συνεχίζεται με τους δημογραφικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς τομείς όπου τα πάντα υπερχρεωμένα στις επιταγές που επιβάλλει η «Νέα Τάξη Πραγμάτων» της τόσο γλυκερώς επαγγελλόμενης «Νέας Εποχής» ξεπουλούν κάθε όσιο και ιερό και τα παιδιά καταπληγωμένα και ανυπεράσπιστα ζουν στο δικό τους μαρτύριο.
Όλα τούτα είναι ελευθερία; Όλα τούτα είναι πρόοδος;
Όχι βέβαια. Τη κατάντια μας τη βλέπουμε. Τη σκλαβιά μας τη βλέπουμε.

Η πραγματική ελευθερία βρίσκεται πλησίον του Χριστού. Ο άνθρωπος γίνεται πραγματικά ελεύθερος, όταν ελευθερώνεται από τη μεγαλύτερη δουλεία, που είναι η δουλεία της αμαρτίας. Όταν υπακούει στο θέλημα του Θεού. Εκείνο που, τελικά, αποδεικνύει την εσωτερική δύναμη και το ψυχικό σθένος του ανθρώπου δεν είναι η αυτοπαράδοσή του στην πλασματική ελευθερία που προτείνει η αμαρτία, αλλά η αυτo – υποδούλωσή του στο θέλημα του Θεού, που εξασφαλίζει την αληθινή και οντολογική ελευθερία. «Πάντα μοι έξεστι, αλλ’  ου πάντα συμφέρει». Το πρώτο είναι εύκολο, βολικό, αλλά εφήμερο και καταστροφικό. Το δεύτερο είναι δύσκολο, κοπιαστικό, αλλά αιώνιο και σωστικό