Πώς πλησιάζουμε το Χριστό.
Πριν ν' αναστήσει,
αγαπητοί αδελφοί, ο Κύριος τη θυγατέρα του αρχισυνάγωγου Ιάειρου, θεράπευσε
κάποια άλλη γυναίκα, πού υπέφερε δώδεκα χρόνια από αιμορραγία και είχε ξοδεύσει
ανώφελα όλην την περιουσία της στους γιατρούς, χωρίς να ξαναβρεί την υγεία
της..
Πάνω σ’ αυτό το θαύμα της
θεραπείας της αιμορροούσας γυναίκας ας προσπαθήσουμε να κάνουμε λίγες σκέψεις.
Την ώρα λοιπόν πού ο Ιησούς πήγαινε για το σπίτι του Ιάειρου
και ο όχλος τον έσπρωχνε και τον πίεζε περικυκλώνοντάς Τον, η άγνωστη αυτή
γυναίκα κατάφερε να τον πλησιάσει και με άκρα ευλάβεια ν' ακουμπήσει την άκρη
του ιματίου του. Την ώρα εκείνη ακριβώς θεραπεύθηκε. Σταμάτησε η αιμορραγία
της.
Τότε στάθηκε ο Κύριος και
ρώτησε τους μαθητές του: ποιος με άγγισε. Κατάπληκτοι εκείνοι τον
διαβεβαιώνουν, ότι ο κόσμος κοντεύει να τον συνθλίψει. Ο Διδάσκαλός τους όμως
επιμένει, διότι, τους είπε, ένιωσε δύναμη να βγαίνει από πάνω του. Τη στιγμή
εκείνη εμφανίζεται η άρρωστη γυναίκα, τρέμοντας «ότι ακάθαρτος ούσα ήψατο του
καθαρού» (Ζιγαβηνός) και ομολογεί την αλήθεια. Τέλος απομακρύνεται ήσυχη αφού
άκουσε τη διαβεβαίωση του Κυρίου της: η πίστι σου σέσωκέ σε...
Έτσι υστέρα από δώδεκα
χρόνια ταλαιπωρία η Βερνίκη, ή Βερονίκη, σύμφωνα με την Παράδοση, ήτανε εκείνη
που απέκτησε την υγεία της, υγεία σωματική και ψυχική. επέτυχε το σπουδαίο αυτό
κατόρθωμα. Ήλθε στο Χριστό κοντά με την ανάλογη πίστη και τον αρμόζοντα φόβο
Θεού, και πέτυχε ατό που χρόνια αποζητούσε εδώ κι εκεί. Ας θυμηθούμε πώς
πλησίασε εκείνη το Χριστό καί πώς τον πλησίαζαν οι άλλοι. Άλλοι μεν, όπως οι
Γραμματείς, οι Φαρισαίοι, πλησίαζαν με φθόνο, ενώ άλλοι έτρεχαν κοντά του από
απλή περιέργεια καί πρόσκαιρο ενθουσιασμό.
Η αιμορροούσα όμως «εφάπτεται
εσωτερικώς δια της ψυχής καί της καρδίας» τον Κύριο. Το χέρι της μπορούμε να
πούμε είναι προέκταση της ψυχής της. Με πίστη βαθειά στη θεότητα του άπλωσε το
χέρι της στο πανάγιο ρούχο Του. Πίστεψε η πτωχή γυναίκα ότι Εκείνος μπορεί να
κλείσει τη δική της αιμάτινη πηγή της πολυχρόνιας οδύνης καί συμφοράς της. Πίστεψε
καί η πίστη της την έσωσε.
Με τέτοια πίστη καί φόβο
Θεού πλησίασε καί άγγιξε το Χριστό η μακαριά Βερονίκη.
Εμείς, γιατί κι εμείς με
το ένα ή τον άλλο τρόπο λέμε πως τον πλησιάζουμε. Πώς όμως τον πλησιάζουμε; Σαν
εκείνη ή σαν τον όχλο; ανευλαβώς, χωρίς φόβο Θεού ή διαφορετικά; Και πώς ο Θεός
να εισακούσει τις προσευχές μας, όταν με πίστη ισχνή, χωρίς φλόγα, χλιαρά καί
με αμφιβολία απευθύνουμε τα αιτήματά μας; «Πάντα, μας είπε, όσα εάν αιτήσητε εν
τη προσευχή πιστεύοντες, λήψεσθε» (Ματθ. 21, 22) ο δε Άγιος Ιάκωβος μας
συμβουλεύει: «αιτείτω δε εν πίστει, μηδέν διακρινόμενος• ο γαρ διακρινόμενος
έοικε κλύδωνι θαλάσσης ανεμιζομένω καί ριπιζομένω» (Ιακ. 1, 6).
Πώς ακόμη να ελπίζουμε,
όταν και μέσα στο ναό μερικές φορές δίνουμε την εντύπωση, ότι στερούμαστε το
φόβο του Θεού. Η Εκκλησία εύχεται «υπέρ των μετά πίστεως καί φόβω Θεού
εισιόντων εν αυτώ». Ιδίως όταν πηγαίνουμε να κοινωνήσουμε τα Άχραντα Μυστήρια,
τότε πού όχι απλώς εγγίζουμε το κράσπεδο του ιματίου του Χρίστου, όπως η
αιμορροούσα του σημερινού Ευαγγελίου, αλλά δεχόμαστε ολόκληρο το Σώμα Του, πώς
να περιμένουμε θεραπεία σωματική καί ψυχική, όταν καί τη φοβερή εκείνη ώρα δεν
έχουμε φόβο Θεού;
Να προσθέσουμε όμως εδώ
και κάτι άλλο. Κάτι πολύ παρεξηγημένο που νομίζουμε πως είναι η προσωποποίηση
της ευλάβειας μας ενώ στην πραγματικότητα είναι τύπος παρεξηγημένος και στείρος
που καμιά σχέση δεν έχει με την πραγματικότητα της Εκκλησίας. Κάτι που έρχεται σαν συμπέρασμα απ’ τη
σημερινή ευαγγελική περικοπή.
Οἱ γυναῖκες συνήθως, ὅταν αἱμορραγοῦν, ἀπὸ ἐσφαλμένη ἀντίληψη θεωροῦν ὅτι δὲν εἶναι καθαρές. Καὶ ὄχι μόνον δὲν παίρνουν θεία κοινωνία ἀλλὰ οὔτε κὰν ἀσπάζονται τὶς εἰκόνες. Ἐδῶ βλέπουμε ὅμως ὅτι ὁ Κύριος καταργεῖ τὴ λαθεμένη ἀντίληψη καὶ ἀσχολεῖται μὲ τὴν αἱμορροοῦσα, χωρὶς νὰ τὴ θεωρεῖ ἀκάθαρτη, καὶ τὴν ἐπαινεῖ γιὰ τὴν πίστη της καὶ τῆς παρέχει τὴ θεραπεία. Προφανῶς διότι ἡ αἱμορραγία τῆς γυναίκας, ὅπως καὶ ἡ φυσικὴ συνεύρεσή της μὲ τὸν ἄντρα της (γάμος), εἶναι φυσικὰ πράγματα καὶ δὲν εἶναι ἐφάμαρτα. Τὰ ἔδωσε καὶ τὰ εὐλόγησε ὁ Θεός. Καὶ ὅ,τι δίνει ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἁμαρτωλά. Ἄλλα εἶναι τὰ ἁμαρτωλά, ποὺ πρέπει νὰ κρατοῦν τὴ γυναῖκα, ἀλλὰ καὶ τὸ συνεργὸ ἄντρα, μακριὰ ἀπὸ τὴ θεία κοινωνία· ἡ ἔκτρωση, ἡ συστηματικὴ ἀκύρωση τῆς τεκνοποιίας, ἡ μοιχεία, ἡ πορνεία, οἱ ἐκτὸς γάμου σαρκικὲς σχέσεις καὶ πολλά παρόμοια. Ἂς τὸ ἔχουν ὑπ’ ὄψη τους κι ἂς δείχνουν τὸ φόβο τους ἐκεῖ ποὺ πρέπει καὶ κοστίζει, κι ὄχι ἐκεῖ ποὺ δὲν πρέπει καὶ δὲν κοστίζει.
Ιδού λοιπόν, αγαπητοί αδελφοί, το δίδαγμα
πού μας προτείνει η γυναίκα του σημερινού Ευαγγελίου, η Βερονίκη της
Παραδόσεως: Μετά φόβου Θεού καί πίστεως... προσέρχεσθε πάντοτε εις τον Χριστόν.
Αμήν.
(Από το βιβλίο: «Εν ολίγοις» του Αρχιμ.
Χρυσοστόμου Αβαγιανού – Εκδ. Ι. Μητρόπολις Μυτιλήνης)