Ενώ
ζούσε στον Παράδεισο ο άνθρωπος άκουσε το ψέμα που μεγαλύτερό του ούτε έχει μα
ούτε και πρόκειται να ειπωθεί. Με διαβολική παρέμβαση μετεστράφη και διεστράφη.
Και ενώ Ενώ ζούσε στον Παράδεισο ο άνθρωπος άκουσε το ψέμα που μεγαλύτερό του
ούτε έχει μα ούτε και πρόκειται να ειπωθεί. Με διαβολική παρέμβαση μετεστράφη
και διεστράφη. Και ενώ θαύμαζε και δοξολογούσε τον Θεό, υπάκουε στις εντολές
του Θεού και χαιρότανε την αφοσίωση του στον Θεό, έγινε εγωιστής και
εγωκεντρικά αυτονομημένος. Ήθελε τα πράγματα να γίνουν κατά το δικό του θέλημα,
κατά το συμφέρον του, όπως εκείνος βέβαια το εννοούσε και όχι πλέον όπως το
εννοούσε ο Θεός. Άκουσε τη συμβουλή του διαβόλου και επαναστάτησε, επειδή
θεώρησε ότι είναι πλέον συμφερότερο σε αυτόν να ακούσει την οδηγία του διαβόλου
παρά την εντολή του Θεού.
Έκτοτε,
αγαπητοί χριστιανοί, όλοι εμείς πορευόμαστε με έναν εγωκεντρισμό αδυσώπητο και
άκαμπτο. Κι αυτός ο εγωκεντρισμός ξεκινάει από αυτή τη γέννησή μας και
δυστυχώς, μας συνοδεύει μέχρι τον τάφο. Το σύνθημά μας τι έχω και τι είμαι.
Στηρίζω όλα μου τα βιώματα, όλα μου τα αισθήματα για οντότητα και για υπεροχή
στο τι έχω, τι απολαμβάνω, τι κάνω, και συνάμα συγκεντρώνω την προσοχή μου στο
τι είμαι, πως με θεωρεί ο κόσμος, πόσο μεγάλος είμαι, αλλά και πόσο μικροί,
πόσο μηδαμινοί, πόσο τιποτένιοι είναι όλοι οι άλλοι.
Ένας από
αυτούς τούς ανθρώπους είναι και ο Φαρισαίος, ο οποίος παρουσιάσθηκε στο Θεό
μπροστά, φωτογραφίζοντας, κατά τη γνώμη του, πολύ καλά τον εαυτό του και
λέγοντας όλα εκείνα τα εγκωμιαστικά, με ένα αίσθημα ευεξίας, ένα βίωμα
οντότητας και υπεροχής έναντι όλων των άλλων και ιδιαίτερα έναντι του Τελώνου.
Έκανε βέβαια
δύο μεγάλα λάθη. Το ένα ότι θέλησε να κάνει σύγκριση του εαυτού του με άλλους
ανθρώπους και το δεύτερο ότι ήθελε να συγκρίνει τα δώρα που του έδωσε ο Θεός
στον ίδιο, με εκείνα που δεν είχε πάρει ο Τελώνης. Διότι ό,τι καλό είχε ως
άνθρωπος ήταν δώρο του Θεού και δεν μπορούσε να το θεωρεί δικό του κατόρθωμα.
Έτσι έφθασε σ’ αυτή τη φαρισαϊκή έπαρση,
το αίσθημα της υπεροχής και της τελειότητας.
Αλλά
δυστυχώς, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα, είμαστε όλοι Φαρισαίοι! «Είμαστε όλοι Φαρισαίοι πού καλούμαστε να γίνουμε τελώνες. Μας φαίνεται άραγε παράξενο κάτι τέτοιο; Δεν θα έπρεπε. Ο καθένας από μας ξεκινά, λίγο η πολύ. ως Φαρισαίος -ας είμαστε ειλικρινείς κι ας μην «χαριζόμαστε» στον εαυτό μας. Διότι ίσα - ίσα
αυτό ακριβώς σημαίνει η ιδιότητα του
Φαρισαίου: να «χαρίζεσαι» στον εαυτό σου· να βλέπεις τα πράγματα με τέτοιο τρόπο, που να μη θεωρείς
αναγκαία τη μεταστροφή σου- να λες
«έκανα τούτο κι εκείνο - ποιος
μπορεί τώρα να ζητήσει κάτι περισσότερο από μένα; Δεν έκανα ό,τι θα μπορούσε να ζητηθεί σε ένα λογικό άνθρωπο;» (Και φυσικά, συνεχίζουμε συμπληρώνοντας: «και τώρα
είναι ή δική σου σειρά να ανταποδώσεις»).
Μα αυτό ακριβώς είναι πού λέει κι ό Φαρισαίος: «Τα έκανα όλα αυτά, τήρησα το Νόμο. Είμαι δίκαιος απέναντι στο
Θεό. Πράγματι δεν είμαι σαν κάτι άλλους. Εκείνοι
δεν έχουν κάνει ό,τι έκανα εγώ· και για να πλησιάσουν το
Θεό όσο εγώ, πρέπει να ακολουθήσουν τα βήματα μου».
Πόσο απέχει μία τέτοια αντίληψη από την Αλήθεια! Πόσο απέχει μία τέτοια στάση από την εσώτατη εκείνη αλήθεια πού οι προφήτες θέλησαν για τον εαυτό τους και τους άλλους! Ό Χριστός λέει στο Φαρισαίο και σε μας: «Παιδί μου, όταν έχεις πια κάνει όλα όσα σού ζήτησα -κι ακόμα περισσότερα- κοίτα να πεις
στον εαυτό σου: "Είμαι ένας δούλος αχρείος -δεν έκανα παρά το καθήκον μου".
Διέφευγε της προσοχής τού Φαρισαίου ένα πράγμα. Δεν μπορούσε να αντιληφθεί ότι μάς είναι
αδύνατο να ανυψωθούμε με τις δικές μας δυνάμεις και
να φτάσουμε στο Θεό. Είναι αδύνατο να Τον
προσεγγίσουμε στηριγμένοι στις δικές μας προσπάθειες.
Το μόνο πού μπορούμε να κάνουμε είναι να απαλλαγούμε απ' όλα αυτά, απ' όλες αυτές τις συμπεριφορές και νοοτροπίες που Τον εμποδίζουν να έρθει και να λειτουργήσει
μέσα στη ζωή μας, να σταθεί στο πλάι μας, να μάς ελκύσει κοντά Του. Και ένα από τα λάθη πού πολύ συχνά
διαπράττουμε -κι έχει αρνητικότατες
συνέπειες πάνω μας-είναι το να αντικρίζουμε τους εαυτούς μας ως «δούλους
αγαθούς», να μονολογούμε: «Έχανα τούτο κι εκείνο∙ και
τώρα είμαι εντάξει». Δεν υπάρχει κάτι που να μπορούμε εμείς να
κάνουμε προκειμένου να υπερβαθεί η άβυσσος
μεταξύ τού Θεού και του αμαρτωλού ανθρώπου. Μόνο Εκείνος μπορεί να γεφυρώσει το
χάσμα και να μας αρμόσει μαζί Του». (Βασίλειος Όσμπορν. Επίσκοπος Σεργκίεβο).
Είμαστε
όλοι Φαρισαίοι, και όλοι μας συγκεντρώνουμε την προσοχή μας, είτε κρυφά είτε
φανερά, είτε θρησκευτικά είτε μη θρησκευτικά, στο να δούμε τι πήραμε από τη
ζωή, τι κερδίσαμε, τι κατακτήσαμε, πόσο οι άνθρωποι μας υπολήπτονται, πόσο οι
άνθρωποι μας υπολογίζουν, αν υπάρχουν κατώτεροι ή ανώτεροι από μας, αν… αν…
Χίλιες δυο συγκρίσεις κάνουμε σύμφωνα με το μυαλό μας και τις κοσμοθεωρίες μας,
για να αποδείξουμε πως δε μοιάζουμε με τους άλλους. Και πολλές φορές αυτά τα
βιώματα της οντότητας και της υπεροχής που αποκτούμε, τα κάνουμε και προσευχές
ανάλογες με του Φαρισαίου και νομίζουμε ότι όλα τα πράγματα πάνε καλά.
Αδελφοί
μου! Από τότε που ο Κύριος έγινε
άνθρωπος και σαρκώθηκε και προσέλαβε όλο το ανθρώπινο γένος και ήρθε και έζησε
για μας, θα μπορούσαμε να πούμε, με μια απλή λέξη, σημερινή και σύμφωνη με την
κοσμοθεωρία και αντίληψη της υλοκρατούμενης εποχής μας, έγινε «αποτυχημένος». Για μας πάνω στο Σταυρό
πέθανε σαν αποτυχημένος, ο πιο αποτυχημένος άνθρωπος του κόσμου, ο πιο
αποτυχημένος επαναστάτης πραξικοπηματίας, έτσι τον θεωρήσανε, έτσι τον θεωρούμε
έτσι τον σταυρώσανε έτσι τον σταυρώνουμε. Όμως ο Χριστός από τότε που έγινε
άνθρωπος και συγκέντρωσε όλη την αποτυχία, όλου του ανθρώπινου γένους στη δική
του «αποτυχία», όχι για να μείνει αποτυχία, αλλά για να οδηγήσει στο
θρίαμβο, στην Ανάσταση. Έγινε αποτυχημένος για μας, αλλά έγινε συγχρόνως και
νικητής για μας. Έγινε η σωτηρία μας, η επιθυμία μας, η αιώνια λύτρωσή μας, η αιώνια
μακαριότητα μας.
Από τότε
λοιπόν εμείς οι πιστοί δεν πρέπει να προσέχουμε τι είμαστε, πόσο αξίζουμε, πόσα
αγαθά κατακτήσαμε, η υπόληψη, η κοινωνική θέση και χίλια δυο άλλα πράγματα.
Εκείνο που πρέπει να κάνουμε είναι πρώτα-πρώτα σαν τον Τελώνη να ζητάμε με
κατάνυξη με δάκρυα, με συντριβή το έλεος του Θεού, να καθαρίσει την ψυχή μας,
να ανοίξει τα μάτια μας να βλέπουμε πραγματικά, να χαιρόμαστε τα όσα έκανε για
μας. Τα αισθήματα της οντότητάς μας να εδραιώνονται και να πηγάζουν από το τι
έκανε ο Θεός για μας, όχι αν έχουμε εμείς κάνει τίποτε.
Έτσι
μπαίνουμε στο τελωνικό βίωμα, στο βίωμα εκείνο που, κατανύσσει την ψυχή του
ανθρώπου, τραβά τη Χάρη, το έλεος του Θεού και μας κάνει άνθρωπο του Θεού. Έτσι
ζούσαν κι οι Πατέρες. Ο μεγαλύτερος Άγιος ποτέ δεν αισθανόταν ότι είναι άγιος,
αλλά ότι είναι ο έσχατος των αμαρτωλών, ο πιο φθηνός και βδελυρός άνθρωπος.
Πολλοί έφθασαν μέχρι το σημείο να πουν ότι «ούτε το σώμα μου να μην κηδέψετε»!
«Να το αφήσετε να το φάνε τα θηρία», γιατί πίστευαν από το ταπεινό φρόνημα που
είχαν για τον εαυτό τους, ότι δεν άξιζε ούτε την τιμή της κηδείας! Τέτοια ιδέα
είχαν οι Άγιοι για τον εαυτό τους.
Ανοίγει το
Τριώδιο, αδελφοί μου, άλλη μία φορά και η Εκκλησία, μας καλεί στην κατάνυξη,
στη συντριβή στη μετάνοια. Αν κρατήσουμε αυτό το βίωμα, που θα έλεγε κανείς ότι είναι επικεφαλής της μεγάλης
αυτής περιόδου, αν κρατήσουμε αυτό το βίωμα να διατηρηθούμε μέσα στο Θεό με
ταπείνωση και με ελπίδα, θα έχουμε και χαρά και ειρήνη και θα ζούμε, όχι φαρισαϊκά,
αλλά τελωνικά τη βεβαιότητα της σωτηρίας μας.