Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2022

ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΚΡΙΣΙΣ



Αυτό-αποθέωση, Φαρισαϊκή,  και ζωή «εις χώραν μακράν», εγωκεντρισμός και καταπάτηση της «πατρικής αγάπης», είναι οι παράγοντες οι οποίοι  μας κατευθύνουν στην αποδημία του Ασώτου και οδηγούν, στην  με μαθηματική ακρίβεια αποδεδειγμένη, καταστροφική πορεία της προσωπικής μας εξορίας.
          Αυτό το μήνυμα σαλπίζει η Εκκλησία μας, τις δυο προηγούμενες Κυριακές - Τελώνου και Φαρισαίου  και Ασώτου - της πρώτης της, «προφωνήσημης» όπως ονομάζεται περιόδου του Τριωδίου.
          Ο Φαρισαίος, κραυγαλέο παράδειγμα ναρκισσιστικής αυτό-αποθέωσης, βιώνει άμεσα την οδύνη της υπαρξιακής του μοναξιάς και για να υπερπηδήσει την αρρωστημένη του κατάσταση, ρίχνει τις ευθύνες σ’ όλους τους άλλους. «Ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων».
          Ο Άσωτος, της δεύτερης Κυριακής, ζει κι αυτός αρχικά, σ’ ένα κόσμο αλλοτριωμένο. Στον απατηλό κόσμο της ψεύτικης της ζημιογόνου ελευθερίας, όπου κυριαρχεί η σωματική απόλαυση, η ικανοποίηση και μόνο των αισθήσεων και η αδιαφορία για οτιδήποτε άλλο. Στην ουσία ζει  κι αυτός μόνος. Απομακρυσμένος  από “την πατρική οικία”, αποκομμένος από την αγάπη και την ασφάλεια που περιβαλλόταν εκεί μέσα, αποχαυνωμένος από τα ψεύτικα «ζήτω», τα προσποιητά χαμόγελα και τα πληρωμένα χειροκροτήματα, βρίσκεται σε κατάσταση εξορίας και αποκοπής .
          Αποξένωση λοιπόν από την μόνη πηγή  ζωής, το Θεό, με Φαρισαϊκό εγωκεντρισμό και δραστηριότητες που περιορίζονται μόνο μέσα στα όρια της βιολογικής εμβέλειας, είναι η κύρια αιτία της υλιστικής αντίληψης για τη ζωή , της θεώρησης των πάντων με κέντρο τον εαυτό μας ,το κλείσιμο σε πύργο Βαβελικό και εκζήτησης της ελευθερίας στην ικανοποίηση των παθών.
          Μια ζωή όμως αμετανόητη, μια αποδημία «εις χώραν εξορίας», χωρίς επιστροφή,  μια απομάκρυνση «από το πατρικό σπίτι», είναι αδύνατον να μας επαναφέρει στην «πατρική αγκαλιά», αν δεν αναγνωρίσουμε προηγουμένως την κατάσταση στην οποία περιήλθαμε , αν δεν πούμε ειλικρινά “Ω πόσων αγαθών υστέρημαι ο ταλαίπωρος εγώ… !”
            Aν δεν πάρουμε την γενναία απόφαση της επιστροφής, “αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου”, δυστυχώς θα συνεχίσουμε να παραμένουμε ξένοι, σε ξένη χώρα, απόμακροι, δυστυχισμένοι, λιμοκτονούντες για ζεστασιά και αγάπη, στερημένοι της Θείας παρουσίας.
          Τούτο ακριβώς μας δείχνει η σημερινή, η τρίτη Κυριακή του Τριωδίου, η Κυριακή “των Απόκρεω”. Εδώ πλέον κυριαρχεί η δικαιοσύνη. Η δίκαια κρίση του Θεού. Η ανταμοιβή του καθενός μας ανάλογα με την επιλογή που έκανε. “Την πατρικήν οικίαν” ή “την χώραν μακράν”. Την επιστροφή ή την αποδημία. Την μετάνοια ή την εγωπαθητική αμετανοησία.
          «Όταν δέ έλθ¨ ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξ¨ αυτού, κα´ πάντες οι Άγιοι Άγγελοι μετ’ αÇτοË, τότε καθίσει πί θρόνου δόξης αÇτοË. Κα´ συναχθήσονται έμπροσθεν αυτού πάντα τ έθνηû κα´ αφοριεί αÇτους π’ αλλήλων, ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα από των ερίφωνû και στήσει τα μεν πρόβατα εκ δεξιών αυτού, τ δ ερίφια εξ ευωνύμων».
          Αυτή λοιπόν η παραβολή, η παραβολή της «Μελλούσης Κρίσεως», εντεταγμένη σοφά μέσα στην περίοδο του Τριωδίου και μια βδομάδα πριν μπούμε στην Μ. Τεσσαρακοστή, μας καλεί να επανεξετάσουμε τον εαυτό μας, τη συνείδηση μας, τις πράξεις μας, τη ζωή μας ολόκληρη, με γνώμονα την σωτήριο απόφαση για επιστροφή, για μετάνοια. Να αποτινάξουμε από πάνω μας τον καταστροφικό ζυγό της ραθυμίας. Να επαναπροσδιορίσουμε τους στόχους μας και να στοχεύσουμε στην ανείπωτη και ατελεύτητη μακαριότητα που υπάρχει στην «πατρική αγκαλιά», στην επουράνια Βασιλεία.
          Γράφει ο Νικηφόρος Ξανθόπουλος για το σκοπό της Κυριακής αυτής :
«Αυτήν οι θειότατοι πατέρες μετά από τις δύο παραβολές εθέσπισαν ,ώστε μαθαίνοντας κάποιος την φιλανθρωπίαν του Θεού, να μην ζει με αμέλεια λέγοντας. Ότι είναι φιλάνθρωπος ο Θεός και όλες μου τις αμαρτίες θα τις συγχωρήσει. Αυτή λοιπόν την φοβερά ημέρα εδώ κατέταξαν, για να συνεφέρουν με τη μνήμη του θανάτου και της προσδοκίας των ερχομένων δεινών, όσους ζουν με αμέλεια, και να μην ελπίζουν μόνο στην φιλανθρωπία του Θεού αλλά και να μάθουν ότι είναι και δίκαιος κριτής και αποδίδει στον καθέναν κατά τα έργα αυτού».
          Προτροπή λοιπόν προς μετάνοια και στη σημερινή Κυριακή και μάλιστα πιο έντονη. Μέσα προτροπής για την αφύπνιση και των πιο ραθύμων, ώστε να συναισθανθούν την αποστασία τους και να «έλθουν εις εαυτόν», ο ιερός φόβος που προκαλεί η φοβερά «Μέλλουσα κρίσις». Φόβος και αγωνία για την επερχόμενο δικαστήριο, για τη φανέρωση και των πιο κρυφών μας πράξεων, για την αιωνιότητα της καταδίκης και της κολάσεως.
          «…Σε πιάνει φόβος πράγματι εμπρός στον πύρινο ποταμό, που σέρνει όλους τους ανθρώπους στο κριτήριο! Κ’ εκείνος ο φόβος, με τη βοήθεια του λειτουργικού χρόνου του αιωνίου παρόντος, που ζει η εκκλησία, μας αγγίζει και σήμερα, σαν να είμαστε μπροστά στο τρομερό κριτήριον, όπου: ανοίγονται τα μεγάλα βιβλία, φανερώνονται οι κρυφές πράξεις και αμαρτίες μας, μπροστά σε όλους τους αγγέλους και ανθρώπους, και χωρίζονται τα πρόβατα από τα ερίφια, όπως μας λένε τα ιερά κείμενα. Γι’ αυτό κ’ οι Χριστιανοί δέονται από τώρα και παρακαλούν»: ( Π.Β.Πάσχος. Ο ΓΛΥΚΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ ΣΕΛ.115 ).
«…Τότε ημών φείσαι κα´ μοίρας καταξίωσον, Χριστέ, των σßζομένων ως εύσπλαγχνος, πίστει δυσωπούμεν σε.»
            «Η μετάνοια λοιπόν είναι ο ασφαλής δρόμος που οδηγεί στην Βασιλεία των Ουρανών. «Ήγγικεν η Βασιλεία των ουρανών» έλεγε ο Κύριος, γι’ αυτό «μετανοείτε». Όταν στη Αγία Γραφή γίνεται λόγος για Βασιλεία των Ουρανών, εννοείται ο Χριστός και η κοινωνία μαζί Του, διότι όπου είναι ο βασιλεύς εκεί και η βασιλεία, αφού δεν νοείται βασιλεία, χωρίς βασιλέα. Ο Θεάνθρωπος Χριστός δεν χωρίζεται από την άκτιστη χάρη Του, που φυλάσσεται στην αγία Εκκλησία και χορηγείται από το Πανάγιο Πνεύμα σε αυτούς που μετανοούν». (ΌΣΟΙ ΠΙΣΤΟΙ . Μητ/λίτου Ναυπάκτου ΙΕΡΟΘΕΟΥ).
                «Μετάνοια είναι η επίγνωση της πνευματικής μας αρρώστειας και η επιστροφή μας στο Θεό .Μετάνοια είναι η επιστροφή του ανθρώπου στη Βασιλεία του Θεού. Η λέξη –Μετάνοια-- σημαίνει:Αλλαγή του νου, αλλαγή της νοοτροπίας μας και της ζωής μας. Η αμαρτία μας απομακρύνει από το Θεό, που είναι η Ζωή και μας οδηγεί στον θάνατο. Η μετάνοια μας επαναφέρει στον Θεό και μας εισάγει εκ νέου στον Παράδεισο απ’ όπου μας έδιωξε η αμαρτία. Η μετάνοια, λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, ανοίγει τον ουρανό και μας εισάγει στον Παράδεισο».  (Η ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ  -σελ.128-   Ιερομονάχου  ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ). 
          Θα έλθει, λοιπόν, όντως ο Κύριος –ο Θεάνθρωπος Ιησούς- ξανά, Κύριος της δόξης, «κρίναι ζώντας και νεκρούς». Θα έλθει όχι πλέον άσημος και κυνηγημένος, φτωχά και απέριττα, μα «εν δυνάμει και δόξη πολλή». Όχι πλέον για να κηρύξει, να συγχωρέσει, να θαυματουργήσει, μα ένδοξα και θαυμαστά για να ελέγξει τις πράξεις ζώντων και νεκρών και να αποδώσει στον καθέναν τον… μισθό του. Θα ανακαινισθεί η κτίση, θα αναστηθούν οι νεκροί, θα αλλοιωθούν-θα αλλάξουν- τα σώματα όσων βρίσκονται ακόμα στη ζωή και τότε θα ακούσουμε την αδέκαστη ετυμηγορία. Δόγμα και άρθρο της πίστεως μας , που δεν επιδέχεται καμιά αμφισβήτηση. Θα έλθει «ως κλέπτης εν νυκτί». Θα έλθει τότε που δεν θα τον περιμένουμε. Όταν  αποχαυνωμένοι από την αμαρτία θα ζούμε μόνο για τη σάρκα μας, μόνο για την απόλαυση. Όταν θα έχουμε θεοποιήσει τους λογής-λογής “BIG BROTHER”και –αλίμονο στην βλακεία μας-θα ζητάμε από αυτούς σωτηρία και προκοπή. Όταν θα έχουμε γίνει μόνο σάρκα και θα δαπανάμε τη ζωή μας ,αφιονισμένοι, μέσα σ’ ένα απέραντο “BAR”…Όπως ακριβώς και στις μέρες του Νώε και του Λώτ, που ήλθε η καταστροφή και το μεθύσι της αμαρτίας δεν τους άφηνε να δουν «πέρα από τη μύτη τους». Όταν πλέον –και δεν απέχουμε πολύ- θα έχουμε ξεπεράσει και αυτά τα Σόδομα και τα Γόμορρα.
          Αδελφοί μου.
          Σε καιρούς δύσκολους, σε καιρούς απογνώσεως ,σε καιρούς αμφισβήτησης των πάντων και γενικής αλλοτρίωσης, όπως και οι καιροί μας, το μήνυμα της σημερινής Κυριακής δύσκολα γίνεται αποδεκτό. Ακόμα και να το σκεπτόμαστε αποφεύγουμε μη τυχόν και μαυρίσουμε την καρδιά μας με τέτοιες άσκημες σκέψεις. Δεν θέλουμε ν’ ακούμε τέτοια πράγματα. Δεν έχουμε μάθει να σκύβουμε το κεφάλι και να παραδεχόμαστε τα σφάλματα μας. Το δίκαιο είναι πάντα με το μέρος μας και πάντα εμείς ,δεν είμαστε «ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων». Το να υποχωρήσουμε το θεωρούμε αδυναμία, τη συγνώμη μικροπρέπεια. Είμαστε το νέο μοντέλο του «υπερανθρώπου» που για να πετύχουμε στα σχέδια μας , πατάμε… επί πτωμάτων .
          Πού να ακούσει λοιπόν για μετάνοια και κρίση ο άνθρωπος αυτός;
          Πώς να δεχθεί ότι θα έλθει ώρα που θα δώσει λόγο για τις πράξεις του;
Πώς να μπορέσει να συνειδητοποιήσει ότι:                         
«Όταν μέλλ¨ς έρχεσθαι, κρίσιν δικαίαν  ποιήσαι…
Βίβλοι ανοιγήσονται, φανερωθήσονται πράξεις…
Ηχήσουσι σάλπιγγες κα´ κενωθήσονται τάφοι…
Κλαίω κα´ οδύρομαι, όταν εις αίσθησιν έλθω…» 
            Όμως , άνθρωπος είναι αυτός που «άνω θρώσκει». Βλέπει ψηλά. Αυτός που έχει στραμμένο το βλέμμα του στον ουρανό. Ο νοσταλγός της αιωνιότητος . Δεν φτιαχτήκαμε για να έρπουμε στα χώματα και τις λάσπες , μα για να κερδίζουμε όλο και ψηλότερες κορυφές . Κι αυτές δεν κατακτούνται ούτε με τη δύναμη, ούτε με τη δόξα, ούτε με τις απολαύσεις. Ούτε θα φθάσουμε σ’ αυτές κυνηγώντας το χρυσό… μα το Χριστό.
                Την επουράνιο Βασιλεία την κερδίζουμε όταν μάθουμε να χαμηλώνουμε το ανάστημα μας .Όταν τα μάτια μας χύσουν τα δάκρυα της μετανοίας .Όταν τα χέρια μας χτυπήσουν στο στήθος και τα στόμα μας κραυγάσει γοερά το, «À Θεός ιλάσθητ´ μοι τâ αμαρτωλâ».Όταν κατανοήσουμε την αποξένωση απ’ το «πατρικό σπίτι» και πάρουμε το δρόμο της επανένταξης μας σ’ αυτό, ομολογούντες το «πάτερ ήμαρτον». Όταν βγούμε απ’ το «καβούκι μας»,καταπατήσουμε την εγωπάθεια μας και πλησιάσουμε το συνάνθρωπο μας. Τον παράδεισο τον κερδίζουμε με την μετάνοια.
Διαφορετικά :        
«Αλοίμονο σου, μαύρη και κατακαημένη μου ψυχή !
Ως πότε δε θα κόβεις από το να κάνεις το κακό;
Ως πότε θα μου κοίτεσ’  έτσι-δα στη ραθυμία, άπραγη;
Γιατί δε μου θυμάσαι κείνη εκεί τη φριχτή ώρα του θανάτου;
Γιατί ολάκερη δεν τρέμεις εμπροστά στο φοβερό ετούτο βήμα του
Σωτήρος; Τι άραγε θα αποκριθείς ή θ’ απολογηθείς, τότε που θα
φανερωθούν όλα τα έργα σου να σε ελέγχουν;
Κι όλες οι πράξεις σου να σε κατηγορούν;
Λοιπόν τι καρτερείς ψυχή μου ;Η ώρα έρχεται, ήρθε.
Τρέξε να προλάβεις !Και φώναξε στον Κύριο, ήμαρτον Κύριε, ήμαρτον σε σένα. Μα ξέρω τη φιλευσπλαχνία σου, Φιλάνθρωπε.
Εσύ, που είσαι ο καλός τσοπάνος , μη με χωρίσεις και μ’ απομακρύνεις απ’ τα δεξιά σου. Κι αυτό όχι γιατί το αξίζω,
Μα γιατί ελπίζω στο δικό σου έλεος το μεγάλο !».
( Απόστιχο Εσπερινού της Κυριακής των Απόκρεω).
Μετάφραση :Π.Β.Πάσχου


Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ

 Με  αποσπάσματα από το βιβλίο του Αρχιμ. Βασιλείου, Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Ιβήρων)

«Η παραβολή του ασώτου υιού»

Η ευαγγελική παραβολή


Και πάλι σήμερα, αδελφοί μου, δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου παραβολή η γνωστή σε όλους μας παραβολή του Ασώτου.

Ένας άνθρωπος έχει δύο γιούς. Ο νεότερος γιος ζητάει χωρίς περιστροφές από τον πατέρα του το μερίδιό του από την κληρονομιά.

Και ο πατέρας του δίνει το κομμάτι, το επιβάλλον μέρος της περιουσίας, που ζητάει. Είναι άρχοντας αγάπης. Δεν ενδιαφέρεται για τον εαυτό του. Ενδιαφέρεται να σώσει το παιδί του. Αυτό βρίσκεται στο σκοπό της ζωής του, είναι καταξίωση του είναι του. Δεν τον ενδιαφέρει τι θα πει ο κόσμος, όπως ενδιαφέρει τόσο πολύ εμάς για το πως θα χαρακτηρίσουν το παιδί μας για τις αστοχίες του, δεν τον ενδιαφέρει αν θα χάση το κύρος του, αν παρουσιαστεί ως πατέρας αποτυχημένος, με παιδί που αφήνει το σπίτι και φεύγει μακριά. Η αγάπη του πατέρα πάει πιο μακριά απ' ό,τι μπορεί να πάει η κρίση του κόσμου ή η ανταρσία του γιου του. Για τον λόγο αυτό δεν του κάνει διδασκαλία με λόγια. Τώρα πρέπει να τον αφήσει να περιπλανηθεί, να πάθει, να μάθει, να δει προσωπικά το ψεύδος και τις ανυπόστατες απάτες.

Αυτό ξέρει ο πατέρας, ότι είναι κάτι θανάσιμα επικίνδυνο, αλλά δεν βλέπει άλλη λύση. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να τον συντροφεύει πάντοτε με την αγάπη του, που υπάρχει στο σπίτι, αλλά απλώνεται παντού. Δίνει αγωγή στο παιδί του υποφέροντας μυστικά ολόκληρος, βγαίνοντας στο σταυρό της αναμονής. Το θέμα δεν είναι ο πατέρας να κρατήσει δια της βίας τον γιο κοντά του, αλλά να του δώσει τη δυνατότητα, να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις, ώστε ο ίδιος μόνος του να έλθει προς αυτόν.

Και ο άσωτος φεύγει. Πηγαίνει για να ζήσει σε μια χώρα ξένη, όπου τα πάντα ξοδεύονται χωρίς να ανανεώνονται. Αλλά μετά από λίγο μένει μόνος. Οι φίλοι του έμειναν κοντά του όσο κράτησαν τα πλούτη του. Αρχίζει να ζει την έκπτωση και την εξαθλίωση. Και όταν πηγαίνει να ζητήσει βοήθεια τον σπρώχνουν πιο χαμηλά. Τον στέλνουν να βόσκει χοίρους. Τον κάνουν χοιροβοσκό. Του αρνούνται τη φύση του, την ανθρωπιά του, την αξιοπρέπειά του, την ευγένειά του.

Η επιστροφή και η μετάνοια

Όμως, η δοκιμασία του νεότερου γιου στη μακρινή χώρα φανέρωσε και το τι έκρυβε μέσα του, τι αντοχή είχε, τι έμεινε ανέπαφο, σε ποιόν να καταφύγει, που υπάρχει τροφή, ζωή και ανάσταση για όλους.

Και αρχίζει να μονολογεί: "Μπορεί να τα έχασα όλα! Μπορεί να χάθηκα κι εγώ. Κυριολεκτικά να πέθανα. Αλλά υπάρχει κάτι που δεν χάνεται, δεν πεθαίνει. Είναι ο πατέρας μου και η αγάπη του. Δεν σκέφτομαι τα παιδιά του - είμαι ανάξιος για κάτι τέτοιο - σκέφτομαι τούς υπηρέτες του, πως τούς φέρεται, πως τούς χορταίνει. Θα σηκωθώ και θα γυρίσω πίσω και θα πω στον πατέρα μου: Αμάρτησα στον ουρανό και ενώπιόν σου. Σε σένα που έχεις τέτοια αγάπη που γεμίζει ουρανό και γη. Σε σένα που ακόμη εδώ, στη μακρινή χώρα της στέρησης και της κόλασης, με συνοδεύεις. Δεν είμαι άξιος να λέγομαι γιος σου. Ξέπεσα, έχασα την υιοθεσία. Αυτή είναι η αμαρτία μου. Δεν είναι η περιουσία σου που σπατάλησα. Καθύβρισα τη μια σχέση του παιδιού προς τον πατέρα. Πάτερ ήμαρτον".

Και ο άσωτος παίρνει το δρόμο της επιστροφής. Πριν ακόμη φθάσει στο σπίτι, ο πατέρας τον βλέπει από μακριά και τρέχει. Χωρίς να του πει τίποτα, πέφτει ολόκληρος στην αγκαλιά του και τον καταφιλεί. Ήδη ο γιος κατάλαβε, πήρε την απάντηση. Ο πατέρας άκουσε την εξομολόγηση. Γιατί πάντοτε ήταν μαζί με το παιδί του. Αυτό το οποίο παρακαλώ να προσέξουμε είναι ότι η πρώτη λέξη της ομολογίας του δεν είναι "συγχώρα με", αλλά "πατέρα". Είναι το όνομα του πατέρα που ανεβαίνει από τα βάθη του είναι του και του δίνει το θάρρος να ελπίζει.

Η πατρική αγάπη

Εκείνη τη στιγμή ο άσωτος ομολογεί το λάθος του και σιωπά. Δεν μπορεί να συνεχίσει. Τα χάνει με τον χείμαρρο της αγάπης του πατέρα που τον διαλύει. Και το λόγο παίρνει ο πατέρας που μιλά ξεκάθαρα εν σιωπή. Δεν λέει στο παιδί του για τον εαυτό του. Ούτε αν πόνεσε, ούτε πόσο πόνεσε όταν έφυγε. Ούτε πόσο χαίρεται τώρα που γύρισε. Ούτε τον μαλώνει για να δικαιώσει τον εαυτό του. Αυτά δε λέγονται. Διότι η μυσταγωγία της σχέσης τους ιερουργείτε σε χώρο βαθειάς σιωπής. Έτσι νίκησε η πατρική αγάπη το θάνατο, το ψυχικό θάνατο. Και άναψε τούτη η χαρά, το πανηγύρι, που ενδύεται και πάλι ο γιος την στολή την πρώτη, και φορά το δακτυλίδι της υιοθεσίας, και θύεται ο μόσχος ο σιτευτός. 

Οι δικές μας επιστροφές

Ο άνθρωπος που αισθάνεται τον κόσμο αυτόν τόσο δικό του, που ποτέ δεν δοκίμασε νοσταλγία για μια διαφορετική πραγματικότητα, δεν μπορεί να κατανοήσει ούτε τύψεις, ούτε μετάνοια. Βρίσκεται σε «χώρα μακρά», σε μια πνευματική έρημο, απομονωμένος, αποξενωμένος από τον Θεό-Πατέρα και έτσι δύσκολα μπορεί να νιώσει τη χαρά της κοινωνίας μαζί Του. Εκεί  δυσκολεύεται να αναγνωρίσει ότι έχει συντρίψει την πνευματική του ομορφιά, την αληθινή ζωή, πως κάτι στο ίδιο το υλικό της ζωής, κάτι πολύτιμο, καθαρό και όμορφο, έχει καταστραφεί και διαλυθεί. Και από δω και πέρα ξεκινά  η επιστροφή. «Αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου». Η στιγμή της μεγάλης απόφασης και της μεγάλης εκλογής.  Και τούτο είναι η μετάνοια. Είναι η ολοκληρωτική αλλαγή. Είναι η οντολογική μετάλλαξη του ανθρώπου από την κατάσταση της εγωπαθούς αυτάρκειας στην κατάσταση της συναίσθησης της αμαρτωλότητας. Είναι η μετάβαση στο πνεύμα της ταπείνωσης και της συντριβής μπροστά στον απόλυτα αγαθό Θεό. Είναι η συνειδητοποίηση της πτωτικής μας κατάστασης, της επώδυνης τραυματικής εμπειρίας μας και της απουσίας διαύλων της χάριτος του Θεού στον εαυτό μας. Είναι το πρώτο βήμα για την οντολογική μας αποκατάσταση. Έπεται η υλοποίηση της απόφασης για την έμπρακτη αλλαγή της νοοτροπίας μας και τη διόρθωση της πορείας μας προς το Θεό.

Δεν είναι της ώρας να αναλύσουμε τη σχέση που έχει ο καθένας μας με τον πατέρα,  και με το γιο. Αυτό όμως για το οποίο πρέπει να είμαστε βέβαιοι όλοι είναι, ότι μπορούμε να γυρίσουμε στον Πατέρα μας, γιατί εκείνος είναι η ζωή, η επικύρωση της αξιοπρέπειάς μας, η επανεύρεση της ανθρωπιάς μας.

Αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου. Πόσο απλό αλλά και πόσο δύσκολο. Από αυτά όμως τα λόγια εξαρτώνται όλα τα άλλα. Όλα εξαρτώνται από την αυθεντική μετάνοια, από το φωτισμό του νου, της καρδιάς και της ψυχής που αναγνωρίζει το φως της θείας αγάπης και προσδοκά ανά πάσα στιγμή να πληρώσει αυτή τη ζωή.

 

 

Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ



Παιδί μου Τιμόθεε, εσύ με παρακολούθησες στη διδασκαλία, στον τρόπο ζωής, στους σκοπούς, στην πίστη, στη μακροθυμία, στην αγάπη, στην υπομονή, στους διωγμούς, στα παθήματα σαν αυτά που υπέμεινα στην Αντιόχεια, στο Ικόνιο, στα Λύστρα. Τι διωγμούς υπέφερα! Κι απ’ όλα με γλίτωσε ο Κύριος. Κι όχι μόνο εγώ, αλλά και όλοι όσοι θέλουν να ζήσουν με ευσέβεια, σύμφωνα με το θέλημα του Ιησού Χριστού, θα αντιμετωπίσουν διωγμούς. Μόνο οι πονηροί άνθρωποι και οι απατεώνες θα προκόβουν στο χειρότερο˙ θα εξαπατούν τους άλλους και οι άλλοι θα τους εξαπατούν. Εσύ όμως να μένεις σ’ αυτά που έμαθες και που για την αξιοπιστία τους έχεις τεκμήρια. Ξέρεις από ποιόν τα έμαθες˙ και μη λησμονείς ότι από τη βρεφική σου ηλικία γνωρίζεις τη Γραφή, που μπορεί να σε κάνει σοφό οδηγώντας σε στη σωτηρία δια της πίστεως στον Ιησού Χριστό.
Από σήμερα αρχίζει η ωραιότατη και κατανυκτικότατη περίοδος του Τριωδίου. Η περίοδος αυτή περιλαμβάνει τις τρεις εβδομάδες πριν τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, τις έξι εβδομάδες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ως και το Σάββατο του Λαζάρου, την Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα και τελειώνει το Μεγάλο Σάββατο. Μέσα από την περίοδο του Τριωδίου, η Εκκλησία μας μας βοηθά να ετοιμαστούμε ψυχικά για να γευτούμε το «καινόν πόμα», να καρπωθούμε την καινή ζωή που μας χαρίζει ο Κύριος με τη σταυρική θυσία και την ανάστασή Του.
Η περίοδος του Τριωδίου, είναι περίοδος κατεξοχήν εγκρατείας, νήψεως και μετανοίας. Οι μελωδοί του Τριωδίου σκοπό έχουν με τα θαυμάσια υμνογραφήματά τους να θυμίσουν τις απ’ αρχής πολλές ευεργεσίες του Θεού στον επιλήσμονα άνθρωπο. Αυτοεξόριστοι τελικώς της παραδείσιας τρυφής για την παρακοή, δαιμονόπληκτοι και δαιμονοκίνητοι, από τον εδώ πλανερό πόθο της θεώσεως, κάναμε τη θέση μας ακόμη δυσκολότερη ενώπιον της ανυπέρβλητης αγάπης του Θεού, που έφθασε στην άκρα ταπείνωση, δια της Ενανθρωπήσεώς Του και του Πάθους Του, για την επάνοδό μας στη μακαριότητα του ελεύθερου διαλόγου μαζί Του.
Οι τέσσερις πρώτες Κυριακές του Τριωδίου, δηλαδή του Τελώνου και Φαρισαίου, του Ασώτου, της Απόκρεω και της Τυρινής είναι προοίμια και προγυμνάσματα των πνευματικών αγώνων της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Πολύ δυστυχώς οι ημέρες αυτές εξελίχθηκαν σε περίοδο κορεσμού και μεταμφιέσεως, αμαυρώνοντας το «κατ’ εικόνα», όπου επλάσθημεν. Κάτι που αρκετοί συνεχίζουν όλο το έτος – ώστε οι Αποκριές να μακραίνουν στον τόπο μας κατά τρόπο κωμικοτραγικό.
Στα πρόσωπα΄, σήμερα, του Τελώνου και του Φαρισαίου οι άγιοι Πατέρες εισαγωγικά μας διδάσκουν τον ασπασμό της ταπεινώσεως και την άρνηση της αλαζονείας. Η αιθάλη της οιήσεως και η πονηρία της υπερηφάνειας δίωξαν τους Πρωτόπλαστους από τον Παράδεισο. Τους απογύμνωσαν από τη θεία Χάρη και τους γκρέμισαν από τη θεϊκή συντροφιά και παραμυθία. Μιμούμενοι τον ταπεινό Τελώνη, ό,τι κι αν έχουμε πράξει, μας το συγχωρεί ο Θεός και μας επαναφέρει στην πρώτη μας δόξα. Η ταπείνωσή μας φανερώνει τη συμμετοχή μας στα πνευματικά γυμνάσματα της Εκκλησίας.
Ο αποστάτης Άσωτος, της επόμενης Κυριακής, είναι θα λέγαμε πρόσωπο συμπαθές, γιατί άλλος λιγότερο κι άλλος περισσότερο τον μιμήθηκε ή τον μιμείται. Τα θλιβερά αποτελέσματα της αποστασίας του ανθρώπου, που θέλει να τη λέει ελευθερία, διεκτραγωδούνται στην παραστατική παραβολή του Ασώτου. Αλλά εδώ μας παρουσιάζεται περίλαμπρα και η ευσπλαγχνία του Πατέρα, με τις πάντα αναμένουσες ολάνοιχτες αγκάλες στην εξώθυρα του οίκου Του.
Η αγάπη όμως του Θεού δεν καταργεί τη δικαιοσύνη Του. Η αγάπη θα είναι το μέτρο της κρίσεως των αμελών κατά τη Δευτέρα του Κυρίου Παρουσία. Αυτό είναι και το βαθύ νόημα της ευαγγελικής περικοπής της Μελλούσης Κρίσεως. Μη η φιλανθρωπία του Θεού στις δύο προηγούμενες παραβολές δώσει θάρρος στους οκνηρούς.
Η λεγόμενη Κυριακή της Τυρινής ζωηρά μας προτρέπει για τον επαναπατρισμό μας στον αειθαλή κήπο της Εδέμ. Ας τ’ ομολογήσουμε· είμαστε οι ξενιτεμένοι του Θεού. Καλούμαστε δια ταπεινώσεως, μετανοίας, φόβου Θεού κι απορρίψεως κάθε πλεονεξίας, κατακρίσεως και φθόνου, να επανέλθουμε στην εστία μας στην αναστάσιμη χαρά που εγκαινίασε ο νέος Αδάμ, ο Χριστός. Ο παράδεισος που ηθελημένα χάσαμε μας έκανε ανέστιους, γυμνούς, κοπιώντες και θλιβόμενους. Η σταυρώσιμη περίοδος της σαρανταήμερης νηστείας σκοπό έχει να μας οδηγήσει στο Πάσχα, τη διάβαση, την Ανάστασή μας.
(Μωϋσέως του Αγιορείτου)
Το σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα είναι παρμένο από την Β' προς Τιμόθεον επιστολή του Αποστόλου Παύλου.  Η επιστολή αυτή έχει γραφτεί στη Ρώμη κατά το τέλος του έτους 66 ή στις αρχές του 67 και αποτελεί το «κύκνειο άσμα» του Αποστόλου Παύλου. Μέσα από αυτήν στηρίζει ο Απόστολος το μαθητή του, που δέχεται τις εξουθενωτικές επιθέσεις των αιρετικών, προβάλλει το δικό του παράδειγμα και τον ενθαρρύνει να μείνει σταθερός σε όσα διδάχτηκε.
«πάντες δε οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται˙ πονηροι δε άνθρωποι και γόητες προκόψουσιν επι το χείρον»
Ο Τιμόθεος γνωρίζει πολύ καλά τους διωγμούς και τα μαρτύρια που ο διδάσκαλός του αντιμετώπισε στο παρελθόν αλλά και αντιμετωπίζει στο παρόν της επιστολής όντας δέσμιος στη Ρώμη. Ταυτόχρονα όμως γνωρίζει ότι «εκ πάντων ερρύσατο ο Κύριος» τον απόστολό του,  επιδαψιλεύοντας σ’ αυτόν τη θεία χάρη και τη θεία ενίσχυση.
Ο ίδιος ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός το έθεσε ξεκάθαρα: «Μακάριοι όσοι διώκονται για την επικράτηση του θελήματος του Θεού γιατί σ' αυτούς ανήκει η βασιλεία του Θεού. Μακάριοι είστε όταν σας χλευάσουν και σας καταδιώξουν και σας κακολογήσουν με κάθε ψεύτικη κατηγορία εξαιτίας μου, να αισθάνεστε χαρά και αγαλλίαση, γιατί θ' ανταμειφθείτε και με το παραπάνω στους ουρανούς. Έτσι καταδίωξαν και τους προφήτες πριν από σας». Άλλωστε από βρέφος ο Κύριος διωκόταν, ώσπου εν τέλει να Τον συλλάβουν, να Τον οδηγήσουν στο Πάθος και στο Σταυρό.
Τόσο στην Παλαιά Διαθήκη όσο και στην Καινή, παρατηρούμε πάμπολλα παραδείγματα δικαίων ανδρών που διώκτηκαν. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος παραθέτει τα παραδείγματα αυτά των αγίων ανδρών σε μια επιστολή που γράφει από την εξορία σε κάποιο φίλο του στη Κωνσταντινούπολη : «Αν θέλει (η αυτοκράτειρα Ευδοξία) να με πριονίσει, ας με πριονίσει, έχω σε αυτό το παράδειγμα του Προφήτη Ησαΐα. Αν θέλει να με ρίψει εις το πέλαγος, ενθυμούμαι τον Προφήτην Ιωνάν. Αν θέλει να με βάλει στο λάκκο, έχω παράδειγμα τον Προφήτη Δανιήλ που τον έβαλαν στο λάκκο με τα λιοντάρια. Αν θέλει να με λιθοβολήσουν, έχω τον Πρωτομάρτυρα Στέφανο. Αν με αποκεφαλίσει, έχω υπόδειγμα τον βαπτιστή Ιωάννη...» (Επιστολή προς επίσκοπον Κυριακόν). Άλλωστε και οι απόστολοι και οι μάρτυρες και οι ομολογητές και οι νεομάρτυρες τον ίδιο δρόμο βάδισαν.
Βέβαια,  «ο διωγμός για το όνομα του Κυρίου, για τους δικαιωμένους, τους αγίους είναι πραγματικά ευτυχία.
Ό ίδιος ο διωχθείς, σταυρωθείς και αναστάς Κύριος είναι δίπλα σε κάθε ένα που διώκεται και τον ενισχύει με τη θεία χάρη, φτάνει και ο άνθρωπος να κάνει υπομονή αγογγύστως : «Με λίγη υπομονή που θα κάνει ο άνθρωπος στις δύσκολες στιγμές, μπορεί να αποκτήσει τη θεία Χάρη. Ο Χριστός δεν μας έδειξε άλλο τρόπο σωτηρίας παρά την υπομονή (Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Ε΄, σ.290). Ταυτόχρονα, το «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν» που έλεγε ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στην εξορία, πρέπει να βρίσκεται και στα δικά μας χείλη.(Διακόνου Ανδρέα Παπαμιχαήλ)

Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ - ΧΑΝΑΝΑΙΑΣ

 

 Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ

«Κυνάριον», σκυλάκι δηλαδή, αποκαλεί ο Χριστός τη Χαναναία, την ειδωλάτρισσα που ακολουθεί με παρακλητικές κραυγές τον Κύριο. Με τον τόσο αβάστακτο ανθρώπινο μητρικό της πόνο, η Συροφοίνισσα, Ελληνίδα, όπως σημειώνει ο ευαγγελιστής Μάρκος, προσέρχεται στον Χριστό. Ζήτησε προηγουμένως την βοήθεια και από γιατρούς, και πολύ πιθανόν και από τους ειδωλολάτρες ιερείς και από μάγους. Μα κόρη της εξακολουθεί να δαιμονίζεται και εκείνη είναι ανήμπορη να τη βοηθήσει με τα ανθρώπινα μέσα που διαθέτει. Τώρα πλέον αφού είδε ότι τίποτα δεν κατάφερε, προσφεύγει στο Χριστό. Αποδέχεται την δύναμη Του. Πιθανόν έμμεσα δέχεται και την θεία Του προέλευση. Ζητά να την ελεήσει, να θεραπεύσει την κόρη της. Κι ενώ είναι ιδιαίτερα πειστική και απαιτητική, Εκείνος της αρνείται την βοήθεια Του. Της αρνείται γιατί πρώτα, λέει, πρέπει να φροντίσει «τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ». Πρέπει πρώτα να βοηθήσει τους Ισραηλίτες που ξέφυγαν από τον νόμο του Θεού. «Ουκ έστι καλόν λαβείν τον άρτον των τέκνων και βαλείν τοις κυναρίοις». Επομένως δεν είναι σωστό να παίρνει το ψωμί των παιδιών Του και να το δίνει στα σκυλιά. Ωστόσο την άρνηση του Κυρίου αντιμετωπίζει με την έξυπνη απάντησή της. Ναι, αλλά τα σκυλάκια, απαντά στον Χριστό, τρέφονται από τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι του κυρίου τους.

Η απάντηση του Κυρίου μας, αγαπητοί μου, αναμενόμενη άλλωστε, δηλωτική του θαυμασμού Του, είναι απλή αλλά και θετικά αποτελεσματική. «Ω γύναι, μεγάλη σου η πίστις, γενηθήτω σοι ως θέλεις».

Σημαντικά τα διδάγματα,  που μάς προσφέρει η σημερινή ευαγγελική περικοπή. Η πειστική αλλά και έξυπνη απλότητα που φανερώνει την πίστη της Ελληνίδας ειδωλολάτρισσας, που επιτυγχάνει την θαυματουργική θεραπεία της κόρης της, είναι το ένα. Η δύναμη της προσευχής είναι το άλλο.

Ο Κύριος, αγαπητοί Χριστιανοί, βρίσκεται σε περιοχές που κατοικούνται κυρίως από ειδωλολάτρες, εθνικούς. Η Χαναναία τρέχει φωνάζοντας πίσω από τον Κύριο. Εκείνος την διώχνει. Αυτή επιμένει. Επιμένει και κερδίζει. Πείθει πρώτα τους μαθητές Του να γίνουν μεσίτες της. Πείθει τελικά τον Κύριο για την πίστη της. Να γίνει ό,τι θέλεις. Να γίνει αυτό που πιστεύεις. Καταπληκτική η απάντηση. Σημειώνει στο τέλος της περικοπής ο Ευαγγελιστής Ματθαίος: «και ιάθη η θυγάτηρ αυτής από της ώρας εκείνης». Γιατρεύτηκε η κόρη της από εκείνη τη στιγμή. Επιβεβαιώνει ένα ακόμη υπερφυσικό θαύμα. Χαρακτηριστικός τρόπος της προσφυγής μας στο Θεό, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι η προσευχή.

Η προσευχή, αγαπητοί Χριστιανοί, είτε ιδιαίτερα, μακριά από άλλους, με λόγους ή και με σκέψεις, είτε δημόσια, στο ναό, μαζί με τους άλλους χριστιανούς αδελφούς μας, με ψαλμούς ή ενδόμυχες ευχές, είναι ο τρόπος επικοινωνίας με το θείο. Προσευχή σταθερή και καθαρή από αμφιβολίες, με βαθιά πίστη. Αυτή η προσευχή θα έχει ασφαλώς αποτελέσματα στην ζωή μας, στα καθημερινά προβλήματά μας. Και εφόσον διακρίνεται και για την επιμονή, την ακαταπόνητη προσευχή, δεν θα είναι μακριά από εμάς η απάντηση του Κυρίου μας: «γενηθήτω σοι ως θέλεις». Ας γίνει ό,τι θέλεις προς το συμφέρον της ψυχής σου, της σωτηρίας σου.

Αδελφοί μου! Αναφερόμενοι στην προσευχή και στη δύναμη της, τούτη τη στιγμή και μάλιστα στο μέσον της Θείας Λειτουργίας, ας πούμε δυο λόγια και για την πιο μικρή μα αφάνταστα δυνατή προσευχή. Ποια είναι αυτή;  Σε κάθε δέηση που αναπέμπει η Εκκλησία, που ζητούμε υλικά και πνευματικά αγαθά, τι απαντούν οι ψάλτες εκ μέρους του λαού; «Κύριε, ελέησον». Το λέει μόνο ο ψάλτης· πρέπει να το λέει όλη η Εκκλησία. «Κύριε, ελέησον», σώσε μας, δος μας αυτά πού έχουμε ανάγκη σαν πατέρας πού είσαι. Το «Κύριε, ελέησον» είναι ή πιο σύντομη προσευχή. Δυο λέξεις είναι, αλλά Τι δύναμη έχουν, όταν λέγονται όπως πρέπει, με βαθιά πίστη και αφοσίωση!

Το «Κύριε, ελέησον» το είπε και ή γυναίκα του σημερινού ευαγγελίου και έκανε θαύμα. Ένα ψίχουλο, Κύριε, θέλω· δε ζητώ το ψωμί σου ολόκληρο... Τι μεγάλα λόγια αυτά! Ένα ψίχουλο από την άπειρο δύναμη του Χριστού ζήτησε. Κι ο Χριστός, που είδε αυτή την πίστη, αυτή την ταπείνωση, αυτή την επίμονο προσευχή, της είπε· «Ω γύναι, μεγάλη σου ή πίστης! γενηθήτω σοι ως θέλεις...» (ε.ά. 15,28).

Ας διδαχθούμε, απ’ αυτό κι εμείς. Η Εκκλησία μας δεν είναι ψέμα· δεν μας παραπλανά· δεν μας κοροϊδεύει· δεν μας οδηγεί σε απατηλά, ψεύτικα και καταστρεπτικά μονοπάτια όπως κάνουν όλοι οι άλλοι. Η επικοινωνία με το Θεό είναι ζωντανή, ολοζώντανη. Μπορεί να είναι  και είναι ψέμα το χρήμα, η δόξα, οι θέσεις·  ο ήλιος, ακόμα και η γη, μπορεί να είναι ψέμα· τα πάντα. Ένα μονάχα δεν είναι ψέμα. Ο Κύριος μας. Η πίστη μας. Η εκκλησία μας. Να μιμηθούμε λοιπόν κι εμείς τη Χαναναία. Ας γονατίζουμε και ας προσευχόμαστε λέγοντας ακαταπαύστως το «Κύριε, ελέησον».

Το «Κύριε, ελέησον» το λέγανε οι άγιοι και έκαναν θαύματα. Τα παλιά τα χρόνια το λέγανε όλοι οι Χριστιανοί γονατιστοί και με δάκρυα. Στη 'Ρωσία το λέει ο πιστός λαός και βουίζει η εκκλησία. Στο Άγιο Όρος κρατούν κομποσχοίνι όλη νύχτα· κάθε κόμπος κ' ένα «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με». Εμείς; Τυπικά… παρόντες στην εκκλησία με το σώμα, απόντες με το πνεύμα χωρίς συναίσθηση, χωρίς ρίγος.

Το «Κύριε, ελέησον» είναι η πιο μικρή προσευχή. Μπορεί να την πει κι ένας αγράμματος, μπορεί να την πει και το μικρό παιδί, και το νήπιο, κι ο ασπρομάλλης γέρος. Ο άρρωστος, ο ανήμπορος, ο κλινήρης, ο κουρασμένος, ο καθένας. όλοι μας· παντού και πάντα σε κάθε στιγμή, σε κάθε περίπτωση και περίσταση. Και ό Θεός ακούει το «Κύριε, ελέησον».

Αδελφοί μου! Οι περιστάσεις, κακώς βέβαια, και η τρεχάλα της ζωής, οι του βίου μέριμνες, μας κλέβουν συνεχώς το χρόνο της προσευχής.  Ακόμα και στην Εκκλησία δυσκολευόμαστε να πάμε. Τουλάχιστον ας λέμε, εκεί που είμαστε, το «Κύριε, ελέησον». Κάθεσαι να φας, «Κύριε, ελέησον». Βράδιασε, «Κύριε, ελέησον». Ξημέρωσε, «Κύριε, ελέησον». Πας στη δουλειά, «Κύριε, ελέησον». Σκάβεις τη γη, «Κύριε, ελέησον». Βόσκεις τα ζώα, «Κύριε, ελέησον». Είσαι εργάτης, «Κύριε, ελέησον». Είσαι αξιωματικός, «Κύριε, ελέησον». Είσαι στρατιώτης, «Κύριε, ελέησον». Είσαι αμαρτωλός, «Κύριε, ελέησον».

Το «Κύριε, ελέησον» κάνει θαύματα. Αυτό που ζητούμε θα μας το δώσει ο Θεός, γιατί είναι πατέρας. Λέει ο Χριστός· «Ποιος πατέρας ζητεί το παιδί του ψωμί, και του δίνει πέτρα; ή ζητεί ψάρι, και του δίνει φίδι;» (Ματθ. 7,9-10' Λουκ. 11,11). Αν ό επίγειος πατέρας ενδιαφέρεται για τα παιδιά του, πολύ περισσότερο εκείνος πού του λέμε «Πάτερ ημών...». Θα μας τα δώσει αυτά ο Θεός, εάν πιστεύουμε πραγματικά, εάν είμεθα Χριστιανοί!  ΑΜΗΝ.