Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2022
ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΚΡΙΣΙΣ
Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2022
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ
Με αποσπάσματα από το βιβλίο του Αρχιμ. Βασιλείου, Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Ιβήρων)
«Η παραβολή του ασώτου υιού»
Η ευαγγελική παραβολή
Και πάλι σήμερα, αδελφοί μου,
δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου παραβολή η γνωστή σε όλους μας παραβολή του
Ασώτου.
Ένας άνθρωπος έχει δύο γιούς. Ο
νεότερος γιος ζητάει χωρίς περιστροφές από τον πατέρα του το μερίδιό του από
την κληρονομιά.
Και ο πατέρας του δίνει το κομμάτι,
το επιβάλλον μέρος της περιουσίας, που ζητάει. Είναι άρχοντας αγάπης. Δεν
ενδιαφέρεται για τον εαυτό του. Ενδιαφέρεται να σώσει το παιδί του. Αυτό
βρίσκεται στο σκοπό της ζωής του, είναι καταξίωση του είναι του. Δεν τον
ενδιαφέρει τι θα πει ο κόσμος, όπως ενδιαφέρει τόσο πολύ εμάς για το πως θα
χαρακτηρίσουν το παιδί μας για τις αστοχίες του, δεν τον ενδιαφέρει αν θα χάση
το κύρος του, αν παρουσιαστεί ως πατέρας αποτυχημένος, με παιδί που αφήνει το
σπίτι και φεύγει μακριά. Η αγάπη του πατέρα πάει πιο μακριά απ' ό,τι μπορεί να
πάει η κρίση του κόσμου ή η ανταρσία του γιου του. Για τον λόγο αυτό δεν του
κάνει διδασκαλία με λόγια. Τώρα πρέπει να τον αφήσει να περιπλανηθεί, να πάθει,
να μάθει, να δει προσωπικά το ψεύδος και τις ανυπόστατες απάτες.
Αυτό ξέρει ο πατέρας, ότι είναι κάτι
θανάσιμα επικίνδυνο, αλλά δεν βλέπει άλλη λύση. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι
να τον συντροφεύει πάντοτε με την αγάπη του, που υπάρχει στο σπίτι, αλλά
απλώνεται παντού. Δίνει αγωγή στο παιδί του υποφέροντας μυστικά ολόκληρος,
βγαίνοντας στο σταυρό της αναμονής. Το θέμα δεν είναι ο πατέρας να κρατήσει δια
της βίας τον γιο κοντά του, αλλά να του δώσει τη δυνατότητα, να δημιουργήσει
τις προϋποθέσεις, ώστε ο ίδιος μόνος του να έλθει προς αυτόν.
Και ο άσωτος φεύγει. Πηγαίνει για να
ζήσει σε μια χώρα ξένη, όπου τα πάντα ξοδεύονται χωρίς να ανανεώνονται. Αλλά
μετά από λίγο μένει μόνος. Οι φίλοι του έμειναν κοντά του όσο κράτησαν τα
πλούτη του. Αρχίζει να ζει την έκπτωση και την εξαθλίωση. Και όταν πηγαίνει να
ζητήσει βοήθεια τον σπρώχνουν πιο χαμηλά. Τον στέλνουν να βόσκει χοίρους. Τον
κάνουν χοιροβοσκό. Του αρνούνται τη φύση του, την ανθρωπιά του, την αξιοπρέπειά
του, την ευγένειά του.
Η επιστροφή και η μετάνοια
Όμως, η δοκιμασία του νεότερου γιου
στη μακρινή χώρα φανέρωσε και το τι έκρυβε μέσα του, τι αντοχή είχε, τι έμεινε
ανέπαφο, σε ποιόν να καταφύγει, που υπάρχει τροφή, ζωή και ανάσταση για όλους.
Και αρχίζει να μονολογεί: "Μπορεί
να τα έχασα όλα! Μπορεί να χάθηκα κι εγώ. Κυριολεκτικά να πέθανα. Αλλά υπάρχει
κάτι που δεν χάνεται, δεν πεθαίνει. Είναι ο πατέρας μου και η αγάπη του. Δεν
σκέφτομαι τα παιδιά του - είμαι ανάξιος για κάτι τέτοιο - σκέφτομαι τούς
υπηρέτες του, πως τούς φέρεται, πως τούς χορταίνει. Θα σηκωθώ και θα γυρίσω
πίσω και θα πω στον πατέρα μου: Αμάρτησα στον ουρανό και ενώπιόν σου. Σε σένα
που έχεις τέτοια αγάπη που γεμίζει ουρανό και γη. Σε σένα που ακόμη εδώ, στη μακρινή
χώρα της στέρησης και της κόλασης, με συνοδεύεις. Δεν είμαι άξιος να λέγομαι
γιος σου. Ξέπεσα, έχασα την υιοθεσία. Αυτή είναι η αμαρτία μου. Δεν είναι η
περιουσία σου που σπατάλησα. Καθύβρισα τη μια σχέση του παιδιού προς τον
πατέρα. Πάτερ ήμαρτον".
Και ο άσωτος παίρνει το δρόμο της
επιστροφής. Πριν ακόμη φθάσει στο σπίτι, ο πατέρας τον βλέπει από μακριά και
τρέχει. Χωρίς να του πει τίποτα, πέφτει ολόκληρος στην αγκαλιά του και τον
καταφιλεί. Ήδη ο γιος κατάλαβε, πήρε την απάντηση. Ο πατέρας άκουσε την
εξομολόγηση. Γιατί πάντοτε ήταν μαζί με το παιδί του. Αυτό το οποίο παρακαλώ να
προσέξουμε είναι ότι η πρώτη λέξη της ομολογίας του δεν είναι "συγχώρα
με", αλλά "πατέρα". Είναι το όνομα του πατέρα που ανεβαίνει από
τα βάθη του είναι του και του δίνει το θάρρος να ελπίζει.
Η πατρική αγάπη
Εκείνη τη στιγμή ο άσωτος ομολογεί
το λάθος του και σιωπά. Δεν μπορεί να συνεχίσει. Τα χάνει με τον χείμαρρο της
αγάπης του πατέρα που τον διαλύει. Και το λόγο παίρνει ο πατέρας που μιλά
ξεκάθαρα εν σιωπή. Δεν λέει στο παιδί του για τον εαυτό του. Ούτε αν πόνεσε,
ούτε πόσο πόνεσε όταν έφυγε. Ούτε πόσο χαίρεται τώρα που γύρισε. Ούτε τον
μαλώνει για να δικαιώσει τον εαυτό του. Αυτά δε λέγονται. Διότι η μυσταγωγία
της σχέσης τους ιερουργείτε σε χώρο βαθειάς σιωπής. Έτσι νίκησε η πατρική αγάπη
το θάνατο, το ψυχικό θάνατο. Και άναψε τούτη η χαρά, το πανηγύρι, που ενδύεται
και πάλι ο γιος την στολή την πρώτη, και φορά το δακτυλίδι της υιοθεσίας, και
θύεται ο μόσχος ο σιτευτός.
Οι δικές μας επιστροφές
Ο άνθρωπος
που αισθάνεται τον κόσμο αυτόν τόσο δικό του, που ποτέ δεν δοκίμασε νοσταλγία
για μια διαφορετική πραγματικότητα, δεν μπορεί να κατανοήσει ούτε τύψεις, ούτε
μετάνοια. Βρίσκεται σε «χώρα μακρά»,
σε μια πνευματική έρημο, απομονωμένος, αποξενωμένος από τον Θεό-Πατέρα και έτσι
δύσκολα μπορεί να νιώσει τη χαρά της κοινωνίας μαζί Του. Εκεί δυσκολεύεται να αναγνωρίσει ότι έχει συντρίψει
την πνευματική του ομορφιά, την αληθινή ζωή, πως κάτι στο ίδιο το υλικό της
ζωής, κάτι πολύτιμο, καθαρό και όμορφο, έχει καταστραφεί και διαλυθεί. Και από
δω και πέρα ξεκινά η επιστροφή. «Αναστάς
πορεύσομαι προς τον πατέρα μου». Η στιγμή της μεγάλης απόφασης και της
μεγάλης εκλογής. Και τούτο είναι η μετάνοια. Είναι η ολοκληρωτική αλλαγή. Είναι η οντολογική μετάλλαξη
του ανθρώπου από την κατάσταση της εγωπαθούς αυτάρκειας στην κατάσταση της
συναίσθησης της αμαρτωλότητας. Είναι η μετάβαση στο πνεύμα της ταπείνωσης και
της συντριβής μπροστά στον απόλυτα αγαθό Θεό. Είναι η συνειδητοποίηση της
πτωτικής μας κατάστασης, της επώδυνης τραυματικής εμπειρίας μας και της
απουσίας διαύλων της χάριτος του Θεού στον εαυτό μας. Είναι το πρώτο βήμα για
την οντολογική μας αποκατάσταση. Έπεται η υλοποίηση της απόφασης για την
έμπρακτη αλλαγή της νοοτροπίας μας και τη διόρθωση της πορείας μας προς το Θεό.
Δεν είναι
της ώρας να αναλύσουμε τη σχέση που έχει ο καθένας μας με τον πατέρα, και με το γιο. Αυτό όμως για το οποίο πρέπει
να είμαστε βέβαιοι όλοι είναι, ότι μπορούμε να γυρίσουμε στον Πατέρα μας, γιατί
εκείνος είναι η ζωή, η επικύρωση της αξιοπρέπειάς μας, η επανεύρεση της
ανθρωπιάς μας.
Αναστάς
πορεύσομαι προς τον πατέρα μου. Πόσο απλό αλλά και πόσο δύσκολο.
Από αυτά όμως τα λόγια εξαρτώνται όλα τα άλλα. Όλα εξαρτώνται από την αυθεντική
μετάνοια, από το φωτισμό του νου, της καρδιάς και της ψυχής που αναγνωρίζει το
φως της θείας αγάπης και προσδοκά ανά πάσα στιγμή να πληρώσει αυτή τη ζωή.
Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου 2022
ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ
Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2022
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ - ΧΑΝΑΝΑΙΑΣ
«Κυνάριον», σκυλάκι δηλαδή, αποκαλεί ο
Χριστός τη Χαναναία, την ειδωλάτρισσα που ακολουθεί με παρακλητικές κραυγές τον
Κύριο. Με τον τόσο αβάστακτο ανθρώπινο μητρικό της πόνο, η Συροφοίνισσα,
Ελληνίδα, όπως σημειώνει ο ευαγγελιστής Μάρκος, προσέρχεται στον Χριστό. Ζήτησε
προηγουμένως την βοήθεια και από γιατρούς, και πολύ πιθανόν και από τους
ειδωλολάτρες ιερείς και από μάγους. Μα κόρη της εξακολουθεί να δαιμονίζεται και
εκείνη είναι ανήμπορη να τη βοηθήσει με τα ανθρώπινα μέσα που διαθέτει. Τώρα
πλέον αφού είδε ότι τίποτα δεν κατάφερε, προσφεύγει στο Χριστό. Αποδέχεται την
δύναμη Του. Πιθανόν έμμεσα δέχεται και την θεία Του προέλευση. Ζητά να την
ελεήσει, να θεραπεύσει την κόρη της. Κι ενώ είναι ιδιαίτερα πειστική και
απαιτητική, Εκείνος της αρνείται την βοήθεια Του. Της αρνείται γιατί πρώτα,
λέει, πρέπει να φροντίσει «τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ». Πρέπει πρώτα
να βοηθήσει τους Ισραηλίτες που ξέφυγαν από τον νόμο του Θεού. «Ουκ έστι καλόν
λαβείν τον άρτον των τέκνων και βαλείν τοις κυναρίοις». Επομένως δεν είναι
σωστό να παίρνει το ψωμί των παιδιών Του και να το δίνει στα σκυλιά. Ωστόσο την
άρνηση του Κυρίου αντιμετωπίζει με την έξυπνη απάντησή της. Ναι, αλλά τα
σκυλάκια, απαντά στον Χριστό, τρέφονται από τα ψίχουλα που πέφτουν από το
τραπέζι του κυρίου τους.
Η απάντηση του Κυρίου μας, αγαπητοί
μου, αναμενόμενη άλλωστε, δηλωτική του θαυμασμού Του, είναι απλή αλλά και
θετικά αποτελεσματική. «Ω γύναι, μεγάλη σου η πίστις, γενηθήτω σοι ως
θέλεις».
Σημαντικά τα διδάγματα, που μάς προσφέρει η σημερινή ευαγγελική
περικοπή. Η πειστική αλλά και έξυπνη απλότητα που φανερώνει την πίστη της
Ελληνίδας ειδωλολάτρισσας, που επιτυγχάνει την θαυματουργική θεραπεία της κόρης
της, είναι το ένα. Η δύναμη της προσευχής είναι το άλλο.
Ο Κύριος, αγαπητοί Χριστιανοί,
βρίσκεται σε περιοχές που κατοικούνται κυρίως από ειδωλολάτρες, εθνικούς. Η
Χαναναία τρέχει φωνάζοντας πίσω από τον Κύριο. Εκείνος την διώχνει. Αυτή
επιμένει. Επιμένει και κερδίζει. Πείθει πρώτα τους μαθητές Του να γίνουν
μεσίτες της. Πείθει τελικά τον Κύριο για την πίστη της. Να γίνει ό,τι θέλεις.
Να γίνει αυτό που πιστεύεις. Καταπληκτική η απάντηση. Σημειώνει στο τέλος της
περικοπής ο Ευαγγελιστής Ματθαίος: «και ιάθη η θυγάτηρ αυτής από της ώρας
εκείνης». Γιατρεύτηκε η κόρη της από εκείνη τη στιγμή. Επιβεβαιώνει ένα ακόμη
υπερφυσικό θαύμα. Χαρακτηριστικός τρόπος της προσφυγής μας στο Θεό, αγαπητοί
μου αδελφοί, είναι η προσευχή.
Η προσευχή, αγαπητοί Χριστιανοί, είτε
ιδιαίτερα, μακριά από άλλους, με λόγους ή και με σκέψεις, είτε δημόσια, στο
ναό, μαζί με τους άλλους χριστιανούς αδελφούς μας, με ψαλμούς ή ενδόμυχες
ευχές, είναι ο τρόπος επικοινωνίας με το θείο. Προσευχή σταθερή και καθαρή από
αμφιβολίες, με βαθιά πίστη. Αυτή η προσευχή θα έχει ασφαλώς αποτελέσματα στην
ζωή μας, στα καθημερινά προβλήματά μας. Και εφόσον διακρίνεται και για την
επιμονή, την ακαταπόνητη προσευχή, δεν θα είναι μακριά από εμάς η απάντηση του
Κυρίου μας: «γενηθήτω σοι ως θέλεις». Ας γίνει ό,τι θέλεις προς το συμφέρον της
ψυχής σου, της σωτηρίας σου.
Αδελφοί μου! Αναφερόμενοι στην προσευχή
και στη δύναμη της, τούτη τη στιγμή και μάλιστα στο μέσον της Θείας
Λειτουργίας, ας πούμε δυο λόγια και για την πιο μικρή μα αφάνταστα δυνατή
προσευχή. Ποια είναι αυτή; Σε
κάθε δέηση που αναπέμπει η Εκκλησία, που ζητούμε υλικά και πνευματικά αγαθά, τι
απαντούν οι ψάλτες εκ μέρους του λαού; «Κύριε, ελέησον». Το λέει μόνο ο ψάλτης·
πρέπει να το λέει όλη η Εκκλησία. «Κύριε, ελέησον», σώσε μας, δος μας αυτά πού
έχουμε ανάγκη σαν πατέρας πού είσαι. Το «Κύριε, ελέησον» είναι ή πιο σύντομη
προσευχή. Δυο λέξεις είναι, αλλά Τι δύναμη έχουν, όταν λέγονται όπως πρέπει, με
βαθιά πίστη και αφοσίωση!
Το
«Κύριε, ελέησον» το είπε και ή γυναίκα του σημερινού ευαγγελίου και έκανε
θαύμα. Ένα ψίχουλο, Κύριε, θέλω· δε ζητώ το ψωμί σου ολόκληρο... Τι μεγάλα
λόγια αυτά! Ένα ψίχουλο από την άπειρο δύναμη του Χριστού ζήτησε. Κι ο Χριστός,
που είδε αυτή την πίστη, αυτή την ταπείνωση, αυτή την επίμονο προσευχή, της
είπε· «Ω γύναι, μεγάλη σου ή πίστης! γενηθήτω σοι ως θέλεις...» (ε.ά. 15,28).
Ας
διδαχθούμε, απ’ αυτό κι εμείς. Η Εκκλησία μας δεν είναι ψέμα· δεν μας
παραπλανά· δεν μας κοροϊδεύει· δεν μας οδηγεί σε απατηλά, ψεύτικα και
καταστρεπτικά μονοπάτια όπως κάνουν όλοι οι άλλοι. Η επικοινωνία με το Θεό
είναι ζωντανή, ολοζώντανη. Μπορεί να είναι
και είναι ψέμα το χρήμα, η δόξα, οι θέσεις· ο ήλιος, ακόμα και η γη, μπορεί να είναι
ψέμα· τα πάντα. Ένα μονάχα δεν είναι ψέμα. Ο Κύριος μας. Η πίστη μας. Η
εκκλησία μας. Να μιμηθούμε λοιπόν κι εμείς τη Χαναναία. Ας γονατίζουμε και ας
προσευχόμαστε λέγοντας ακαταπαύστως το «Κύριε, ελέησον».
Το
«Κύριε, ελέησον» το λέγανε οι άγιοι και έκαναν θαύματα. Τα παλιά τα χρόνια το
λέγανε όλοι οι Χριστιανοί γονατιστοί και με δάκρυα. Στη 'Ρωσία το λέει ο πιστός
λαός και βουίζει η εκκλησία. Στο Άγιο Όρος κρατούν κομποσχοίνι όλη νύχτα· κάθε
κόμπος κ' ένα «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με». Εμείς; Τυπικά… παρόντες στην
εκκλησία με το σώμα, απόντες με το πνεύμα χωρίς συναίσθηση, χωρίς ρίγος.
Το
«Κύριε, ελέησον» είναι η πιο μικρή προσευχή. Μπορεί να την πει κι ένας
αγράμματος, μπορεί να την πει και το μικρό παιδί, και το νήπιο, κι ο
ασπρομάλλης γέρος. Ο άρρωστος, ο ανήμπορος, ο κλινήρης, ο κουρασμένος, ο
καθένας. όλοι μας· παντού και πάντα σε κάθε στιγμή, σε κάθε περίπτωση και
περίσταση. Και ό Θεός ακούει το «Κύριε, ελέησον».
Αδελφοί
μου! Οι περιστάσεις, κακώς βέβαια, και η τρεχάλα της ζωής, οι του βίου
μέριμνες, μας κλέβουν συνεχώς το χρόνο της προσευχής. Ακόμα και στην Εκκλησία δυσκολευόμαστε να
πάμε. Τουλάχιστον ας λέμε, εκεί που είμαστε, το «Κύριε, ελέησον». Κάθεσαι να
φας, «Κύριε, ελέησον». Βράδιασε, «Κύριε, ελέησον». Ξημέρωσε, «Κύριε, ελέησον».
Πας στη δουλειά, «Κύριε, ελέησον». Σκάβεις τη γη, «Κύριε, ελέησον». Βόσκεις τα
ζώα, «Κύριε, ελέησον». Είσαι εργάτης, «Κύριε, ελέησον». Είσαι αξιωματικός,
«Κύριε, ελέησον». Είσαι στρατιώτης, «Κύριε, ελέησον». Είσαι αμαρτωλός, «Κύριε,
ελέησον».
Το
«Κύριε, ελέησον» κάνει θαύματα. Αυτό που ζητούμε θα μας το δώσει ο Θεός, γιατί
είναι πατέρας. Λέει ο Χριστός· «Ποιος πατέρας ζητεί το παιδί του ψωμί, και του
δίνει πέτρα; ή ζητεί ψάρι, και του δίνει φίδι;» (Ματθ. 7,9-10' Λουκ. 11,11). Αν
ό επίγειος πατέρας ενδιαφέρεται για τα παιδιά του, πολύ περισσότερο εκείνος πού
του λέμε «Πάτερ ημών...». Θα μας τα δώσει αυτά ο Θεός, εάν πιστεύουμε
πραγματικά, εάν είμεθα Χριστιανοί! ΑΜΗΝ.