Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2025

ΑΓΙΘΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΣ


 Κυριακῆ 30 Νοεμβρίου 2025, Ἀποστόλου Ἀνδρέα (Ἰωάν. α΄ 35-52) 

 Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἱ­στήκει ὁ Ἰωάννης καὶ ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ δύο, καὶ ἐμβλέψας τῷ Ἰησοῦ περιπατοῦντι λέγει· ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ. καὶ ἤκουσαν αὐτοῦ οἱ δύο μαθηταὶ λαλοῦντος, καὶ ἠκολούθησαν τῷ Ἰησοῦ. στραφεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς καὶ θεασάμενος αὐτοὺς ἀκο­λουθοῦντας λέγει αὐτοῖς· τί ζητεῖτε; οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· ραββί· ὃ λέγεται ἑρ­μη­νευόμενον διδάσκαλε· ποῦ μένεις; λέγει αὐτοῖς· ἔρχεσθε καὶ ἴδετε. ἦλθον οὖν καὶ εἶδον ποῦ μένει, καὶ παρ’ αὐτῷ ἔμειναν τὴν ἡμέραν ἐκείνην· ὥρα ἦν ὡς δεκάτη. ἦν Ἀνδρέας ὁ ἀδελφὸς Σίμωνος Πέτρου εἷς ἐκ τῶν δύο τῶν ἀκουσάντων παρὰ Ἰωάννου καὶ ἀκολου­θησάντων αὐτῷ. εὑρίσκει οὗτος πρῶτος τὸν ἀδελφὸν τὸν ἴδιον Σίμωνα καὶ λέγει αὐτῷ· εὑ­ρή­καμεν τὸν Μεσσίαν· ὅ ἐ­­στι μεθερμηνευόμενον Χριστός· καὶ ἤγαγεν αὐτὸν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. ἐμβλέψας αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς εἶπε· σὺ εἶ Σίμων ὁ υἱὸς Ἰωνᾶ, σὺ κληθήσῃ Κηφᾶς, ὃ ἑρμηνεύεται Πέτρος. Τῇ ἐπαύριον ἠθέλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τὴν Γαλιλαίαν· καὶ εὑρίσκει Φί­λιπ­πον καὶ λέγει αὐτῷ· ἀκο­λούθει μοι. ἦν δὲ ὁ Φίλιππος ἀπὸ Βηθσαϊδά, ἐκ τῆς πόλεως Ἀνδρέου καὶ Πέτρου. εὑρίσκει Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑ­ρή­καμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ. καὶ εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· ἔρχου καὶ ἴδε. εἶδεν ὁ Ἰησοῦς τὸν Ναθα­ναὴλ ἐρχόμενον πρὸς αὐ­τὸν καὶ λέγει περὶ αὐτοῦ· ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης, ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι. λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· πόθεν με γινώσκεις; ἀπε­κρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐ­τῷ· πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπὸ τὴν συ­κῆν εἶδόν σε. ἀπεκρίθη Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ραββί, σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ βα­σιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶ­πεν αὐτῷ· ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συ­κῆς, πιστεύεις; μείζω τού­των ὄψει. καὶ λέγει αὐτῷ· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ’ ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα, καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαί­νοντας ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου. 

 ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ 
Περίλαμπρη εἶναι ἡ σημερινὴ ἡμέρα, διότι ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τιμᾶ τὴ μνήμη ἑνὸς πολὺ σπουδαίου Ἁγίου. Ἑνὸς Ἀποστόλου, ὁ ὁποῖος μάλιστα πρῶτος κλήθηκε στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἅγιος ἔνδοξος καὶ πανεύφημος ἀπόστολος Ἀνδρέας ὁ Πρωτόκλητος. Ποιά γλώσσα, ποιοί λόγοι θὰ μποροῦσαν νὰ ἐξυμνήσουν τὸ μεγαλεῖο τῆς μορφῆς του; Ὁπωσδήποτε κάτι ἰδιαίτερο, κάτι μοναδικὸ θὰ εἶδε ὁ Κύριος στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του καὶ τὸν κάλεσε πρῶτο νὰ γίνει μαθητής του. 1. Μὲ βαθὺ πόθο Πατρίδα τοῦ Ἀνδρέα ἦταν ἡ Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας. Στὰ ἥσυχα νερὰ τῆς λίμνης Τιβεριάδος ἐργαζόταν ὡς ψαράς. Ἡ εὐλαβὴς ψυχή του, ὡστόσο, μὲ ἀγωνία προσδοκοῦσε τὸν ἀναμενόμενο Μεσσία. Γι᾿ αὐτὸ ἀπὸ νωρὶς εἶχε γίνει μαθητὴς τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Κάποια ἡμέρα, λοιπόν, ὅπως ἀκούσαμε στὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, συνέβη ἐκεῖνο ποὺ χρόνια περίμενε. Ἄκουσε καὶ εἶδε τὸν Πρόδρομο νὰ ὑψώνει τὸ χέρι καὶ νὰ τοῦ ὑποδεικνύει τὸν «Ἀμνὸν τοῦ Θεοῦ»! Μὲ ἀσυγκράτητη χαρὰ ἔσπευσε μαζὶ μὲ τὸν ἄλλο μαθητὴ τοῦ Προδρόμου, τόν μετέπειτα εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, καὶ πλησίασαν τὸν Χριστό. Ἐκεῖνος στράφηκε πρὸς τὸ μέρος τους καὶ τοὺς ρώτησε: «Τί ζητεῖτε;» «Ραββί, ποῦ μένεις;», ἀποκρίθηκαν σεβαστικά. Διδάσκαλε, ποῦ μένεις γιὰ νὰ Σὲ ἐπισκεφθοῦμε καὶ νὰ συνομιλήσουμε μαζί Σου; Τότε ὁ Κύριος τοὺς προσκάλεσε στὸ σπίτι ὅπου διέμενε. «Ραββί, ποῦ μένεις;» Ἡ ἐρώτηση αὐτὴ τοῦ Ἀνδρέα καὶ τοῦ Ἰωάννη δὲν ἐκφράζει περιέργεια, ἀλλὰ ἕνα βαθὺ πόθο, μιὰ ἔντονη προσδοκία νὰ γνωρίσουν τὸν Κύριο. Ἡ ψυχή τους ἔπασχε, ἀγωνιοῦσε νὰ βρεῖ τὸν προσδοκώμενο Χριστό. Δὲν τοὺς ἀρκοῦσε μόνο νὰ Τὸν δοῦν. Δὲν τοὺς ἔφθανε μιὰ ἁπλὴ ἐξωτερικὴ ἐπικοινωνία. Ἤθελαν «κατὰ μόνας ἐντυχεῖν αὐτῷ καὶ μεθ᾿ ἡσυχίας» (PG 129, 1137), σημειώνει ὁ ἑρμηνευτὴς Ζιγαβηνός. Ἤθελαν νὰ συνομιλήσουν μόνοι μαζί Του· ὄχι ἔξω στὸν θόρυβο τοῦ δρόμου, ἀλλὰ στὴν ἡσυχία· νὰ Τὸν γνωρίσουν βαθύτερα. Γι’ αὐτὸ ὁ καρδιογνώστης Κύριος τοὺς κράτησε κοντά Του τὴν ἡμέρα ἐκείνη. Γιὰ νὰ πλησιάσει κανεὶς τὸν Κύριο καὶ νὰ Τὸν γνωρίσει, δὲν ἀρκεῖ μιὰ τυπικὴ πνευματικὴ ζωή, οὔτε ἡ πρόχειρη ἀνάγνωση κάποιων βιβλίων. Ἀπαιτεῖται μιὰ βαθύτερη προσέγγιση, μιὰ κατ᾿ ἰδίαν ἐπικοινωνία κατὰ τὶς κατανυκτικὲς ὧρες τῆς προσευχῆς καὶ τῆς πνευματικῆς μελέτης. Χρειάζεται ἕνας, κατὰ τὸ δυνατόν, περιορισμὸς τῶν ἐξωτερικῶν θορύβων τῆς καθημερινότητας, μιὰ συνάντηση μὲ τὸν Κύριο − «μόνος πρὸς Μόνον» − στὸ «ταμιεῖον» τῆς καρδιᾶς. Ἐκεῖ ἀποκαλύπτεται ὁ Χριστός. 2. Ἡ εὕρεση τοῦ θησαυροῦ «Εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν!» Βρήκαμε τὸν Μεσσία! Βρήκαμε τὸν Χριστό! Αὐτὸ ἀναφώνησε μὲ ἐνθουσιασμὸ ὁ Ἀν­δρέας στὸν ἀδελφό του Πέτρο, μετὰ τὴ συγ­κλονιστικὴ ἐκείνη συνάντηση ποὺ εἶχε μὲ τὸν Κύριο. Καμία ἀμφιβολία, κανένας δισταγμὸς δὲν ὑπῆρχε στὴν ψυχή του. Εἶχε βρεῖ Αὐτὸν ποὺ ἐπὶ χιλιάδες χρόνια προσδοκοῦσε ὁ κόσμος· Αὐτὸν τὸν Ὁποῖο προανήγγειλαν οἱ Γραφές· Αὐτὸν ποὺ καὶ ὁ ἴδιος ποθοῦσε. Τὸ ρῆμα καὶ μόνο ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ Ἀνδρέας, «εὑρήκαμεν», παραπέμπει στὴν εὕρεση ἑνὸς ἀκριβοῦ θησαυροῦ, ἑνὸς πολύτιμου μαργαρίτη. Πράγματι, ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς παρομοιάζει τὸν Ἑαυτό του μὲ κρυμμένο θησαυρὸ καὶ μὲ πολύτιμο μαργαριτάρι, ποὺ ὅταν τὸ βρῆκε κάποιος ἔμπορος, πούλησε ὅ,τι εἶχε γιὰ νὰ τὸ κάνει δικό του. Αὐτὸ ἔπραξε καὶ ὁ Ἀνδρέας. Ὅταν ἀργότερα τὸν κάλεσε ὁ Κύριος κοντά Του, ἄφησε ὅ,τι εἶχε, ἔμεινε χωρὶς κάτι ἄλλο, παρὰ μόνο μὲ τὸν Χριστὸ καὶ ἔγινε Μαθητὴς καὶ Ἀπόστολός του. Ἀπὸ ψαρὰς στὴν Τιβεριάδα ἔγινε «ἁλιεὺς ἀνθρώπων» στὴ θάλασσα τῆς οἰκουμένης. Ἀπὸ ἀγράμματος βιοπαλαιστὴς ἔγινε πάνσοφος Θεολόγος. Ἀντάλλαξε τὸ παρὸν μὲ τὴν αἰωνιότητα· τὸ τίποτε, μ᾿ Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι τὸ πᾶν. «Εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν», ἀναφωνεῖ κάθε ἄνθρωπος, ὅταν γνωρίσει βαθύτερα τὸν Κύριο. Παίρνει ἄλλη τροπὴ ἡ ζωή του. Ἀνοίγουν τὰ μάτια του. Βλέπει διαφορετικὰ τὸν κόσμο γύρω του. Ἀλλάζει. Ἡ ψυχή του γαληνεύει, γεμίζει. Τίποτε πλέον δὲν τοῦ λείπει. Διότι βρίσκοντας τὸν Χριστὸ ἀνακαλύπτει τὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς του. Βρίσκει τὸ πᾶν. Τὸ μόνο ποὺ τὸν ἀπασχολεῖ στὸ ἑξῆς εἶναι νὰ κρατήσει μόνιμα στὴν καρδιά του τὸν Κύριο, μὲ ὁποιοδήποτε κόστος. Θέλησα νὰ γίνω μεγαλέμπορος προσφέροντας ὅλα ὅσα ἔχω, γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. «Τὸν τίμιον ὠνησάμενος μαργαρίτην καὶ ἀντιδοὺς τὰ ρέοντα καὶ συρόμενα τῶν ἑστώτων καὶ οὐρανίων». Ἀγοράζοντας τὸν πολύτιμο μαργαρίτη καὶ ἀνταλλάσσοντας τὰ ἐπίγεια καὶ πρόσ­καιρα μὲ τὰ οὐράνια καὶ αἰώνια. «Ἥπερ δὴ πραγματειῶν μεγίστη καὶ βεβαιοτάτη τοῖς γε νοῦν ἔχουσι» (PG 35, 1045). Αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ μεγάλο, ἀσφαλὲς καὶ ἔξυπνο ἐμπόριο. Πολλὲς σπουδαῖες ἀνακαλύψεις ἔχει καταγράψει ἡ ἀνθρώπινη ἐπιστήμη, γιὰ τὶς ὁποῖες κάποτε οἱ ἐρευνητὲς δαπανοῦν ὁλόκληρη τὴ ζωή τους. Ὅποιος ὅμως γνωρίσει τὸν Κύριο, ἔχει βρεῖ τὸν πολυτιμότερο θησαυρό· θησαυρὸ μὲ αἰώνια ἀξία. Αὐτὸ τὸν ἀνεξάντλητο θησαυρό, τὸν Χριστό, εἴθε νὰ κατέχουμε κι ἐμεῖς, μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ ἀποστόλου Ἀνδρέα τοῦ Πρωτοκλήτου.

Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2025

" Πήραμε τη ζωή μας». «λάθος" ΚΥΡΙΑΚΗ Θ' ΛΟΥΚΑ


Με ένα ποίημα θα ξεκινήσουμε σήμερα αδελφοί μου, προσπαθώντας να μπούμε στο νόημα της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής. Ένα πασίγνωστο ποίημα του διάσημου ποιητή μας Γιώργου Σεφέρη. Έχει τον τίτλο ΑΡΝΗΣΗ και μας λέει σε μια του στροφή: :
«Με τί καρδιά και τί πνοή, / τί πόθους και τί πάθος,
πήραμε τη ζωή μας». / «λάθος» / «κι αλλάξαμε ζωή».
Τι μας λέει λοιπόν εδώ;
Μας λέει πως ξεκινήσαμε τι ζωή μας με όλη μας τι καρδιά, με όλο μας το είναι. Με πόθους, με πάθος, με όρεξη. Με όλες τις κατάλληλες και ευνοϊκές συνθήκες για προκοπή και επιτυχία. Ξεκινήσαμε για να πάμε μπροστά και να πετύχουμε!
Λοιπόν;
Λάθος. Λάθος οι προβλέψεις μας, λάθος οι κινήσεις μας, λάθος και τα αποτελέσματα.
Πήραμε τι ζωή μας λάθος και αλλάξαμε ζωή. Καταλήξαμε σε αποτελέσματα αντίθετα από τα αναμενόμενα. Ζητούσαμε τη δυνατόν καλύτερη και ευτυχέστερη ζωή και δρέψαμε αποκαΐδια.
Και έρχεται η σημερινή εξ’  ίσου διάσημη μα και επικαιρότατη Ευαγγελική περικοπή, η του «Άφρονος πλουσίου να τα καταδείξει όλα αυτά και διά του αψευδεστάτου στόματος του Ιησού.
Ήτανε, μας λέει,  ένα πλούσιος πού έτρωγε και. Ένας πλούσιος που δε νοιαζόταν για κανέναν και για τίποτε πέρα από τον εαυτό του. Μα τη πάτησε αυτός ο άνθρωπος. Ήρθε η ώρα για να αφήσει πίσω και πλούτη και παλάτια. Πως την πάτησε; Απ’ τα παλάτια βρέθηκε σε τόπο που ούτε καν σκέφτηκε πως υπάρχει..
«Ανθρώπου τινός πλουσίου ευφόρησεν η χώρα· Και διελογίζετο εν εαυτώ λέγων τι ποιήσω, ότι ουκ έχω πού συνάξω τους καρπούς μου;»
Πρόκειται για κάποιον, που περνάει ώρες έντονης αγωνίας.
Θα λέγαμε, με τα σημερινά δεδομένα, αν δε γνωρίζαμε την όλη υπόθεση, πως είναι κάποιος άστεγος, κάποιος άνεργος, κάποιος πολύτεκνος, κάποιος υπερήλικας, άρρωστος, εγκαταλελειμμένος….
Όμως τίποτε απ’ αυτά δεν συμβαίνει. Αντίθετα μάλιστα: Είναι πλούσιος τσιφλικάς.
«Πόθεν έσχε» τα πλούτη και τα τσιφλίκια του;
Με αδικίες, κλοπές, ληστείες, τοκογλυφίες. Ο Κύριος γνωρίζει…
Και βρήκε επιτέλους λύση ο άνθρωπος στο πρόβλημα του.
«Τούτο ποιήσω· καθελώ μου τας αποθήκας και μείζονας οικοδομήσω, και συνάξω εκεί πάντα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου, Και ερώ τη ψυχή μου· ψυχή, έχεις πολλά αγαθά κείμενα εις έτη πολλά· αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου».
Βασανίστηκε, έστυψε το μυαλό του, νύχτες ολόκληρες έμεινε άγρυπνος. Και τώρα, μετά από τόσους υπολογισμούς, αναστεναγμός ανακούφισης. «Αυτό θα κάνω, θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα κτίσω πολύ πιο μεγάλες. Θα συγκεντρώσω εκεί μέσα όλα τα αγαθά μου, και θα ζω ξένοιαστα και χαρούμενα. Θα έχω να τρώω και να πίνω. Δε θα με νοιάζει πλέον, ούτε και θα στεναχωριέμαι για τίποτα».
Το λάθος, για το οποί μιλήσαμε προηγουμένως.
Έδωσε καρδιά ο άνθρωπος αυτός, έδωσε, πνοή, πόθους, πάθος, στους λογαριασμούς του.. Μα έκανε λάθος λογαριασμούς. Λογάριαζε τα πλούτη του, τα έβρισκε αρκετά, πολύ αρκετά, και έμενε με τη σιγουριά μιας μακάριας ζωής. Μιας ζωής χωρίς πόνο και δάκρυα, χωρίς απολύτως καμιά ενόχληση. Αλλά και χωρίς να νοιάζονται για κανέναν και για τίποτε.
Αλλά έρχεται κάποιος αστάθμητος παράγοντας.
Η φωνή της αλήθειας. Της μόνης αλήθειας.
Έρχεται για να καταδείξει το λάθος και να τον προσγειώσει στη θλιβερή πραγματικότητα.
«Άφρον, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου· α δ’· ητοίμασας τίνι έσται;»
 Την ίδια στιγμή που πίστεψε πως βρήκε την λύση, όλα γκρεμίζονται! Η φωνή του Θεού, η αδυσώπητη φωνή της αλήθειας, τον προσγειώνει στην πραγματικότητα. «Άφρονα, άμυαλε, ανόητε τούτη τη νύκτα, απόψε, θα πεθάνεις. Αυτά που ετοίμασες τι θα τα κάνεις;»
Αδελφοί μου!
Ο  άφρονας πλούσιος  της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής, οι ανόητοι πλούσιοι όλων των εποχών,, που τρώνε και πίνουν και ντύνονται και κανέναν δεν λογαριάζουν, είναι τύποι που δεν μας έλειψαν ποτέ. Είναι τύποι πολύ συνηθισμένοι και στα χρόνια μας! Μπορεί να είμαστε κι εμείς, στα μέτρα των δυνατοτήτων μας, εμείς που περιορίζουμε τα όνειρα και τις προσδοκίες μας, στο τι θα φάμεε και στο τι θα πιούμε, στο πως θα εξαπατήσουμε τον άλλον και θα τον έχουνε στη δούλεψή μας κοψοχρονιά, στο πως θα κερδίσουμε περισσότερα… Είμαστε εμείς που ούτε καν σκεπτόμαστε πως τα χρόνια μας είναι λίγα, και δεν ενδιαφερόμαστε για τίποτε περισσότερο απ’ την καλοπέρασή μας.
Λάθος. Για τούτο και τελικά αλλάξαμε ζωή.
Αδελφοί μου!
«Οι μορφές του κακού έχουν ένα κοινό παρανομαστή: την ιδιοτέλεια. Το «κοιτάζω τη δουλίτσα μου, το συμφέρον μου, τα λεφτουδάκια μου». Και η ιδιοτέλεια τρέφεται από το φόβο του θανάτου. Και ο φόβος του θανάτου μεγεθύνεται από την απουσία της ζωτικής σχέσης με τον Θεό. Έξω από τη σχέση αυτή ο άνθρωπος γαντζώνεται από την καθημερινή αμεσότητα, την κατοχή υλικών πραγμάτων, την επιβεβαίωση μέσα από την άσκηση όποιας μορφής βίας και εξουσίας, βάρβαρης ή εκλεπτυσμένης, δεν έχει σημασία. Η άντληση της ζωής από τον εαυτό μας δεν μπορεί παρά να μας οδηγήσει σε υπαρξιακό άγχος και πανικό, αφού αυτή η ζωή είναι τόσο περιορισμένη και εύθραυστη. Κι όσο μεγαλώνει αυτός ο πανικός, τόσο αυξάνει η άμυνα απέναντι σε ό,τι και όποιον μας πλησιάζει. Το αποτέλεσμα είναι ρήξη, βραχυκύκλωμα, σκότωση, μια πραγματική κρίση λειτουργίας της προσωπικής ύπαρξης». (Χρυσοστόμου Κουτλουμουσιανού, ιερομ).
Να σημειώσουμε όμως και τούτο.
«Βεβαίως το κακό παίρνει / και / κοινωνικές μορφές που εισβάλλουν στη ζωή μας. Σήμερα μάλιστα το κακό μεταλλάσσεται συνεχώς, υποδύεται τα πιο αγαθά προσωπεία. Μπορεί να είναι η ίδια η κυβέρνηση, ο διεθνής οργανισμός, ένας ευαίσθητος σωτήρας. Βλέπετε, τα πιο κραυγαλέα ψέματα εκτοξεύονται από τους ίδιους τους ψηφισμένους ταγούς, και οι χειρότεροι φασισμοί χτίζονται πάνω στην επίφαση της κοινωνικής μέριμνας. Αυτό το κακό έρχεται να επηρεάσει τη ζωή μας. Πόσο μπορεί να την επηρεάσει; Ο ιερομάρτυρας Κοσμάς ο Αιτωλός σε εποχές δεινές και μαύρες φώναζε: «όλα να σας τα πάρουν, τον Χριστό και την ψυχή σας δεν μπορούν να τα πειράξουν». Βεβαίως, ο Χριστός δεν δίνει συνταγές ανθόσπαρτου βίου. Δίνει σταυρό και ανάσταση. Είναι ο ίδιος το μέγα πάθος και ο μέγας πόθος, μέσα στον οποίο θεραπεύεται το μέγα τραύμα, ο άνθρωπος.» (Χρυσοστόμου Κουτλουμουσιανού, ιερομ).
Νάτο λοιπόν το λάθος μας το μεγάλο. Κινηθήκαμε και συνεχίζουμε να κινούμαστε σε λαθεμένους δρόμους. Το είδωλο του επαγγελματικά επιτυχημένου, του κοινωνικά αναγνωρισμένου, του καριερίστα, του πλούσιου, του τεχνοκράτη, το είδωλο ενός Θεού-εαυτού. Η προτεραιότητά μας, ή αν θέλετε, το όνειρό μας, ήταν (και είναι;) μια θεσούλα στις βασιλείες του κόσμου τούτου.
Και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε.
Φτάσαμε να μιλάμε καθημερινά για κρίση και να μην μπορούμε πλέον να μιλήσουμε με καμιά βεβαιότητα για το αύριο.
Πιστέψαμε στα τραγούδια των σειρήνων, δε βουλώσαμε τα αφτιά μας στα ψέματά τους και απλώσαμε τα πόδια μας πιότερο απ΄ το πάπλωμα μας. Και έρχονται οι οικονομικοί δικτατορίσκοι να μας λένε με τον πιο μακάβριο τρόπο, πως είμαστε πλέον τελειωμένοι…
Λάθος λοιπόν. Και το τονίσαμε και παραπάνω. Η προτεραιότητά μας, ή αν θέλετε, το όνειρό μας, μια θεσούλα στις βασιλείες του κόσμου τούτου. Θυμηθείτε όμως τί είπε ο σατανάς στον Χριστό στην έρημο: «Θα σου δώσω τις βασιλείες του κόσμου τούτου, αν πέσεις και με προσκυνήσεις». Και ο Ιησούς απάντησε: «τον Κύριό σου θα προσκυνήσεις και θα λατρέψεις». Δεν συνεχίζεται ο ίδιος πειρασμός στην ιστορία; Άραγε μιμηθήκαμε τον Χριστό; Το λάθος, όταν συνειδητοποιείται, μας χτυπά την καμπάνα για εγρήγορση. Θα καθόμαστε γονατιστοί και θα προσκυνάμε τους ηγεμονίσκους που αλωνίζουν στη χώρα μας και ζητάνε την κεφαλή μας επί πίνακι; Όσο κι αν οι Κυβερνήσεις ξεδιάντροπα ξεπουλάνε τις χώρες τους,  εμείς ας μη ξεπουλήσουμε τη ψυχή μας, τη τιμή μας, το τόπο μας, την υπόληψή μας!.

Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2025

Ο άγιος απόστολος και ευαγγελιστής Ματθαίος

 Λάμπρος Σκόντζος


Οι τέσσερις Ευαγγελιστές απολαμβάνουν ιδιαιτέρας τιμής στην Εκκλησία, διότι, μαζί με τους υπόλοιπους συγγραφείς των βιβλίων της Αγίας Γραφής, αποτέλεσαν τα όργανα του Αγίου Πνεύματος, για την καταγραφή της θείας αποκάλυψης, για τη σωτηρία του κόσμου. Ένας από αυτούς είναι ο άγιος ευαγγελιστής και απόστολος Ματθαίος.

Ήταν εβραίος στην καταγωγή και γιός του Αλφαίου (όχι του πατέρα του Ιακώβου). Το όνομά του σημαίνει «δώρο Θεού», δηλαδή Θεοδώρητος. Όμως στους Ευαγγελιστές Μάρκο (12,14) και Λουκά (5,27) αναφέρεται με το όνομα Λευί ή Λεβυΐς, καθότι οι Εβραίοι συνήθιζαν να έχουν περισσότερα του ενός ονόματα. Το ότι χρησιμοποιεί το όνομα Ματθαίος στο δικό του Ευαγγέλιο, σημαίνει, σύμφωνα με κάποιους μελετητές, το πρώτο του όνομα ήταν Λευί, αλλά όταν συνάντησε το Χριστό και Τον ακολούθησε, άλλαξε ο ίδιος το όνομά του σε Ματθαίος (= δώρο Θεού), ως δείγμα ευγνωμοσύνης στο Θεό και έκτοτε διατήρησε σε όλη του τη ζωή αυτό το όνομα.

Ασκούσε το επικερδές επάγγελμα του τελώνη, δηλαδή του φοροεισπράκτορα. Κατοικούσε στην Καπερναούμ, η οποία ανήκε διοικητικά στον Ηρώδη και τους φόρους τους εισέπραττε ο εκείνος και όχι οι Ρωμαίοι. Αυτό σημαίνει ότι ήταν πιθανόν υπάλληλος του Ηρώδη και δεν είχε δική του φοροεισπρακτική εταιρεία. Γνώριζε πολύ καλά την αραμαϊκή και την ελληνική γλώσσα, διότι στην περιοχή μιλούσαν την ελληνική. Γενικά οι τελώνες θεωρούνταν μισητά πρόσωπα από το λαό, για τις κλοπές, τους εκβιασμούς, και την τοκογλυφία που ασκούσαν. Επειδή θεωρούνταν άνθρωποι αμαρτωλοί, απέφευγαν τη συναναστροφή μαζί τους και ως εκ τούτου οι τελώνες συναναστρέφονταν μόνο μεταξύ τους.


Φαίνεται πως ο Ματθαίος δεν είχε φθαρεί εντελώς από το αμαρτωλό επάγγελμα που ασκούσε και ήταν ευσεβής άνθρωπος και περίμενε με πάθος τον Μεσσία. Πιθανόν να είχε ακούσει γι’ Αυτόν και τα θαύματά του και γι’ αυτό Τον ακολούθησε με προθυμία. Όπως μας διηγείται ο ίδιος ο Ματθαίος στο Ευαγγέλιό του, ο Κύριος σε μια από τις περιοδείες του στην Καπερναούμ, ενώ βάδιζε στην οδό, «είδεν άνθρωπον καθήμενον επί το τελώνιον, Ματθαίον λεγόμενον» (Ματθ.9,9). Ο άνθρωπος αυτός ήταν ο Ματθαίος. Και συνεχίζει: «και λέγει αυτώ, ακολούθει μοι. Και αναστάς ηκολούθησεν αυτώ» (Ματθ.9,9). Ο πλούσιος τελώνης Ματθαίος υπάκουσε στην κλήση του Κυρίου, παράτησε την επικερδή εργασία του και Τον ακολούθησε, γενόμενος ένας από τους πιο αφοσιωμένους μαθητές Του.

Για να δείξει στο Χριστό την ευγνωμοσύνη του για την τιμή που του έκανε, να τον χρίσει μαθητή του, ετοίμασε πλούσιο γεύμα και Τον κάλεσε στο σπίτι του. Ο δε Χριστός εκφράζοντας την ευαρέσκειά Του στον Ματθαίο αποδέχτηκε και κατέλυσε στην οικία του. Ο Ματθαίος κάλεσε επίσης στο τραπέζι και πολλούς φίλους του τελώνες και αμαρτωλούς. Ίσως τους κάλεσε να γνωρίσουν τον Διδάσκαλο και να μετανοήσουν όπως αυτός. Αλλά το γεγονός αυτό σκανδάλισε τους υποκριτές Φαρισαίους, οι οποίοι βρήκαν την ευκαιρία, προσπαθώντας να Τον μειώσουν στα μάτια των μαθητών Του, λέγοντες, «διατί μετά των τελωνών και αμαρτωλών εσθίει ο διδάσκαλος υμών;», για να πάρουν την αποστομωτική και γεμάτη σημασία απάντηση από τον Κύριο, «ου χρείαν έχουσιν οι ισχύοντες ιατρού, αλλ’ οι κακώς έχοντες … ου γαρ ήλθον καλέσαι δικαίους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν» (Ματθ.9,11-13). Σε αυτόν τον μικρό διάλογο ο Χριστός αποκάλυψε τον σκοπό της ενανθρωπήσεώς Του, ο οποίος είναι η θεραπεία των αμαρτωλών από την πνευματική νόσο της αμαρτίας.

Ακολούθησε λοιπόν πιστά τον Κύριο και έζησε κοντά Του με ταπείνωση και αφάνεια, αφού δεν φαίνεται πουθενά αλλού το όνομά του στην Καινή Διαθήκη. Έζησε όλα τα σωτήρια γεγονότα από κοντά και ιδίως το Πάθος, την Ανάσταση και την Ανάληψη του Κυρίου. Μαζί με τους άλλους αποστόλους φωτίστηκε από το Άγιο Πνεύμα κατά την ημέρα της Πεντηκοστής και έλαβε μέρος στην Αποστολική Σύνοδο της Ιερουσαλήμ (48 μ. Χ.).

Ελάχιστα πράγματα γνωρίζουμε για την κατοπινή του ζωή. Αρχαιότατη παράδοση αναφέρει ότι διακρίνονταν από τους άλλους αποστόλους στον ασκητικό του βίο. Σύμφωνα με μαρτυρία του Κλήμεντα Αλεξανδρέα, έτρωγε καρπούς και λάχανα και ουδέποτε κρέας. Στάλθηκε από τους άλλους αποστόλους να διδάξει το Ευαγγέλιο κατά προτίμηση στους Εβραίους, τους ομόφυλους του σε όλη την Παλαιστίνη. Να τους πείσει ότι στο Πρόσωπο του Ιησού, που απέρριψαν και θανάτωσαν, πραγματοποιήθηκαν όλες οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης. Μάλιστα για το σκοπό αυτόν έγραψε και το ομώνυμο Ευαγγέλιό του.

Όμως κήρυξε το Ευαγγέλιο με πάθος και ζήλο και στους Εθνικούς. Κήρυξε στη Μακεδονία, στην Αιθιοπία, στην Περσία, Μηδία και Παρθία. Στην Αιθιοπία κατέστησε πρώτο επίσκοπο τον ακόλουθό του Πλάτωνα και βάπτισε το γιο του πρίγκιπα της χώρας και γι’ αυτό συνελήφθη και υπέστη μαρτυρικό θάνατο. Σύμφωνα με άλλη μαρτυρία, του Νικηφόρου Καλλίστου, κήρυξε σε μια άγνωστη φυλή απολίτιστων ανθρωποφάγων, όπου συνελήφθη από τον βασιλιά τους, Φουλβιανό και υπέστη μαρτυρικό θάνατο. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει την πληροφορία ότι «ετελειώθη διά του πυρός υπό των απίστων» στην Ιεράπολη της Συρίας. Η μνήμη του τιμάται στις 16 Νοεμβρίου.

Ο Ματθαίος, όπως προαναφέραμε, συνέγραψε το ομώνυμό του Ευαγγέλιο, αρχικά στην εβραϊκή γλώσσα, για τον ευαγγελισμό και χρήση των εξ’ Εβραίων Χριστιανών. Αργότερα το μετέφρασε ο ίδιος στην ελληνική, για τους εξ εθνών Χριστιανούς. Ενώ όμως το Ευαγγέλιο στην εβραϊκή χάθηκε ενωρίς, αντίθετα το Ευαγγέλιο στην ελληνική διατηρήθηκε και αποτέλεσε μέρος του «κανόνα της Καινής Διαθήκης» και είναι το πρώτο βιβλίο της Καινής Διαθήκης. Διακρίνεται για την σαφήνειά του και τη χάρη του. Παραθέτει πλήθος προφητικών χωρίων της Παλαιάς Διαθήκης, τα οποία βρήκαν την εκπλήρωσή τους στον Ιησού Χριστό. Κύριο μέλημά του ήταν να αποδείξει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης.

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2025

Κυριακή Ζ’ Λουκά: Έχουμε ακουμπήσει την ελπίδα μας στο Χριστό;;

Κυριακή Ζ’ Λουκά:

 Έχουμε ακουμπήσει την ελπίδα μας στο Χριστό;

Φεύγοντας ο Χριστός από την πόλη των Γαδαρηνών, κατευθύνεται προς την Καπερναούμ. Ξαφνικά, μέσα στον κόσμο, πέφτει στα πόδια του Χριστού, ο αρχισυνάγωγος της συναγωγής της Καπερναούμ, ο Ιάειρος, να μεταβεί στο σπίτι του γιατί η κόρη του ήταν έτοιμη να πεθάνει σε ηλικία μόλις 12 ετών. Στην πορεία του Χριστού προς το σπίτι του Ιαείρου, ο λαός ήταν ασφυκτικά κοντά Του και, ξαφνικά, μία γυναίκα ακούμπησε την άκρη του ενδύματός Του, κρυφά για να μην τη δει κανένας, και έγινε καλά, αφού 12 χρόνια έπασχε από αιμορραγία και ξόδεψε όλη την περιουσία της για να γίνει καλά.

Τότε, ο Χριστός είπε: «τίς ὁ ἁψάμενός μου;» (Ποιος με άγγιξε;). Όλος ο λαός αρνιόταν κάτι τέτοιο· τότε ο Πέτρος και οι υπόλοιποι μαθητές του Χριστού, είπαν: «ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι, καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου;» (Διδάσκαλε, ο λαός σε περικύκλωσε και σε πιέζει ασφυκτικά και εσύ λες, ποιος με άγγιξε;).


Η απάντηση του Χριστού ήταν: «ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾿ ἐμοῦ» (Κάποιος με άγγιξε, γιατί κατάλαβα ότι βγήκε από πάνω μου δύναμη θαυματουργική). Η γυναίκα κατάλαβε ότι δεν πέτυχε να μείνει κρυφτή από το Χριστό και βγήκε με φόβο ενώπιον του Διδασκάλου για να περιγράψει την κατάστασή της.

«θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην» ήταν η απάντηση του Χριστού προς τη γυναίκα που αντιμετώπιζε και θεραπεύτηκε από το χρόνιο πρόβλημά της.

Αφού συνομιλούσε ο Χριστός με την αιμορροούσα, ήλθε κάποιος από το σπίτι του αρχισυνάγωγου Ιαείρου και μετέφερε το μήνυμα ότι η κόρη του πέθανε και να μην κουράζει άλλο το Διδάσκαλο. Η απάντηση του Χριστού και σε αυτό το σημείο ήταν καθοριστική: «μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται».

Φθάνοντας στο σπίτι του Ιαείρου, μπήκε στο δωμάτιο της νεκρής κόρης ο Χριστός, ο Πέτρος, ο Ιωάννης, ο Ιάκωβος, ο πατέρας και η μητέρα του κοριτσιού. Όλοι έκλαιγαν για τον άδικο χαμό του νεαρού κοριτσιού και  ο Χριστός τους απαντάει ότι: «μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν ἀλλὰ καθεύδει», (Δεν πέθανε, αλλά κοιμάται). Αυτοί, όμως, ήταν βέβαιοι ότι πέθανε και περιγελούσαν το Χριστό που είπε αυτά τα λόγια.

Βγάζει από το δωμάτιο της κόρης όλους τους παρευρισκόμενους, πιάνει το χέρι της κόρης και λέει: «ἡ παῖς, ἐγείρου» (Κόρη, σήκω επάνω). Επέστρεψε το πνεύμα της και αναστήθηκε και διέταξε ο Χριστός να της δώσουν να φάει. Παρήγγειλε, όμως, να μην πουν πουθενά ό,τι έγινε.

Και στα δύο γεγονότα που περιγράφει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, ο Ιάειρος και η αιμορροούσα είχαν πίστη και ελπίδα στο Χριστό. Η μεν αιμορροούσα ξόδεψε όλα τα λεφτά και την περιουσία της για να βρει την υγεία και ο δε Ιάειρος δεν μπορούσε από τη θέση που κατείχε να βοηθήσει την κόρη του. Προσπάθησαν μόνοι τους να βρουν λύση, όμως ήταν μάταια. Στο τέλος, τους έμεινε να ελπίζουν σε μία βοήθεια από το Χριστό. Ο Χριστός που είναι «η ελπίδα πέρα από την ελπίδα», κατά τον Μητροπολίτη Σουρόζ Αντώνιο Bloom. Με τις ανθρώπινες δυνάμεις δεν μπορούσαν, πλέον να κάνουν τίποτα, όμως «Ὅ,τι εἶναι ἀδύνατο στὸν ἄνθρωπο, εἶναι δυνατὸ στὸν Θεό», κατά το λόγο του Κυρίου.

Ας δούμε λίγο και τον εαυτό μας!

Έχουμε ακουμπήσει την ελπίδα μας στο Χριστό;

Έχουμε πίστη στο Χριστό;

Έχουμε πίστη στο θέλημά Του ή θέλουμε να γίνει το δικό μας θέλημα;

Μάλλον, ακόμα δεν έχουμε φτάσει στον Ιάειρο και στην αιμορροούσα· και το λέω, πρώτα για μένα.

Θέλουμε, σε κάθε στάδιο της ζωής μας, να έχουμε τον έλεγχο εμείς. Θέλουμε να γίνει αυτό που θέλουμε εμείς· και όχι ο Θεός.

Όταν πηγαίνουμε στην Εκκλησία, στον οίκο του Θεού, καταλαβαίνουμε Ποιος είναι εκεί μέσα;

Έχουμε τη δυνατότητα, εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, όχι μόνο να αγγίζουμε το Χριστό αλλά να παίρνουμε όλο το Χριστό, όλο το Σώμα Του, διά της Θείας Κοινωνίας. Η αιμορροούσα έγινε καλά μόνο που ακούμπησε το ένδυμα του Χριστού. Εμείς, άραγε που μπορούμε να έχουμε μέσα μας ολόκληρο το Χριστό, γνωρίζουμε τι είναι;

Η αιμορροούσα, μάς δείχνει και πάλι το δρόμο. Ήθελε να πάει κοντά στο Χριστό για να γίνει καλά, αλλά λόγω του πολύ κόσμου που ήταν γύρω γύρω από το Χριστό ήταν αρκετά δύσκολο. Δεν το έβαλε κάτω. Έκανε την προσπάθειά της και τα κατάφερε.

Ας κάνουμε και εμείς το ίδιο. Να κάνουμε μία προσπάθεια, να πορευτούμε έναν δρόμο που θα μας οδηγήσει κοντά στο Χριστό.

Ας ξεκινήσουμε στην ώρα της Θείας Λειτουργίας και να προσπαθήσουμε να απομακρύνουμε όλες τις σκέψεις και τους προβληματισμούς εκείνη την ώρα και να εστιάσουμε στα τελούμενα εντός του ναού. «Σιγησάτω πᾶσα σὰρξ βροτεία, καὶ στήτω μετὰ φόβου καὶ τρόμου, καὶ μηδὲν γήϊνον ἐν ἑαυτῇ λογιζέσθω…», μάς λέει η Εκκλησία το Μ. Σάββατο.

Ας προσπαθήσουμε να έχουμε πίστη στο Θεό και να στρέψουμε όλες μας τις ελπίδες σε Αυτόν! Οι άνθρωποι, ίσως, μας απογοητεύσουν ορισμένες φορές· ο Θεός, όμως, ποτέ. Γιατί μάς αγαπάει αφού είμαστε παιδιά Του!

https://www.pemptousia.gr

Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ΛΟΥΚΑ (ΠΛΟΥΣΙΟΥ ΚΑΙ ΛΑΖΑΡΟΥ)


Αποτέλεσμα εικόνας για κυριακη ε Î»Î¿Ï…ÎºÎ±Η εποχή μας μέσα από τη παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου.

Πρέπει κανείς να είναι τυφλός κι αν όχι τότε φανατισμένος για να μη βλέπει ένα μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα, που μαστίζει τις σύγχρονες κοινωνίες. Το κείμενο του σημερινού ευαγγελικού αναγνώσματος ακούγεται σε μια ατμόσφαιρα αποπνυκτική, που θέλει να δίνει αυθαίρετες λύσεις, που κυριαρχείται από τον φανατισμό της μονοδιάστατης οικονομικής θα λέγαμε ζωής. Πάντως η Εκκλησία βλέπει την ύπαρξη του κοινωνικού προβλήματος, αλλά δεν έχει τη «στενοκεφαλιά» να το βλέπει και να το λογαριάζει μόνο μνημονιακά, μόνο με αριθμούς. Δεν το απομονώνει από την πνευματική του πλευρά. Έχει την τόλμη και την παρρησία να διακηρύττει ότι στην υλική αυτή κρίση προηγείται  πνευματική. Έχει την τόλμη να κηρύττει, ότι η αλλαγή, η μεταμόρφωση και η πραγματική οργάνωση γίνεται δια των αγίων.

Πλούσιος και Λάζαρος

Το δεύτερο σημείο της σημερινής περικοπής.
Ο Κύριος παρουσίασε εκφραστικά την αβυσσαλέα διαφορά μεταξύ του πλουσίου και του Λαζάρου, του ανώνυμου θα λέγαμε κεφαλαιοκράτη, που είχε μεταβάλλει τον εαυτό του σε πράγμα, προς χάριν του πλούτου, που ήταν γι’ αυτόν πρόσωπο και του επώνυμου πτωχού, που, παρά την φτώχια του, ήταν πρόσωπο. Ονομαζόταν Λάζαρος. Χαώδης η διαφορά μεταξύ των δυο ανθρώπων. Ο πλούσιος είχε καθημερινά φαγοπότια, ενώ ο φτωχός ζούσε με τα ψυχία της τραπέζης. Ο πλούσιος ήταν εύρωστος σωματικά, ενώ ο φτωχός «ηλκωμένος». Ο πλούσιος έμενε σε αρχοντικό και εκεί διασκέδαζε με τους φίλους του, ενώ ο φτωχός ζητιάνευε στην πόρτα του σπιτιού του πρώτου, συντροφιά με τα σκυλιά. Ο πλούσιος φορούσε καθημερινά «πορφύραν και βύσσον» ενώ ο φτωχός ζητιάνευε ήταν ρακένδυτος και γυμνός. Ο Κύριος ζωγράφισε κατά τον καλύτερο τρόπο την μεγάλη ανισότητα μεταξύ του πλούτου και της φτώχιας.
          Το κείμενο αυτό του ιερού ευαγγελίου φανερώνει το δράμα όλων των εποχών και φυσικά και της δικής μας εποχής. Βλέπουμε την τέλεια εφαρμογή της παραβολής στον χώρο της πατρίδος μας και σε ολόκληρη την ανθρωπότητα. Άλλοι -  ο λαός -  πεινούν και άλλοι – οι ταγοί -  μεθούν. Πολλά συστήματα αφιερώνονται με πάθος στην λύση αυτού του τεράστιου προβλήματος. Δεν παραγνωρίζουμε την προσφορά τους, αλλά δεν μπορούμε να μη σημειώσουμε και τις μεγάλες αδυναμίες τους. Διότι όλα τα ανθρώπινα συστήματα δεν μπορούν να ξεφύγουν τον πειρασμό της υπαγωγής του προσώπου στην απρόσωπη αρχή και στους απρόσωπους νόμους. Επιδιώκουν την καλυτέρευση των κοινωνικών θεσμών με την βεβαιότητα ότι το πρόσωπο θα δει καλύτερες μέρες. Αλλά το πρόσωπο, όταν υποτάσσεται βίαια σε απρόσωπες αρχές κυριολεκτικά αλλοτριώνεται.

Παράδεισος και Κόλαση

Η παραβολή μας δείχνει και την μετά θάνατον αντίστροφη ανισότητα, που η Εκκλησία προσπαθεί να θεραπεύσει από αυτήν την ζωή. Είναι το τρίτο σημείο σήμερα. Ο πτωχός Λάζαρος βρίσκεται στους κόλπους του Αβραάμ, που είναι ο τόπος των σεσωσμένων. Ο πλούσιος «υπάρχων εν βασάνοις» βλέπει τον Αβραάμ και ζητά βοήθεια. Πρέπει και στο σημείο αυτό να διατυπώσουμε μερικές απλές σκέψεις, σχετικά με την Κόλαση και τον Παράδεισο, αφού έχουν σχέση με τα κοινωνικά προβλήματα, επειδή αυτός που δεν έχει αγάπη δεν μπορεί να συναντήσει την Αγάπη.
          Ο Παράδεισος και η Κόλαση είναι δυο διαφορετικοί τρόποι ζωής. Ο άνθρωπος πλάσθηκε από τον Θεό για να ενωθεί αιώνια μαζί Του και να απολαμβάνει την αγάπη Του. Με την αμαρτία έγινε η διάσπαση του ανθρώπου και με την ενανθρώπιση του Χριστού έχουμε πρόσληψη όλης της ανθρωπίνης φύσεως, οπότε υπάρχει η δυνατότητα της θεώσεως. Έτσι κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού θα έχουμε αποκατάσταση της ανθρωπίνης φύσεως, όχι όμως και της ανθρωπίνης θελήσεως. Αυτό σημαίνει ότι η φύση του ανθρώπου θα αποκτήσει το «αει είναι» ή το «αει φευ είναι» είναι θέμα της ανθρωπίνης θελήσεως, που συνδέεται με την στάση μας απέναντι στον πάσχοντα αδελφό. Κατά τον θεοφόρο Μάξιμο «ουκ ίσως μεθέξουσι του Θεού... αλλ’ αναλόγως εαυτοίς». Όσοι έκαναν καλή χρήση των φυσικών δυνάμεων αυτοί θα βλέπουν την δόξα του Θεού ως Φως, ενώ όσοι έκαναν κατάχρηση των φυσικών δυνάμεων, θα βλέπουν τον Θεό ως πυρ, φωτιά.
          Επομένως κόλαση δεν είναι η απουσία του Θεού, αλλά η παρουσία του Θεού ως φωτιά. Και η θέα του Θεού ως φωτιά, είναι αποτέλεσμα της εσωτερικής πνευματικής τυφλώσεως του ανθρώπου. Είναι ακριβώς ό,τι γίνεται με την θεία Κοινωνία. Οι αξίως μετέχοντες της Αγίας Τραπέζης λαμβάνουν το Φως, ενώ οι αναξίως μετέχοντες της Αγίας Τραπέζης λαμβάνουν φωτιά και καταδίκη. Αυτό θα έχει αιώνιες συνέπειες.


Μάρτυρες πρότυπα ζωής

……………………………………………………………………………………………………………………….
Τι γίνεται όμως; Στην εποχή μας, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, η αναφορά στους Μάρτυρες δεν αφορά τη θυσία της ζωής για την αγάπη του Χριστού.
Κι ενώ η πίστη είναι__προσωπικό δικαίωμα, το οποίο ελεύθερα και ακώλυτα μπορεί να χαρακτηρίζει την ζωή του κάθε ανθρώπου. την ίδια στιγμή, όμως, αυτό το δικαίωμα στην πίστη δοκιμάζεται από μια σειρά συνειδησιακών διώξεων, που στοχεύουν στην απαξίωση και στον ευτελισμό της στα μάτια του σύγχρονου και αυτάρκη ανθρώπου.
Σήμερα η πίστη στον Χριστό θεωρείται ξεπερασμένη, ενώ η συμμετοχή στη ζωή της Εκκλησίας ξένη προς το πνεύμα της προόδου και του εκσυγχρονισμού που διέπει την ανθρώπινη κοινωνία. Καταβάλλεται συστηματική προσπάθεια να τεθεί στο περιθώριο η θρησκευτική έκφραση και να συσχετιστεί με πρόσωπα χαμηλού μορφωτικού επιπέδου, τα οποία δήθεν δεν μπορούν να ακολουθήσουν το πνεύμα της εποχής. Μιας εποχής που, στη θέση του Θεού, τοποθετεί άλλους «θεούς», όπως το χρήμα, την δύναμη της εξουσίας, τα εντυπωσιακά επιτεύγματα της επιστήμης, δημιουργώντας ένα πλαίσιο ζωής ανθρωποκεντρικό, απ’ όπου απουσιάζει κάθε λόγος και σκέψη περί Θεού. Μιας εποχής αποτυχημένης που περίτρανα έχει αποδείξει ότι τίποτε τελικά δεν μπόρεσε να προφέρει στον άνθρωπο παρά μόνο μπελάδες. Μιας εποχής της οποίας τα προϊόντα είναι το άγχος, η ανασφάλεια, ο περιορισμός της ελευθερίας, η μαύρη καθημερινότητα, το ζοφερό μέλλον. 
Σ’ ένα τέτοιο πλαίσιο, λοιπόν, αγγίζει τα όρια του μαρτυρίου η προσήλωση των ανθρώπων του Θεού στη ζωή της Εκκλησίας, η περιφρόνηση της κοσμικής καταφοράς, η οποία διέρχεται κάθε μέσο για να κυριαρχήσει στις ανθρώπινες συνειδήσεις. Είναι μαρτύριο σήμερα, να ζει κανείς επί τη βάσει Χριστιανικών αρχών, να βιώνει την αγάπη του Χριστού και την αληθινή κοινωνική δικαιοσύνη, να εργάζεται εθελοντικά για την ανακούφιση του ανθρώπινου πόνου, ενώ γύρω του, το πνεύμα του κόσμου καλλιεργεί την αδιαφορία και τον «ωχαδελφισμό». Είναι μαρτύριο, σήμερα, να μάχεται κανείς τον κόσμο της αμαρτίας και να επιλέγει για τον εαυτό του τον δρόμο της μετανοίας, αρνούμενος τον πειρασμό της σύγχρονης ασυδοσίας, η οποία κάνει, τελικά, τον άνθρωπο σκλάβο των επιλογών και των ποικίλων εξαρτήσεών του. Είναι μαρτύριο να βγαίνεις και να εντοπίζεις τις αποτυχημένες ανθρώπινες συνταγές και να τονίζεις ότι χωρίς και μακράν του Θεού το χάος το οποίο σήμερα ζούμε.
          Αυτός είναι και ο τρόπος ζωής στον οποίο μάς καλεί σήμερα η Εκκλησία μας, αδελφοί μου. Είναι ο τρόπος της αντίστασης στις καταστροφικές επιλογές του κόσμου, τις οποίες πληθωρικά πληρώνουμε σήμερα. Και όπως κάθε αντίσταση, έτσι κι αυτή οδηγεί στον δρόμο της αληθινής ελευθερίας και της ποθητής κοινωνίας με τον Θεό.
 ΑΜΗΝ!
          Το κείμενο αυτό διαμορφώθηκε βάσει δυο άλλων κειμένων.
Το πρώτο είναι του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπακτου και Αγίου Βλασίου από το βιβλίο του «Οσμή Γνώσεως»
και το δεύτερο από κήρυγμα της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος στη σημερινή Κυριακή Ε Λουκά  30-10-2011 μνήμη των Αγίων μαρτύρων Ζηνοβίου και Ζηνοβίας.

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ. / "Τί σχέση ἔχεις ἐσύ μ' ἐμένα Ἰησοῦ, Υἱέ τοῦ Ὕψιστου Θεού;

 Ροῦχο δέν ντυνόταν οὔτε ἔμενε σέ σπίτι, ἀλλά ζοῦσε στά μνήματα. Ὅταν εἶδε τόν Ἰησοῦ, ἔβγαλε μιά κραυγή, ἔπεσε στά πόδια του καί τοῦ εἶπε μέ δυνατή φωνή:
 
"Τί σχέση ἔχεις ἐσύ μ' ἐμένα Ἰησοῦ, Υἱέ τοῦ Ὕψιστου Θεού; Σέ παρα­κα­λῶ μή μέ βασανίσεις".

          Αὐτά τά εἶπε, γιατί ὁ Ἰησοῦς εἶχε διατάξει τό δαιμονικό πνεῦμα νά βγεῖ ἀπό τόν ἄνθρω­πο. Ἀπό πολλά χρόνια τόν εἶχε στήν ἐξουσία του, καί γιά νά τόν συγκρατήσουν τόν ἔδεναν μέ ἁλυσίδες καί τοῦ ἔβαζαν στά πόδια σιδερένια δεσμά. Ἐκεῖνος ὅμως ἔσπαζε τά δε­σμά, καί τό δαιμόνιο τόν ὁδηγοῦσε στίς ἐρημιές. Ὁ Ἰησοῦς τόν ρώτησε: "Ποιό εἶναι τό ὄνομά σου;" Ἐκεῖνος ἀπάντησε: "Λεγεών"· γιατί εἴχαν μπεῖ μέσα του πολλά δαιμόνια.

           Τά δαιμόνια, λοιπόν, παρακαλοῦσαν τόν Ἰησοῦ νά μή τά διατάξει νά πάνε στήν ἄ­βυσσο.  Ἐκεῖ κοντά ἦταν ἕνα κοπάδι ἀπό πολλούς χοίρους πού ἔ­βοσκαν στά βουνά· καί τά δαιμόνια παρακαλοῦσαν τόν Ἰησοῦ νά τούς ἐπιτρέ­ψει νά μποῦν στούς χοίρους, καί τούς τό ἐπέτρε­ψε. Βγῆ­καν, λοιπόν, ἀπό τόν ἄνθρωπο καί μπῆκαν στούς χοί­ρους. Τότε τό κοπάδι ὅρμησε πρός τόν γκρεμό καί πνίγηκε στή λίμνη. Μόλις οἱ βοσκοί εἶδαν τί ἔγινε, ἔφυγαν καί πῆγαν καί τό εἶ­παν στήν πόλη καί στήν ὕπαιθρο. Βγῆκαν οἱ ἄνθρωποι νά δοῦν τί ἔγινε και ήρθαν κοντά στον Ιησού. Βρῆκαν τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν ὁποῖο βγήκαν τα δαιμόνια να κάθεται δίπλα στόν Ἰησοῦ, νά φοράει ροῦχα και να φέρεται λογικά, και φοβήθηκαν.

Ὅσοι εἶχαν δεῖ τί εἶχε γίνει, τούς διηγήθηκαν πῶς ὁ δαιμονισμένος σώθηκε. Τότε ὅλο τό πλήθος ἀπό τήν περιοχή τῶν Γαδάρων παρακαλοῦσαν τόν Ἰησοῦ νά φύγει ἀπό κοντά τους, γιατί τούς εἶχε καταλάβει μεγάλος φόβος. Ἐκεῖνος μπῆκε στό πλοιάριο γιά νά γυρίσει πίσω. Ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν ὁποῖο εἶχαν βγεῖ τά δαι­μόνια τόν παρακαλοῦσε νά τόν πάρει μαζί του. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τοῦ ἀρνήθηκε λέγοντας: "Γύρισε στό σπίτι σου καί διηγήσου ὅσα ἔκανε σ' ἐσένα ὁ Θεός". Ἐκεῖνος ἔφυγε διαλαλώντας σ' ὅλη τήν πόλη ὅσα ἔκανε σ' αὐτόν ὁ Ἰησοῦς.-

...............................................................................................................

- Εσύ είσαι ο διάβολος;

- Είμαι; Αυτό νομίζεις;

- Δεν ξέρω... ναι αυτό νομίζω!

- Ε... Ναι αυτό πρέπει να είμαι...!

- Απόδειξέ το!

- Χέσε μας, είπε. Τι θες να κάνω; Να σου δείξω μια διχαλωτή οπλή; Κέρατα στο κεφάλι; Ουρά; Αναμμένα κάρβουνα στα μάτια; Αυτό θέλεις;

...............................................................................................................

Το παραπάνω είναι απόσπασμα από λογοτεχνικό βιβλίο του εικοστού πρώτου αιώνα στον οποίο πλέον ζούμε. Πολλοί βεβαίως σημερινοί άνθρωποι κουβαλάνε μέσα τους μια διανοητική απόρριψη της υποστάσεως του διαβόλου που τον θεωρούν ανύπαρκτο πρόσωπο, γέννημα του μεσαιωνικού ή γενικώς του παρελθοντικού σκοταδιού. Τότε που οι άνθρωποι αγνοούντες τα φυσικά δεδομένα, φανταζόντουσαν τον κεραυνό σαν θεό τους και τις αλλαγές του καιρού ως μηνύματα αυτού του "θεού" ή έστω ως απειλές του. Δεν θέλουν να αναζητήσουν διανοητικά τον Ζωντανό Θεό γιατί αντιλαμβάνονται το λογικό αδιέξοδο της ατελέσφορης προσπάθειας να κατανοήσεις Αυτόν, που σε ξεπερνά ως δημιουργός σου, που είναι υπερφυσικός ενώ εσύ έγκλειστος στα φυσικά και βιολογικά σου δεδομένα. Οι περισσότεροι όμως, όπως λέει ο ποιητής, ταλαιπωρούνται από μια "αιχμαλωσία" που εξαντλεί την πραγματικότητα στα φαινόμενα. "Μέσ᾿ στον υπνόσακο των ορατών η αιχμαλωσία μου" (Ν. Καρούζος).

Από την άλλη βουλιαγμένοι στον εγωισμό δεν μπορούν να εμπιστευτούν και να αγαπήσουν κανένα, γιατί ίσως ούτε ανιδιοτελή αγάπη έζησαν, ούτε να ελευθερωθούν μπορούν από την μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους και έτσι προτιμούν να προσκυνούν και να λατρεύουν τον εαυτό τους παρά τον Χριστό.

"Ταλαίπωρη γενιά θρεμμένη διαφωτισμό" (T. S. Eliot) δεν μπορεί να αποδεχθεί ο,τιδήποτε δεν προσλαμβάνεται από τους νευρώνες του εγκεφάλου της! Ακόμα και πελώρια διανοητικά μεγέθη (Στίβεν Χόκινγκ) εγκλωβίζονται στην απαίτηση να είναι η πραγματικότητα που ερευνούν κατά τις προδιαγραφές του τρόπου που θέλουν ή υποθέτουν. Ο κόσμος όμως υπάρχει και η ύπαρξή του από μόνη της θέτει θέμα Δημιουργού! Πώς θα συναντήσει και πολύ περισσότερο πώς θα εμπιστευθεί τον Δημιουργό ο κάθε άνθρωπος, είναι πελώριο θέμα και συγχρόνως είναι ο λόγος ύπαρξης της Εκκλησίας.

Αυτή η εμπιστοσύνη-πίστη είναι το διακύβευμα της ανθρώπινης προσπάθειας να γνωρίσει και να αγαπήσει Αυτόν που "πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς".

Όταν γνωρίσει κανείς την αλήθεια της Σταυρωμένης Αγάπης και εμπειρικά βιώσει τα θέματα μιας τέτοιας προσπάθειας και σχέσεως, που κατά βάσιν προέρχονται από την εγωιστική αυτοαναφορικότητα και την δυσκολία να βγει κανείς από τον εαυτό του και να αγαπήσει, τότε θα συνειδητοποιήσει ότι το όλο ζήτημα "παίζεται" μεταξύ καρδιάς και... κρίσης.

Οι κάτοικοι των Γαδάρων της Παλαιστίνης, βλέποντας τον δαιμονισμένο, που σαν εικόνα και τον γνώριζαν και τον τρόμαζαν, να είναι μετά την συνάντηση με τον Χριστό "ἰματισμένος καί σωφρονῶν" ενώ συγχρόνως τα γουρούνια τους να είναι πνιγμένα στην λίμνη, Τον παρακαλούν να φύγει από κοντά τους! Ο άνθρωπος όμως από τον οποίο είχαν βγει τα δαιμόνια τον παρακαλούσε να τον πάρει κοντά Του!!!

Οι Γαδαρηνοί έχουν δει για πολλά χρόνια "διχαλωτές οπλές", "κέρατα στο κεφάλι", "αναμμένα κάρβουνα στα μάτια". Δεν τους λείπουν αισθητές εντυπώσεις. Δεν αμφιβάλλουν για τον διάβολο έστω και αν δεν τον φαντάζονται... λεγεώνα! Όμως δεσμευμένοι στις υποδείξεις του διαβόλου προτιμούν το αμαρτωλό κέρδος και την ψευδαίσθηση της εξυπηρέτησης και εξασφάλισης από αυτό. Το θαύμα της θεραπείας δεν γεννάει στην καρδιά τους πίστη. Η εντύπωση από τα τόσα κραυγαλέα γεγονότα (θεραπεία-πνιγμός) δεν τους οδηγεί σε σχέση εμπιστοσύνης. Τους γεμίζει φόβο, που δεν γεννάει αγάπη, αλλά αγωνία μήπως αν αγαπήσουν πρέπει να... θυσιάσουν. Ανάμεσα στα πάθη και στον Θεό συνήθως... χάνει ο Θεός, γιατί είναι "μακρύτερα" από την καρδιά του ανθρώπου!

Κάθε καρδιά γυρεύει ευτυχία. Ο δαιμονικός συριγμός είναι ακριβώς η πρόταση ευτυχίας μακρυά και χωρίς Αυτόν, που (τουλάχιστον) διαισθάνεσαι ότι σε έπλασε. Ο διάβολος είναι "φρονιμότερος" πάντων των θηρίων. Δεν απαιτεί κατ᾿ αρχάς και δεν φοβίζει. Προτιμά να περνάει στο σκοτάδι και την άγνοια της αφανούς-"ανυπαρξίας". Τον βολεύει. Η απόρριψη της ύπαρξης του από τους ανθρώπους τού είναι διευκόλυνση στις ενέργειές του! Όταν αυτοερωτευμένος δεν μπορείς να αγαπάς, τότε η καρδιά γεμίζει φθονερή κακία, αποκλεισμού από την αγάπη, κάθε ύπαρξης. Έτσι και ο διάβολος, από αγαπημένο δημιούργημα του Θεού (Εωσφόρος= αυτός που φέρνει το φως) αναστρέφει τον πορεία του, από την θέα του Θεού και "θεᾶται" μόνον τον εαυτό του!

Από την άλλη ο Θεός συνεχίζει να τον αγαπά όπως και πρώτα, γιατί μπορεί οι όμορφοι και θελκτικοί να προσελκύουν τον οποιονδήποτε, όμως μπορεί αυτή η λέξη να ονομαστεί αγάπη; Αληθινή αγάπη είναι να δέχεσαι τους ανθρώπους, όταν είναι μαραζωμένοι, κατεστραμμένοι, όπως τα ράκη και τα κουρέλια. Ο Θεός το μπορεί γιατί δεν έχει απλώς αγάπη αλλά ΕΙΝΑΙ ΑΓΑΠΗ. Ο Χριστός δεν πέθανε για τους καλούς και τους ωραίους. Πέθανε και για τον διάβολο, όμως αυτός τον ρωτάει απορώντας: "Τι σχέση έχεις εσύ με μένα Ιησού; Σε παρακαλώ μη με βασανίσεις".

Τρεις στάσεις περιγράφονται στο ευαγγελικό κείμενο απέναντι στον Θεό:

i. Τι σχέση έχεις εσύ με μένα Ιησού;

ii. Παρακαλούμε φύγε από κοντά μας!

iii. Παρακαλώ πάρε με μαζί Σου!

Α. Η πρώτη είναι δαιμονική. Είναι ο πρόλογος της προμετωπίδας της κόλασης: Είμαι όλος δικός μου. Δεν χρειάζομαι κανέναν και τίποτε. "Πλούσιος εἰμί καί πεπλούτηκα καί οὐδενός χρείαν ἔχω". Μέσα στην δυστυχία του αυτοεγκλεισμού, ο φθόνος και η ζήλεια και η διαβολή είναι οι συνηθέστεροι καρποί. Πόσο περισσότερο όταν όπως ο διάβολος, μπορείς να έχεις σαφή και όχι συνεσκιασμένη αντίληψη των πραγμάτων! Τότε δεν θέλεις σχέση με κανένα, ενώ θέλεις τους πάντες... μετόχους της δυστυχίας σου. Αυτό είναι ο διάβολος και αυτή την διαδρομή διαβολής και άρρωστης συμβουλευτικής προς τους ανθρώπους ακολουθεί. Αν οι άνθρωποι αυτά που τους ενσπείρει τα θεωρούν δικά τους και τοποθετήσεις τους... τόσο το χειρότερο!! "Τότε "κάτι" μου ζητά κι όλο παζαρεύει μα όσα κι αν δίνω δεν είναι αρκετά" (Ν. Πορτοκάλογλου).

Β. Όσοι ενστερνιστούν την δαιμονική προτροπή της αυτοεξασφάλισης μέσω αμαρτιών αποχτούν σταδιακά συγγένεια όχι με τον Χριστό, αλλά με δαιμονικές καταστάσεις. Ο Χριστός στο Ευαγγέλιο συζητάει και ρωτάει τους ανθρώπους τίνος είναι τέκνα! Πολλές φορές προσδιορίζει κατ᾿ ευθείαν την προέλευση λέγοντας: "Ἐκ τοῦ πατρός ἡμῶν τοῦ διαβόλου...". Σ᾿ αυτήν την περίπτωση η εγγύτητα του Χριστού γεννάει τον "μεγάλο φόβο" των ενοχών και ατυχώς την απώθηση του θέματος της "αλλαγής της υιοθεσίας" στο... μέλλον! Όλοι μας έχουμε την σφραγίδα του βαπτίσματος του Χριστού, αλλά πολλές φορές την συναναμιγνύουμε με αμαρτίες και δαιμονικές συμβουλές. Ο κόπος είναι να απομακρύνουμε από τις επιλογές μας και την καρδιά μας τις αμαρτίες και τους δαιμονικούς συριγμούς υπακούοντας στον "ἀγαπήσαντα ἡμᾶς μέχρι Σταυρού και θανάτου". Δεν το καταφέρνουμε πάντοτε και τότε παρακαλούμε... φύγε από κοντά μας.

Γ. Ο Χρίστος είπε στον Σίμωνα τον Φαρισαίο (Λουκ. 7, 42) ότι αγαπάει πολύ όποιος του χαρίστηκαν πολλά! Έτσι και μεις όταν συνειδητοποιούμε πλήρως από τι δαιμονικές καταστάσεις μας απάλλαξε και μας ελευθέρωσε ο "ἐλευθερωτής τῶν ψυχῶν ἡμῶν" τότε θα τον αγαπήσουμε πολύ. Ο δαιμονισμένος της περικοπής είχε την de facto γνώση της κατάστασής του και γι᾿ αυτό "ἠγάπησε πολύ". Εμείς φανταζόμαστε ότι οι δαιμονικές προτροπές που "τυραγνάνε" το μυαλό μας είναι απλώς σκέψεις... ελευθερίας και διαφωτισμού και γι᾿ αυτό έχοντας ασάφια για το ότι όλα παίζονται στην καρδιά δεν θεωρούμε ότι είμαστε... δαιμονισμένοι (φυσικά δεν είμαστε) και άρα μπορούμε να "κάνουμε" και χωρίς Αυτόν, που ο πρώην δαιμονισμένος παρακαλούσε να τον πάρει μαζί του!

Ας παρακαλέσουμε τον Χριστό να μας ελευθερώσει από κάθε δαιμονική συμβουλή που μας τυραννάει.

Ας καταλάβουμε ότι ο διάβολος δεν είναι ένας πρωταγωνιστής σε ταινία τρόμου, αλλά αυτόκλητος σύμβουλος-διαβολέας ενάντια στην τήρηση του θελήματος του Θεού από εμάς.

Ας παρακαλέσουμε τον Χριστό για καρδιά καθαρή και ευθεία ώστε να μπορούμε να Τον ικετεύουμε:

"Πάτερ ἡμῶν... ρῦσαι ἡμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ". ΑΜΗΝ.

π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος


Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΛΟΥΚΑ

 

 

«Και είπεν αυτή, μη κλαίε"{ Λουκ. ζ'13)


Πολύ δύσκολο να πείσεις μια μάνα, και μάλιστα χήρα, που κηδεύει το μοναχογιό της, να μην κλαίει. Να μην νοιώθει αβάσταχτο τον πόνο στην ψυχή της. Να σκέπτεται με απελπισία, εκτός των άλλων, ότι μένει μόνη της χωρίς προστάτη. Να μένει μόνη, σε μια κοινωνία στην οποία δύσκολα θα αντιμετώπιζε τα προβλήματα επιβίωσης, τα προβλήματα της ζωής. Πραγματικά ήταν ένα πολύ θλιβερό γεγονός. Γεγονός που δεν άφησε ασυγκίνητο τον Θεάνθρωπο Ιησού. «Είπεν αυτή, μη κλαίε». Απευθύνεται στη δύστυχη μάνα και της ζητά να μην κλαίει. Μπορεί ο καθένας μας να φανταστεί την αξιολύπητη εικόνα που παρουσίαζε η δυστυχισμένη και απελπισμένη μάνα. Ξάγρυπνη και μαυροφορεμένη, υποβασταζόμενη, ίσως, από κάποιες γυναίκες, να κραυγάζει γοερά. Γνωρίζει ωστόσο ότι με το κλάμα της δεν πρόκειται να φέρει τον μονάκριβο και αγαπημένο της γιο πίσω. Είναι όμως μια φυσική και απόλυτα κατανοητή ανθρώπινη αντίδραση, με την οποία όλοι μας, άλλος πολύ και άλλος λίγο, προσπαθούμε να βρούμε ανακούφιση. Το να μην κλαίει κανείς σε τέτοιες περιπτώσεις ή έστω να μην θλίβεται βαθύτατα, δεν είναι φυσικό. Γιατί μάς είναι αδύνατο, αλλά και αδιανόητο να αντιμετωπίσουμε με αδιαφορία ή και αναισθησία αυτόν τον χωρίς επιστροφή αποχωρισμό. Και ασφαλώς ο Χριστός δεν τής ζητά να παύσει να κλαίει, σαν να μην συμβαίνει τίποτε. Αλλά «ευσπλαχνίσθη επ' αυτή». Την λυπήθηκε. Την είδε, κατάλαβε το πρόβλημά της και την μεγάλη της στενοχώρια και χωρίς καθυστέρηση έσπευσε να λύσει το πρόβλημά της. Απευθύνεται τώρα προς την σορό του νεκρού γιου της χήρας και διατάσσει. «Νεανίσκε, σοι λέγω εγέρθητι». Έκπληκτοι σταματούν όλοι. Η εντολή του Κυρίου, απλή, σαφής αλλά κατηγορηματική, δεν επιδέχεται αντίρρηση. Η πορεία της νεκρώσιμης εκφοράς σταματά. Κανείς ασφαλώς δεν περιμένει από τον νεκρό, εδώ και ένα εικοσιτετράωρο, νεαρό, υπακούοντας στην εντολή του Ιησού, να σηκωθεί από το νεκροκρέβατο. Νεαρέ μου, σε σένα ομιλώ, σήκω. Ο εξουσιαστής της ζωής και του θανάτου, δίδει την εντολή. Το θαύμα έγινε. Ο νεαρός ανακάθισε και άρχισε να ομιλεί. Ο Κύριος τον έπιασε από το χέρι και τον παρέδωσε ζώντα στην μητέρα του. Είναι περιττό νομίζω να περιγράψουμε εδώ την έκπληξη, τον θαυμασμό και τις προς τον Θεόν δοξολογίες του λαού που ακολουθούσε τον μέχρι πριν λίγο νεκρό νεανίσκο.

Το σημερινό θαύμα, αγαπητοί μου αδελφοί, προσφέρει την ευκαιρία να σκεφτούμε μερικές αλήθειες. Φυσικά πρώτα - πρώτα πρέπει να σημειώσουμε ότι ο χριστιανός σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να απελπισθεί εξ αιτίας ενός θανάτου. Κι' αυτό γιατί πιστεύει στην μετά θάνατο ζωή. Γνωρίζει ότι είναι περαστικός από αυτή τη γη. Και το μόνο βέβαιο, στο χρόνο που ο Κύριος θα επιτρέψει να βρισκόμαστε εδώ, είναι ο θάνατος. Γι' αυτό και πρέπει συνεχώς να προετοιμαζόμαστε με τα κατάλληλα έργα, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, για την αποχώρησή μας από τον κόσμο αυτό, για να περάσουμε στην αιώνια βασιλεία του Θεού.

Μια δεύτερη αλήθεια είναι ότι πρέπει να πεισθούμε ότι δεν είμαστε μόνοι και απροστάτευτοι. Αντιμετωπίζουμε πληθώρα προβλημάτων, δυσκολιών καθημερινών. Απογοητευόμαστε. Απελπιζόμαστε και σταματάμε κάποτε και τις προσπάθειές μας. Χάνουμε τον ύπνο μας. Συγκρουόμαστε χωρίς λόγο, πολλές φορές, με τους συνανθρώπους μας, συγγενείς, φίλους. Προσπαθούμε χρησιμοποιώντας τις δυνάμεις μας, το νου μας, να λύσουμε τα προβλήματά μας, και καλά κάνουμε. Αλλά η προσπάθεια μας πρέπει να επεκτείνεται πέραν από τις ανθρώπινες δυνάμεις ή την βοήθεια των άλλων. Θα πρέπει να περιλαμβάνει και ένα άλλο παράγοντα. Στον παράγοντα αυτόν να ακουμπά με απόλυτη εμπιστοσύνη. Και παράγων αυτός, είναι ο προστάτης μας, Πανάγαθος Θεός. Βρίσκεται πάντοτε κοντά μας. Αρκεί να γυρίσουμε τα μάτια μας προς αυτόν. Αρκεί να Του το ζητήσουμε, άλλοτε με μια άφωνη εσωτερική δέηση και άλλοτε με μια παρακλητική προσευχή.

Και ένα τελευταίο, αγαπητοί μου αδελφοί. Τι περίμενε άραγε η δύστυχη και απελπισμένη μητέρα συνοδεύοντας τον μονάκριβό της στο τελευταίο του ταξίδι. Τι περίμενε εκτός από μοναξιές, εκτός από βάσανα και στερήσεις. Και όμως εκεί που όλα γύρω της φάνταζαν μαύρα και σκοτεινά, χωρίς καμιά ελπίδα, παρουσιάζεται ο Κύριος. Δίνει τη ζωή στο γιο της, χωρίς κάποιος να Του το ζητήσει. Δίνει στην χαμένη στην απελπισία της, χήρα, την απρόσμενη και απέραντη χαρά. Γι' αυτό, αγαπητοί μου, εκείνο που χρειάζεται είναι όχι μόνο να επιζητούμε την παρουσία και βοήθεια του Θεού στη ζωή μας και να προσευχόμαστε γι' αυτό. Εκείνο που είναι αναγκαίο, είναι να βλέπουμε το χέρι του Θεού στην καθημερινή μας ζωή. Μπορεί να μη συμβαίνουν κάθε μέρα, μεγάλα και κραυγαλέα θαύματα, αν και για τον Θεό δεν υπάρχει κάτι αδύνατο. Αλλά η ζωή μας είναι γεμάτη από μικρές αλλά τόσο αναγκαίες επεμβάσεις του Θεού. Μικρά θαύματα. Απρόσμενες λύσεις σε αδιέξοδα. Συμβαίνουν γεγονότα που εύκολα αποδίδουμε στις ικανότητές μας, λες και δεν είναι ο Θεός που μάς τις χάρισε. 'Η τα αποδίδουμε στη βοήθεια κάποιων ανθρώπων και λησμονούμε ότι και αυτοί εκτελούν έργο Θεού βοηθώντας μας στις δυσκολίες. Λοιπόν, να έχουμε ανοιχτά τα μάτια της ψυχής μας. Να βλέπουμε την παρουσία του Θεού στα μικρά και τα μεγάλα. Και όπως οι ακολουθούντες τον νεανίσκο «εδόξαζαν τον Θεόν», διαπιστώνοντας «ότι επεσκέψατο ο Θεός τον λαόν αυτού», να δοξολογούμε και εμείς τον Θεό γιατί παρά τα λάθη και τις αμαρτίες μας, μας επισκέφτηκε και βρίσκεται πάντοτε κοντά μας, βοηθός, προστάτης και συμπαραστάτης.

Αμήν

Δ.Γ.Σ.