Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2018

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΛΟΥΚΑ (Ο ΤΥΦΛΟΣ ΣΤΗΝ ΙΕΡΙΧΩ)


Αποτέλεσμα εικόνας για ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ ΛΟΥΚΑΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ
ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ & ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

Ἀρχιμανδρίτου Νικηφόρου Πασσᾶ
 Ἱεροκύρηκος Ἱερᾶς Μητροπόλεως


ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΛΟΥΚΑ (Λουκ. ιη΄, 35-43)

Κάνει ἴσως ἐντύπωση στὸν ἄνθρωπο, ὅταν ἀκούει τὸ ἐρώτημα ποὺ ἀπευθύνει ὁ Χριστὸς στὸν τυφλὸ τῆς πόλεως Ἱεριχοῦς. «Τί θέλεις νὰ σοῦ κάνω;». Μὰ ὁ τυφλὸς τί ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ ζητήσει ἀπὸ τὸν Χριστό παρὰ τὸ φῶς του; Πρὸς τί λοιπὸν ἐτοῦτο τὸ ἐρώτημα, τὸ ὁποῖο τελικὰ φαντάζει ὡς ἀφελές;
Ὁ Χριστὸς μὲ τὸ ἐρώτημά Του αὐτὸ ἐπιθυμεῖ νὰ κάνει σαφὲς στὸ πλῆθος πὼς ὁ τυφλὸς δὲν εἶναι ἕνας συνηθισμένος ἐπαίτης, μὰ πρόκειται «περὶ ἀνθρώπου ἔχοντος πίστη». Αὐτὴ ἄλλωστε ἡ πίστη τὸν ὁδηγοῦσε μὲ ἀσφάλεια πρὸς τὸν μόνο ποὺ μποροῦσε νὰ τοῦ δώσει τὸ φῶς του.
Καὶ ὅλ᾿ αὐτὰ εἶναι γνωστὰ στὸ Χριστὸ καὶ γίνονται γνωστὰ σήμερα στὸ πλῆθος. Ὁ τυφλὸς «ἐβόησε», λέγει τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ σημαίνει· ἐφώναξε μὲ ὅση δύναμη εἶχε. «Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Δαυῒδ ἐλέησόν με». Ἐκφράζοντας τὴ βαθειά του πίστη στὸν Χριστὸ καὶ τὴ βεβαιότητά του πὼς Αὐτὸς θὰ τὸν ἐλεήσει.
Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ σὲ ἐμᾶς· ὁ Χριστὸς γνωρίζει ὅλες μας τὶς ἀνάγκες καὶ ὅλες μας τὶς ἐλλείψεις. Ζητεῖ ὅμως ἐμεῖς οἱ ἴδιοι νὰ τὶς ποῦμε, νὰ τὶς κάνουμε αἰτήματα. Ἔτσι, ὅταν ἐμεῖς ἐκθέτουμε τὶς ἀνάγκες μας, τότε διδάσκουμε τοὺς ἑαυτούς μας νὰ ἐκτιμοῦν τὴν ἀξία τοῦ ἐλέους τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τοῦτο ἔχει μεγάλη σημασία καὶ βαρύτητα, γιατὶ ἀλλιῶς εἴμαστε ἀνάξιοι τοῦ ἐλέους καὶ τῆς βοηθείας Του.
Ὁ τυφλὸς τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου εἶχε ἀσφαλῶς ἀκούσει νὰ μιλοῦν γιὰ τὶς θεραπεῖες τοῦ Χριστοῦ· γιὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ φίλου Του Λαζάρου, ποὺ εἶχε συντελεσθεῖ πρὸ ὀλίγου χρόνου. Καὶ ὅλες αὐτὲς οἱ πληροφορίες εἶχαν ἐκτιμηθεῖ δεόντως ἀπ᾿ αὐτόν. Εἶχε λοιπὸν ὑπολογίσει στὸ ἔλεος τοῦ Χριστοῦ, γι᾿ αὐτὸ καὶ Τὸν ἀναζητοῦσε συνεχῶς. Ὅσο δὲ οἱ ἄλλοι τοῦ ἔλεγαν νὰ σωπάσει, ἐκεῖνος περισσότερο Τὸν ἀναζητοῦσε· «Ἰησοῦ, ἀπόγονε τοῦ Δαυῒδ ἐλέησόν με».
Σ᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ σημεῖο ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος παρατηρεῖ πὼς «μὲ τὸ νὰ λέγει ὁ τυφλὸς ἐλέησόν με, ἀποκαλύπτει ὅτι εἶχε κάποια ἐντύπωση σχηματίσει ἐντός του περὶ τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ καὶ ὄχι ὅτι ἦταν ἕνας ἁπλὸς καὶ κοινὸς ἄνθρωπος».
Ὀφείλουμε δὲ νὰ τονίσουμε, παρακινούμενοι ἀπὸ τὴν ἐμμονὴ τοῦ τυφλοῦ, πὼς καὶ ἡ δική μας παράκληση καὶ τὰ διάφορα αἰτήματά μας πρέπει νὰ εἶναι συνεχῆ. Νὰ ἐπιμένουμε ζητοῦντες καὶ στὸ τέλος θὰ εἰσακουστοῦμε, ὅπως ὁ τυφλὸς, ποὺ τελικὰ δικαιώθηκε καὶ ἔλαβε ὡς ἀμοιβὴ τὴ θεραπεία του.
Τιμήθηκε λοιπὸν δεόντως ὁ τυφλός. Ὁ Χριστὸς τὸν κάλεσε νὰ Τὸν πλησιάσει σωματικά. Αὐτὸν ποὺ μὲ τὴν πίστη του εἶχε ἀγγίξει. Τὸ ἱερὸ κείμενο τοῦ Εὐαγγελίου σημειώνει ὅτι «ὁ Χριστὸς διατάσσει νὰ τὸν φέρουν πλησίον Του». Καὶ ἔτσι ὁ τυφλὸς αἰσθάνθηκε τὴν χάρη τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐλεήθηκε.
Ὅλη δὲ αὐτὴ ἡ κατάσταση ἔγινε καὶ ἡ θεραπεία συνετελέσθη, χάρη στὴν πίστη τοῦ τυφλοῦ, ποὺ τελικὰ βραβεύεται. «Ἡ πίστη σου σὲ ἔσωσε», τοῦ λέγει ὁ Χριστός. Ἀκολούθως ἔχουμε τὴ δοξολογία ὄχι μόνο ἀπὸ τὸν τυφλό ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν λαό. «Καὶ ὅλο τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ, ὅταν εἶδε τὸ θαῦμα, ἐδοξολόγησε καὶ ὕμνησε τὸ Θεό», σημειώνει τὸ ἱερὸ κείμενο τοῦ Εὐαγγελίου.
Ἔτσι στὴ θεραπεία τοῦ τυφλοῦ ἔχουμε νὰ παρατηρήσουμε καὶ ἐτοῦτο τὸ σημαντικὸ, ποὺ γίνεται γιὰ πρώτη φορά· ὅτι ὁ Χριστός, ἐνῶ σὲ ὅλα τὰ θαύματά Του παραγγέλει «μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός», νὰ μὴν τὸ ποῦν σὲ κανένα, ἐδῶ στὸ σημερινὸ τυφλό, ἐπιτρέπει νὰ ἐκδηλώσει δημοσίως τὴν εὐγνωμοσύνη του πρὸς Αὐτόν. Καὶ ἀφήνει τὸ πλῆθος νὰ ἐκφράσει μὲ ζωηρότητα τὸ θαυμασμὸ καὶ τὴν χαρά του. Ὅλ᾿ αὐτὰ γίνονται, ἐπειδὴ ἤδη ὁ καιρὸς τῶν ἐπιφυλάξεων ἔχει παρέλθει καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο χρόνο ὁ Χριστὸς θὰ φθάσει στὸ πάθος Του.
Μὰ τελικὰ ὅλοι ἐμεῖς οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι ὀφείλουμε νὰ δοξολογοῦμε τὸ Θεό ὄχι γιὰ τὰ ἐλέη Του πρὸς ἐμᾶς, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὰ ἐλέη ποὺ παρέχει πρὸς τοὺς ἄλλους.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ τυφλὸς ζήτησε τὸ φῶς του, γιὰ νὰ δεῖ ὄχι μόνο τὸν κόσμο γύρω του, ἀλλὰ γιὰ ν᾿ ἀντικρύσει τὸν Χριστό. Αὐτὸν ποὺ μέσα του γνώριζε καὶ πίστευε καὶ περίμενε νὰ Τὸν συναντήσει. Καὶ ἀξιώθηκε νὰ Τὸν πλησιάσει, νὰ θεραπευτεῖ καὶ νὰ δεῖ μὲ τὰ δικά του πιὰ μάτια τὸ πρόσωπό Του.
Συνεπῶς σήμερα ἐμεῖς ποὺ βλέπουμε καὶ δὲν ἔχουμε τέτοιο πρόβλημα ὅπως ὁ τυφλός, ἔχουμε πόθο νὰ ἰδοῦμε τὸν Χριστό; Ὄχι φυσικὰ μὲ τὰ σωματικὰ μάτια μόνο· αὐτὸ δὲν φθάνει. Μὰ μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μας. Αὐτὰ ποὺ γνωρίζουν νὰ βλέπουν καλύτερα καὶ νὰ μᾶς ἀνοίγουν καινούργιους δρόμους μὲ νέες προοπτικές. Αὐτοὺς τοὺς δρόμους κι αὐτὲς τὶς προοπτικές, ποὺ μᾶς χαρίζουν τὴν ἐσωτερικὴ γαλήνη καὶ ἠρεμία, γιατὶ φωτίζονται ἀπὸ τὴν πηγὴ τοῦ φωτός, τὸν Χριστό.