Ένας γραμματέας, μας διηγείται ο ευαγγελιστής Λουκάς, αδελφοί μου, πλησίασε τον Κύριο μας και είχε ένα διάλογο μαζί του για το, πως θα εξασφάλιζε την αιώνιο ζωή. Στο διάλογο ο Κύριος του υπενθύμισε τις εντολές που έπρεπε να εφαρμόσει. Ανάμεσα σε αυτές ήταν και η αγάπη στον πλησίον. Ο γραμματέας θέλησε να διευκρινίσει την έννοια του πλησίον και ρώτησε ευθέως τον Κύριο μας «Ποίος εἶναι πλησίον μου» τον οποίο οφείλω να αγαπώ όπως και τον εαυτό μου. Και ο Χριστός τον βοήθησε να καταλάβει όχι μόνο ποιος θεωρείται πλησίον, αλλά και πως φανερώνεται και εκδηλώνεται η αγάπη μας σε αυτόν.
Ας παρακολουθήσουμε τις σκέψεις του Κυρίου μας για να μάθουμε και εμείς όπως και ο γραμματέας εκείνος «Ποίος εἶναι ὁ πλησίον μας.»
Καταρχάς θα πρέπει να πούμε, ότι από την παραβολή φαίνεται, ότι ο ερωτών γραμματέας σαν άνθρωπος που μελετούσε το νόμο του Θεού που γνώριζε από τη μελέτη του, ποιός θεωρείται κατά την άποψη της παλαιάς διαθήκης «πλησίον». Έρχεται όμως ο Χριστός και του ανατρέπει αυτήν την γνωστή του εντύπωση και μεταβάλλει οριστικά την έννοια του «πλησίον» . Με την ιστορία του «καλοῦ Σαμαρείτη» που διηγήθηκε ο Χριστός μας φανέρωσε ότι «πλησίον μας» δεν θεωρείται μόνο ο αδελφός μας. Ο άνθρωπος που έχει την ίδια πίστη με μας. Πλησίον δεν είναι μόνο τα μέλη της οικογένειας μας ή και οι ομόφυλοι μας. Πλησίον δεν είναι μόνο οι φίλοι και οι οικείοι μας. Είναι και αυτοί αλλά και άλλοι πολλοί. «πλησίον» είναι και οι εχθροί μας. «πλησίον» είναι και αυτοί που θεωρούνται ξένοι, και αυτοί που έχουν διαφορετική πίστη από εμάς. Ο κόσμος όλος, οι άνθρωποι όλοι, είναι «πλησίον» για το χριστιανό. Ο Χριστός έδωσε με τη σημερινή παραβολή ένα παγκόσμιο χαρακτήρα στην έννοια του «πλησίον» και κατάργησε κάθε φραγμό μέσα στην καρδιά του ανθρώπου έτσι ώστε να μπορεί μέσα σε αυτόν να χωρούν όλοι ακόμα και οι εχθροί μας.
Μελετώντας βαθύτερα ακόμη την προβολή ο Χριστός μας φανερώνει σε μια θαυμαστή διάσταση ποιός θεωρείται «πλησίον» για το χριστιανό. Δεν ανήκει στο χριστιανό να αποφασίσει ποιός θα είναι ο πλησίον του. Αλλά ο κάθε άνθρωπος που βρίσκεται σε δύσκολη θέση, έστω και αν είναι ο εχθρός του τον προσκαλεί να γίνει πλησίον του. Αυτό σημαίνει την παγκόσμια και πανανθρώπινη αγάπη. Έτσι λοιπόν συμπεραίνουμε ότι θεωρούμε «πλησίον» μας κάθε άνθρωπο που ο Θεός βάζει στο δρόμο μας.
Πριν ο Κύριος διευκρινίσει ποιός θεωρείται πλησίον, καθιέρωσε την αγάπη προς τον πλησίον. «ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σέ αὐτόν». Η αγάπη προς τον πλησίον συνοψίζει όλες τις εντολές. Αν αγαπάς, δεν θα ατιμάσεις, δε θα πορνεύσεις, δεν θα πεις ψέματα, δεν θα κλέψεις, δεν θα επιθυμήσεις τα υπάρχοντα του πλησίον. Η αγάπη προς τον πλησίον συνδέεται αδιάλυτα και άρρηκτα με την εντολή της αγάπης προς τον Θεό. Οι δύο εντολές είναι το αποκορύφωμα και το κλειδί του Νόμου. Ο Χριστός μας τόνισε κατηγορηματικά ότι υπό τις δύο αυτές εντολές της αγάπης του Θεού και του πλησίον, οι οποίες στην ουσία είναι μία εντολή δεν υπάρχει μεγαλύτερη από αυτές(Μαρκ.ιθ΄31).
Η αδελφική αγάπη είναι η τελείωση κάθε ηθικής υποχρεώσεως προς τον αδελφό μας. Ο Απόστολος Παύλος συνιστά : «διά τῆς ἀγάπης νά ἐξυπηρετεῖται ὁ ἕνας τόν ἄλλον»(Γαλ.ε΄14). Και αλλού : «σέ κανένα νά μή χρωστᾶτε τίποτα, παρά νά ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. Ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ τόν ἄλλον ἔχει ἐκπληρώσει τόν νόμο διότι τό μή μοιχεύσεις, μή φονεύσεις, μήν κλέψεις, μήν ἐπιθυμήσεις καί ὁποιαδήποτε ἄλλη ἐντολή συγκεφαλαιώνονται στά λόγια αὐτά . Ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὅπως τόν ἑαυτό σου. Ἡ ἀγάπη δέν προξενεῖ κακό στόν πλησίον, ἑπομένως ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ἐκπλήρωση τοῦ νόμου»(Πωμ.ιγ΄8-10). Η αδελφική αγάπη είναι η μοναδική εντολή, το μοναδικό και ποικιλόμορφο έργο κάθε ζωντανής Πίστεως. Ακούστε πόσο ξεκάθαρα ο ευαγγελιστής της αγάπης γράφει για την προς τον πλησίον αγάπη μας. «ἐάν πεῖ κανείς» αγαπώ τον Θεό, αλλά μισεί τους αδελφούς του και αυτός είναι ψεύτης, διότι εκείνος που δεν αγαπά τον αδελφό του, τον οποίον έχει δει, πως είναι δυνατόν να αγαπά τον Θεό, τον οποίον δεν έχει δει ποτέ; Αυτή την εντολή έχουμε από αυτόν :όποιος αγαπά τον Θεό, να αγαπά τους αδελφούς του »(ΑΊωαν.δ΄19-21). Περιμένοντας την παρουσία του Κυρίου η αγάπη προς τον πλησίον είναι η ουσιαστική απαίτηση σύμφωνα με την οποία θα κριθούν οι άνθρωποι. Αυτή είναι η διαθήκη που άφησε ο Ιησούς : «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους ὅπως ἐγώ σας ἀγάπησα»(Ιωαν.ιγ΄34).
Η χριστιανική αγάπη είναι πανανθρώπινη, χωρίς κανένα διαχωρισμό κοινωνικό ή φυλετικό, χωρίς περιφρόνηση για κανέναν. Κάτι περισσότερο, απαιτεί να αγαπά κανείς και τους εχθρούς του. Η αγάπη δεν απογοητεύεται και έχει ως προϋπόθεση την απεριόριστη συγνώμη, την αυθόρμητη κίνηση προς τον αντίπαλο, την υπομονή, το καλό που ανταποδίδεται αντί του κάκου.
Στον « Ὕμνο τῆς ἀγάπης» ο Παύλος φανερώνει την φύση και το μέγεθος της αγάπης. Χωρίς να παραβλέπει καθόλου τις καθημερινές απαιτήσεις της ισχυρίζεται ότι χωρίς την αγάπη τίποτα δεν έχει αξία και ότι αυτή μόνη θα επιζήσει των πάντων : αγαπώντας όπως ο Χριστός ζούμε ήδη μια θεική πραγματικότητα .Με Αυτήν η Εκκλησία οικοδομείται με αυτήν ο άνθρωπος καθίσταται τέλειος για να ζήσει σε κοινωνία με το ΘΕΟ. Με Αυτή την αγάπη ο πιστός παραμένει κοινωνός του Θεού. Αυτή ήταν και η τελευταία προσευχή του Κυρίου μας : «τούς ἔκανα γνωστό τό ὄνομά σου καί θά τό κάνω γνωστόν, διά νά εἶναι μέσα τούς ἡ ἀγάπη μέ τήν ὁποία μέ ἀγαπήσεις καί ἐγώ νά εἶμαι μέσα τους»(Ιωαν.ιζ΄26).
Αδελφοί μου
όταν ζούμε με αυτήν την αγάπη δίνουμε τη μαρτυρία με την οποία ο κόσμος μπορεί να αναγνωρίσει τον Ιησού Χριστό ως απεσταλμένο του Πατρός και ότι εμείς είμαστε μαθητές του Ιησού Χριστού.
«Ἀπό αὐτό θά ξέρουν ὅλοι ὅτι εἶστε μαθητές μου, ἐάν δηλαδή ἔχετε ἀγάπη μεταξύ σας»(Ιωαν.ιγ΄35).