Φαίνεται ξεκάθαρα, αδελφοί μου, μέσα στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, η αντίληψη που υπήρχε διάσπαρτη ανάμεσα στους Εβραίους, ότι η θρησκεία τους προοριζόταν μόνον για το Έθνος τους. Αυτοί ήσαν ο περιούσιος λαός του Θεού και ότι οι δωρεές του Του αφορούσαν αποκλειστικά και μόνο τον Ιουδαϊκό λαό.
Η Χαναναία όμως – αλλοεθνής και ανάξια κατά την Εβραϊκή αντίληψη να επικαλείται το Θεό - καθοδηγούμενη από βαθειά πίστη και ξεκάθαρο μυαλό, δεν αμφιβάλλει στο ελάχιστο πως ο Χριστός είναι ο μοναδικός και ο μεγάλος Θεός όλου του κόσμου, όλων των ανθρώπων, όποιοι κι αν είναι αυτοί. Παραδέχεται δηλαδή αυτό που ο Εβραϊκός λαός ακόμη και σήμερα δεν μπόρεσε να παραδεχτεί. Και μ’ αυτή της την πεποίθηση, η βραδύτητά του Ιησού ν’ απαντήσει στο αίτημά της, δεν την αποθαρρύνουν, δεν την απογοητεύουν.
Ακόμη φαίνεται σήμερα ότι τελικά αυτός που είναι άξιος να εισακουσθεί από τον Θεό δεν είναι αυτός που νομίζει ότι κατέχει τη σωστή θρησκεία, αλλά αυτός που έχει μεγάλη πίστη. Έτσι οι Εβραίοι, ενώ νόμιζαν ότι είχαν τη σωστή θρησκεία, ταυτόχρονα ήσαν αυτοί που σταύρωσαν τον Χριστό. Αντίθετα η Χαναναία που δεν ήταν Εβραία και την θεωρούσαν ειδωλολάτρισσα, εισακούεται από το Θεό και η θυγατέρα της θεραπεύεται.
Αυτή λοιπόν την πίστη ο Χριστός δοκιμάζει και δυσκολεύει. Όχι βέβαια για να ταλαιπωρήσει τη γυναίκα, μήτε να την τιμωρήσει. Δεν την αγνοεί. Επιθυμεί να καταδείξει περίτρανα τη μεγάλη αξία της πίστεώς της, που άντεξε τις δοκιμασίες και έμεινε ακλόνητη. Για μια τέτοια πίστη αξίζει όσο ο κόσμος όλος.
«Ω γυναίκα, η πίστη σου είναι μεγάλη· ας γίνει το θέλημά σου». Λόγια που σφραγίζουν την πορεία της δοκιμαζόμενης πίστεως, που τελικά βγαίνει νικήτρια! Νικάει γιατί γνωρίζει να υπομένει. Υπομένει γιατί ελπίζει. Ελπίζει γιατί στηρίζεται στέραια και ακλόνητα στην σωτήρια αγάπη του Χριστού, που υπάρχει για όλους ανεξαιρέτως.
Αγαπητοί Χριστιανοί!
Ο Θεός δεν αναπαύεται και δεν αρκείται σε μια ισχνή και ελλειμματική πίστη. Μια τέτοια πίστη, που στο παραμικρό εμπόδιο τρεμοσβήνει και χάνεται, έχει ελάχιστη σημασία. Και δεν μπορεί να λογαριαστεί ως γεγονός άξιο τιμής για τον άνθρωπο.
Απεναντίας ο Χριστός ικανοποιείται από την πίστη που πέρασε δύσκολο δρόμο δοκιμασιών και πολεμικής. Στην πίστη που στάθηκε όρθια και διάβηκε με κουράγιο και ελπίδα για την τελική νίκη.
Μια τέτοια πίστη που νίκησε τις ποικίλες δοκιμασίες και ξεπέρασε τα πολλά εμπόδια του αντιδίκου, επιδοκιμάζει και ευλογεί ο Χριστός. Μια πίστη σαν του Αβραάμ, που εμπιστεύθηκε την ύπαρξή του και τους ανθρώπους του στα χέρια του Θεού. Την πίστη του πολλαπλώς δοκιμαζομένου Ιώβ, που αφέθηκε κυριολεκτικά στην πρόνοια του Θεού.
Την πίστη του Μωϋσή που δοκιμάστηκε για σαράντα χρόνια στην έρημο δίχως γογγυσμό, μα δοξάζοντας το Θεό. Την πίστη των Μαρτύρων, των Αγίων, των Οσίων της Εκκλησίας, που με καρτερία, αγώνα, θυσία, μαρτύρια, θάνατο, επιβεβαιώνουν κάθε ημέρα και κάθε στιγμή την εμπιστοσύνη τους στο Θεό.
Αδελφοί μου , αν ερχόταν σήμερα ο Χριστός στη γη μας, θα εύρισκε άραγε μια τέτοια πίστη σαν της Χαναναίας;
Φοβούμαι πως ο σημερινός άνθρωπος, εμείς όλοι, στεκόμαστε αδύναμα ανάμεσα στο να πιστεύσουμε και στο να μην πιστεύσουμε. Μένουμε μετέωροι και έτοιμοι να γείρουμε στην πλευρά που θα ταυτιστεί με τα συμφέροντά μας. Έτοιμοι να πιστεύσουμε σε επικίνδυνους σωτήρες, που μας κυκλώνουν και ακούγονται γλυκά στ’ αυτιά μας. Έτοιμοι να απορρίψουμε ό,τι φαίνεται δύσκολο και δύσβατο.
Και κάτι ακόμα.
Η Ορθόδοξη πίστη, δεν είναι κεκτημένο δικαίωμα κάποιων προνομιούχων. Δεν είναι μόνο για τους Ορθόδοξους λαούς, για τους Έλληνες, τους Ρώσους, τους Ρουμάνους τους Σέρβους, ή για όποιον άλλο ή ακόμη μόνο για τους λευκούς. Η Ορθόδοξη πίστη είναι για όλους τους λαούς και για όλους τους ανθρώπους, γιατί όλοι είναι παιδιά του Θεού κι όλοι πρέπει να έχουν την ελπίδα της σωτηρίας. Έτσι η πίστη μας είναι αληθινή όταν η αγάπη μας είναι αδιάκριτη και ίση προς όλους τους ανθρώπους, χωρίς διακρίσεις, φυλετικές ή κοινωνικές, και χωρίς ιδιοτέλεια και υστεροβουλίες και πονηριές. Τα πρόσωπα, που συναντούμε καθημερινά και χρειάζονται την βοήθειά μας, πρέπει να τα βλέπουμε όπως τα πρόσωπα εκείνα που αγαπούμε περισσότερο, όπως τους γονείς μας και τα παιδιά μας και τους φίλους μας, και να κάνουμε γι' αυτούς το καλύτερο.
Αδελφοί μου!
Κραυγάζει σήμερα η Χαναναία. Συγχρόνως αναγνωρίζει και τη θεότητα του Ιησού. « Κύριε , υιέ Δαυίδ» λέγει.
Η Χαναναία δεν παρακαλεί απλά να την σπλαγχνισθεί ο Κύριος . Φωνάζει «Κύριε βοήθει μοι». Αντιπαρέρχεται την σιωπή του. Δεν κάμπτεται απ’ αυτήν. Δεν λυγίζει. Δεν μουτρώνει. Δεν θίγεται. Συνεχίζει ακλόνητη να τον ενοχλεί φωνάζοντας , αντρίκια θα λέγαμε, και γεμάτη σθένος και δύναμη «Κύριε βοήθει μοι». Και όταν ο Κύριος απαντά επιτέλους και λέγει' «Ουκ απεστάλην ει μη εις τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ» εκείνη έρχεται και τον προσκυνά. Και του επαναλαμβάνει το αίτημά της' ‘Κύριε, βοήθει μοι’.
H προσκύνηση αυτή είναι γεμάτη δύναμη, γεμάτη αυτοπεποίθηση, γεμάτη από αξιοπρέπεια. Δεν έχει τίποτα το εξευτελιστικό και το υποτιμητικό. Είναι όπως ο χαιρετισμός του κατωτέρου προς τον ανώτερό του. Ο Χριστός χαίρεται αυτή την στάση, όμως απαντά με ψυχρή λογική, κυνικά, απάνθρωπα θα λέγαμε και χωρίς ίχνος συμπόνιας « Ουκ έστι καλόν λαβείν τον άρτον τον τέκνων και βαλείν τοις κυναρίοις» και η Χαναναία με γρανιτένια επιμονή, με πανέξυπνη και ταπεινή συγχρόνως ετοιμότητα, του απαντά επικαλούμενη όχι το έλεός του, ούτε κλαίουσα και προσπαθώντας να τον συγκινήσει συναισθηματικά, αλλά με την ίδια ψυχρή και μαθηματική λογική, η όποια επικαλείται την ανθρώπινη πραγματικότητα για να πείσει. «Ναι Κύριε».
Όχι λέγει ο Χριστός, ναι λέγει εκείνη. Σκληρά τη μιλά ο Χριστός ψυχρά απαντά και κείνη. « Και γαρ τα κυνάρια εσθίει από των ψυχίων των πιπτόντων από της τραπέζης των κυρίων αυτών. Δε σου ζητώ το καρβέλι των παιδιών σου, σου ζητώ τα ψίχουλα που πάνε άχρηστα. Μεγαλειώδης απάντηση. Συγκλονίζει! Κάμπτει τον άκαμπτο, δαμάζει τον αδάμαστο. Και κάνει τον Θεό του χεριού της. Η Χαναναία έχει τον Χριστό στο χέρι της. Ο Χριστός νικημένος από την πίστη, την επιμονή, την υπομονή, την ταπείνωσή, κάνει το θαύμα Του. «Γενηθήτω σοι ως θέλεις».
Όπως ο πατέρας που αγαπά τρελά τα παιδιά του λέγει συνήθως. Ας γίνει όπως θέλεις παιδί μου, έτσι κι ο Χριστός λέγει, ας γίνει ό,τι θέλεις παιδί μου. Αυτή υπήρξε η κραυγή της Χαναναίας κι αυτό το αποτέλεσμά της.