Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2025

ΑΓΙΘΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΣ


 Κυριακῆ 30 Νοεμβρίου 2025, Ἀποστόλου Ἀνδρέα (Ἰωάν. α΄ 35-52) 

 Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἱ­στήκει ὁ Ἰωάννης καὶ ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ δύο, καὶ ἐμβλέψας τῷ Ἰησοῦ περιπατοῦντι λέγει· ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ. καὶ ἤκουσαν αὐτοῦ οἱ δύο μαθηταὶ λαλοῦντος, καὶ ἠκολούθησαν τῷ Ἰησοῦ. στραφεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ θεασάμενος αὐτοὺς ἀκο­λουθοῦντας λέγει αὐτοῖς· τί ζητεῖτε; οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· ραββί· ὃ λέγεται ἑρ­μη­νευόμενον διδάσκαλε· ποῦ μένεις; λέγει αὐτοῖς· ἔρχεσθε καὶ ἴδετε. ἦλθον οὖν καὶ εἶδον ποῦ μένει, καὶ παρ’ αὐτῷ ἔμειναν τὴν ἡμέραν ἐκείνην· ὥρα ἦν ὡς δεκάτη. ἦν Ἀνδρέας ὁ ἀδελφὸς Σίμωνος Πέτρου εἷς ἐκ τῶν δύο τῶν ἀκουσάντων παρὰ Ἰωάννου καὶ ἀκολου­θησάντων αὐτῷ. εὑρίσκει οὗτος πρῶτος τὸν ἀδελφὸν τὸν ἴδιον Σίμωνα καὶ λέγει αὐτῷ· εὑ­ρή­καμεν τὸν Μεσσίαν· ὅ ἐ­­στι μεθερμηνευόμενον Χριστός· καὶ ἤγαγεν αὐτὸν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. ἐμβλέψας αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς εἶπε· σὺ εἶ Σίμων ὁ υἱὸς Ἰωνᾶ, σὺ κληθήσῃ Κηφᾶς, ὃ ἑρμηνεύεται Πέτρος. Τῇ ἐπαύριον ἠθέλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τὴν Γαλιλαίαν· καὶ εὑρίσκει Φί­λιπ­πον καὶ λέγει αὐτῷ· ἀκο­λούθει μοι. ἦν δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ Βηθσαϊδά, ἐκ τῆς πόλεως Ἀνδρέου καὶ Πέτρου. εὑρίσκει Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑ­ρή­καμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ. καὶ εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· ἔρχου καὶ ἴδε. εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τὸν Ναθα­ναὴλ ἐρχόμενον πρὸς αὐ­τὸν καὶ λέγει περὶ αὐτοῦ· ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης, ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι. λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· πόθεν με γινώσκεις; ἀπε­κρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐ­τῷ· πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπὸ τὴν συ­κῆν εἶδόν σε. ἀπεκρίθη Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ραββί, σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ βα­σιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶ­πεν αὐτῷ· ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συ­κῆς, πιστεύεις; μείζω τού­των ὄψει. καὶ λέγει αὐτῷ· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ’ ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα, καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαί­νοντας ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου. 

 ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ 
Περίλαμπρη εἶναι ἡ σημερινὴ ἡμέρα, διότι ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τιμᾶ τὴ μνήμη ἑνὸς πολὺ σπουδαίου Ἁγίου. Ἑνὸς Ἀποστόλου, ὁ ὁποῖος μάλιστα πρῶτος κλήθηκε στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἅγιος ἔνδοξος καὶ πανεύφημος ἀπόστολος Ἀνδρέας ὁ Πρωτόκλητος. Ποιά γλώσσα, ποιοί λόγοι θὰ μποροῦσαν νὰ ἐξυμνήσουν τὸ μεγαλεῖο τῆς μορφῆς του; Ὁπωσδήποτε κάτι ἰδιαίτερο, κάτι μοναδικὸ θὰ εἶδε ὁ Κύριος στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του καὶ τὸν κάλεσε πρῶτο νὰ γίνει μαθητής του. 1. Μὲ βαθὺ πόθο Πατρίδα τοῦ Ἀνδρέα ἦταν ἡ Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας. Στὰ ἥσυχα νερὰ τῆς λίμνης Τιβεριάδος ἐργαζόταν ὡς ψαράς. Ἡ εὐλαβὴς ψυχή του, ὡστόσο, μὲ ἀγωνία προσδοκοῦσε τὸν ἀναμενόμενο Μεσσία. Γι᾿ αὐτὸ ἀπὸ νωρὶς εἶχε γίνει μαθητὴς τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Κάποια ἡμέρα, λοιπόν, ὅπως ἀκούσαμε στὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, συνέβη ἐκεῖνο ποὺ χρόνια περίμενε. Ἄκουσε καὶ εἶδε τὸν Πρόδρομο νὰ ὑψώνει τὸ χέρι καὶ νὰ τοῦ ὑποδεικνύει τὸν «Ἀμνὸν τοῦ Θεοῦ»! Μὲ ἀσυγκράτητη χαρὰ ἔσπευσε μαζὶ μὲ τὸν ἄλλο μαθητὴ τοῦ Προδρόμου, τόν μετέπειτα εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, καὶ πλησίασαν τὸν Χριστό. Ἐκεῖνος στράφηκε πρὸς τὸ μέρος τους καὶ τοὺς ρώτησε: «Τί ζητεῖτε;» «Ραββί, ποῦ μένεις;», ἀποκρίθηκαν σεβαστικά. Διδάσκαλε, ποῦ μένεις γιὰ νὰ Σὲ ἐπισκεφθοῦμε καὶ νὰ συνομιλήσουμε μαζί Σου; Τότε ὁ Κύριος τοὺς προσκάλεσε στὸ σπίτι ὅπου διέμενε. «Ραββί, ποῦ μένεις;» Ἡ ἐρώτηση αὐτὴ τοῦ Ἀνδρέα καὶ τοῦ Ἰωάννη δὲν ἐκφράζει περιέργεια, ἀλλὰ ἕνα βαθὺ πόθο, μιὰ ἔντονη προσδοκία νὰ γνωρίσουν τὸν Κύριο. Ἡ ψυχή τους ἔπασχε, ἀγωνιοῦσε νὰ βρεῖ τὸν προσδοκώμενο Χριστό. Δὲν τοὺς ἀρκοῦσε μόνο νὰ Τὸν δοῦν. Δὲν τοὺς ἔφθανε μιὰ ἁπλὴ ἐξωτερικὴ ἐπικοινωνία. Ἤθελαν «κατὰ μόνας ἐντυχεῖν αὐτῷ καὶ μεθ᾿ ἡσυχίας» (PG 129, 1137), σημειώνει ὁ ἑρμηνευτὴς Ζιγαβηνός. Ἤθελαν νὰ συνομιλήσουν μόνοι μαζί Του· ὄχι ἔξω στὸν θόρυβο τοῦ δρόμου, ἀλλὰ στὴν ἡσυχία· νὰ Τὸν γνωρίσουν βαθύτερα. Γι’ αὐτὸ ὁ καρδιογνώστης Κύριος τοὺς κράτησε κοντά Του τὴν ἡμέρα ἐκείνη. Γιὰ νὰ πλησιάσει κανεὶς τὸν Κύριο καὶ νὰ Τὸν γνωρίσει, δὲν ἀρκεῖ μιὰ τυπικὴ πνευματικὴ ζωή, οὔτε ἡ πρόχειρη ἀνάγνωση κάποιων βιβλίων. Ἀπαιτεῖται μιὰ βαθύτερη προσέγγιση, μιὰ κατ᾿ ἰδίαν ἐπικοινωνία κατὰ τὶς κατανυκτικὲς ὧρες τῆς προσευχῆς καὶ τῆς πνευματικῆς μελέτης. Χρειάζεται ἕνας, κατὰ τὸ δυνατόν, περιορισμὸς τῶν ἐξωτερικῶν θορύβων τῆς καθημερινότητας, μιὰ συνάντηση μὲ τὸν Κύριο − «μόνος πρὸς Μόνον» − στὸ «ταμιεῖον» τῆς καρδιᾶς. Ἐκεῖ ἀποκαλύπτεται ὁ Χριστός. 2. Ἡ εὕρεση τοῦ θησαυροῦ «Εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν!» Βρήκαμε τὸν Μεσσία! Βρήκαμε τὸν Χριστό! Αὐτὸ ἀναφώνησε μὲ ἐνθουσιασμὸ ὁ Ἀν­δρέας στὸν ἀδελφό του Πέτρο, μετὰ τὴ συγ­κλονιστικὴ ἐκείνη συνάντηση ποὺ εἶχε μὲ τὸν Κύριο. Καμία ἀμφιβολία, κανένας δισταγμὸς δὲν ὑπῆρχε στὴν ψυχή του. Εἶχε βρεῖ Αὐτὸν ποὺ ἐπὶ χιλιάδες χρόνια προσδοκοῦσε ὁ κόσμος· Αὐτὸν τὸν Ὁποῖο προανήγγειλαν οἱ Γραφές· Αὐτὸν ποὺ καὶ ὁ ἴδιος ποθοῦσε. Τὸ ρῆμα καὶ μόνο ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ Ἀνδρέας, «εὑρήκαμεν», παραπέμπει στὴν εὕρεση ἑνὸς ἀκριβοῦ θησαυροῦ, ἑνὸς πολύτιμου μαργαρίτη. Πράγματι, ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς παρομοιάζει τὸν Ἑαυτό του μὲ κρυμμένο θησαυρὸ καὶ μὲ πολύτιμο μαργαριτάρι, ποὺ ὅταν τὸ βρῆκε κάποιος ἔμπορος, πούλησε ὅ,τι εἶχε γιὰ νὰ τὸ κάνει δικό του. Αὐτὸ ἔπραξε καὶ ὁ Ἀνδρέας. Ὅταν ἀργότερα τὸν κάλεσε ὁ Κύριος κοντά Του, ἄφησε ὅ,τι εἶχε, ἔμεινε χωρὶς κάτι ἄλλο, παρὰ μόνο μὲ τὸν Χριστὸ καὶ ἔγινε Μαθητὴς καὶ Ἀπόστολός του. Ἀπὸ ψαρὰς στὴν Τιβεριάδα ἔγινε «ἁλιεὺς ἀνθρώπων» στὴ θάλασσα τῆς οἰκουμένης. Ἀπὸ ἀγράμματος βιοπαλαιστὴς ἔγινε πάνσοφος Θεολόγος. Ἀντάλλαξε τὸ παρὸν μὲ τὴν αἰωνιότητα· τὸ τίποτε, μ᾿ Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι τὸ πᾶν. «Εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν», ἀναφωνεῖ κάθε ἄνθρωπος, ὅταν γνωρίσει βαθύτερα τὸν Κύριο. Παίρνει ἄλλη τροπὴ ἡ ζωή του. Ἀνοίγουν τὰ μάτια του. Βλέπει διαφορετικὰ τὸν κόσμο γύρω του. Ἀλλάζει. Ἡ ψυχή του γαληνεύει, γεμίζει. Τίποτε πλέον δὲν τοῦ λείπει. Διότι βρίσκοντας τὸν Χριστὸ ἀνακαλύπτει τὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς του. Βρίσκει τὸ πᾶν. Τὸ μόνο ποὺ τὸν ἀπασχολεῖ στὸ ἑξῆς εἶναι νὰ κρατήσει μόνιμα στὴν καρδιά του τὸν Κύριο, μὲ ὁποιοδήποτε κόστος. Θέλησα νὰ γίνω μεγαλέμπορος προσφέροντας ὅλα ὅσα ἔχω, γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. «Τὸν τίμιον ὠνησάμενος μαργαρίτην καὶ ἀντιδοὺς τὰ ρέοντα καὶ συρόμενα τῶν ἑστώτων καὶ οὐρανίων». Ἀγοράζοντας τὸν πολύτιμο μαργαρίτη καὶ ἀνταλλάσσοντας τὰ ἐπίγεια καὶ πρόσ­καιρα μὲ τὰ οὐράνια καὶ αἰώνια. «Ἥπερ δὴ πραγματειῶν μεγίστη καὶ βεβαιοτάτη τοῖς γε νοῦν ἔχουσι» (PG 35, 1045). Αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ μεγάλο, ἀσφαλὲς καὶ ἔξυπνο ἐμπόριο. Πολλὲς σπουδαῖες ἀνακαλύψεις ἔχει καταγράψει ἡ ἀνθρώπινη ἐπιστήμη, γιὰ τὶς ὁποῖες κάποτε οἱ ἐρευνητὲς δαπανοῦν ὁλόκληρη τὴ ζωή τους. Ὅποιος ὅμως γνωρίσει τὸν Κύριο, ἔχει βρεῖ τὸν πολυτιμότερο θησαυρό· θησαυρὸ μὲ αἰώνια ἀξία. Αὐτὸ τὸν ἀνεξάντλητο θησαυρό, τὸν Χριστό, εἴθε νὰ κατέχουμε κι ἐμεῖς, μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ ἀποστόλου Ἀνδρέα τοῦ Πρωτοκλήτου.