Τετάρτη 25 Οκτωβρίου 2023

Πώς πλησιάζουμε το Χριστό./ Ζ΄ ΛΟΥΚΑ

Πώς πλησιάζουμε το Χριστό.


Σχετική εικόνα 
Πριν ν' αναστήσει, αγαπητοί αδελφοί, ο Κύριος τη θυγατέρα του αρχισυνάγωγου Ιάειρου, θεράπευσε κάποια άλλη γυναίκα, πού υπέφερε δώδεκα χρόνια από αιμορραγία και είχε ξοδεύσει ανώφελα όλην την περιουσία της στους γιατρούς, χωρίς να ξαναβρεί την υγεία της..
Πάνω σ’ αυτό το θαύμα της θεραπείας της αιμορροούσας γυναίκας ας προσπαθήσουμε να κάνουμε λίγες σκέψεις.
 Την ώρα λοιπόν  πού ο Ιησούς πήγαινε για το σπίτι του Ιάειρου και ο όχλος τον έσπρωχνε και τον πίεζε περικυκλώνοντάς Τον, η άγνωστη αυτή γυναίκα κατάφερε να τον πλησιάσει και με άκρα ευλάβεια ν' ακουμπήσει την άκρη του ιματίου του. Την ώρα εκείνη ακριβώς θεραπεύθηκε. Σταμάτησε η αιμορραγία της.
Τότε στάθηκε ο Κύριος και ρώτησε τους μαθητές του: ποιος με άγγισε. Κατάπληκτοι εκείνοι τον διαβεβαιώνουν, ότι ο κόσμος κοντεύει να τον συνθλίψει. Ο Διδάσκαλός τους όμως επιμένει, διότι, τους είπε, ένιωσε δύναμη να βγαίνει από πάνω του. Τη στιγμή εκείνη εμφανίζεται η άρρωστη γυναίκα, τρέμοντας «ότι ακάθαρτος ούσα ήψατο του καθαρού» (Ζιγαβηνός) και ομολογεί την αλήθεια. Τέλος απομακρύνεται ήσυχη αφού άκουσε τη διαβεβαίωση του Κυρίου της: η πίστι σου σέσωκέ σε...
Έτσι υστέρα από δώδεκα χρόνια ταλαιπωρία η Βερνίκη, ή Βερονίκη, σύμφωνα με την Παράδοση, ήτανε εκείνη που απέκτησε την υγεία της, υγεία σωματική και ψυχική. επέτυχε το σπουδαίο αυτό κατόρθωμα. Ήλθε στο Χριστό κοντά με την ανάλογη πίστη και τον αρμόζοντα φόβο Θεού, και πέτυχε ατό που χρόνια αποζητούσε εδώ κι εκεί. Ας θυμηθούμε πώς πλησίασε εκείνη το Χριστό καί πώς τον πλησίαζαν οι άλλοι. Άλλοι μεν, όπως οι Γραμματείς, οι Φαρισαίοι, πλησίαζαν με φθόνο, ενώ άλλοι έτρεχαν κοντά του από απλή περιέργεια καί πρόσκαιρο ενθουσιασμό.
Η αιμορροούσα όμως «εφάπτεται εσωτερικώς δια της ψυχής καί της καρδίας» τον Κύριο. Το χέρι της μπορούμε να πούμε είναι προέκταση της ψυχής της. Με πίστη βαθειά στη θεότητα του άπλωσε το χέρι της στο πανάγιο ρούχο Του. Πίστεψε η πτωχή γυναίκα ότι Εκείνος μπορεί να κλείσει τη δική της αιμάτινη πηγή της πολυχρόνιας οδύνης καί συμφοράς της. Πίστεψε καί η πίστη της την έσωσε.
Με τέτοια πίστη καί φόβο Θεού πλησίασε καί άγγιξε το Χριστό η μακαριά Βερονίκη.
Εμείς, γιατί κι εμείς με το ένα ή τον άλλο τρόπο λέμε πως τον πλησιάζουμε. Πώς όμως τον πλησιάζουμε; Σαν εκείνη ή σαν τον όχλο; ανευλαβώς, χωρίς φόβο Θεού ή διαφορετικά; Και πώς ο Θεός να εισακούσει τις προσευχές μας, όταν με πίστη ισχνή, χωρίς φλόγα, χλιαρά καί με αμφιβολία απευθύνουμε τα αιτήματά μας; «Πάντα, μας είπε, όσα εάν αιτήσητε εν τη προσευχή πιστεύοντες, λήψεσθε» (Ματθ. 21, 22) ο δε Άγιος Ιάκωβος μας συμβουλεύει: «αιτείτω δε εν πίστει, μηδέν διακρινόμενος• ο γαρ διακρινόμενος έοικε κλύδωνι θαλάσσης ανεμιζομένω καί ριπιζομένω» (Ιακ. 1, 6).
Πώς ακόμη να ελπίζουμε, όταν και μέσα στο ναό μερικές φορές δίνουμε την εντύπωση, ότι στερούμαστε το φόβο του Θεού. Η Εκκλησία εύχεται «υπέρ των μετά πίστεως καί φόβω Θεού εισιόντων εν αυτώ». Ιδίως όταν πηγαίνουμε να κοινωνήσουμε τα Άχραντα Μυστήρια, τότε πού όχι απλώς εγγίζουμε το κράσπεδο του ιματίου του Χρίστου, όπως η αιμορροούσα του σημερινού Ευαγγελίου, αλλά δεχόμαστε ολόκληρο το Σώμα Του, πώς να περιμένουμε θεραπεία σωματική καί ψυχική, όταν καί τη φοβερή εκείνη ώρα δεν έχουμε φόβο Θεού;
Να προσθέσουμε όμως εδώ και κάτι άλλο. Κάτι πολύ παρεξηγημένο που νομίζουμε πως είναι η προσωποποίηση της ευλάβειας μας ενώ στην πραγματικότητα είναι τύπος παρεξηγημένος και στείρος που καμιά σχέση δεν έχει με την πραγματικότητα της Εκκλησίας.  Κάτι που έρχεται σαν συμπέρασμα απ’ τη σημερινή ευαγγελική περικοπή.
Ο γυνακες συνήθως, ταν αμορραγον, π σφαλμένη ντίληψη θεω­ρον τι δν εναι καθαρές. Κα χι μόνον δν παίρνουν θεία κοινωνία λλ οτε κν ­σπάζον­ται τς εκόνες. δ βλέπουμε μως τι Κύριος καταργε τ λαθεμένη ντίληψη κα σχολεται μ τν αμορροοσα, χωρς ν τ θεωρε κάθαρτη, κα τν παινε γι τν πίστη της κα τς παρέχει τ θεραπεία. Προφανς διότι αμορραγία τς γυναίκας, πως κα φυ­σικ συνεύρεσή της μ τν ντρα της (γάμος), εναι φυσικ πράγματα κα δν εναι φάμαρτα. Τ δωσε κα τ ελόγησε Θεός. Κα ,τι δίνει Θες δν εναι μαρτωλά. λλα εναι τ μαρτωλά, πο πρέπει ν κρα­τον τ γυνακα, λλ κα τ συνεργ ν­τρα, μακρι π τ θεία κοινω­νία· κτρωση, συστηματικ κύρωση τς τεκνοποιίας, μοιχεία, πορ­νεία, ο κτς γάμου σαρκικς σχέσεις κα πολλά παρόμοια. ς τ χουν π’ ψη τους κι ς δείχνουν τ φόβο τους κε πο πρέπει κα κοστίζει, κι χι κε πο δν πρέπει κα δν κοστίζει.
Ιδού λοιπόν, αγαπητοί αδελφοί, το δίδαγμα πού μας προτείνει η γυναίκα του σημερινού Ευαγγελίου, η Βερονίκη της Παραδόσεως: Μετά φόβου Θεού καί πίστεως... προσέρχεσθε πάντοτε εις τον Χριστόν. Αμήν.

(Από το βιβλίο: «Εν ολίγοις» του Αρχιμ. Χρυσοστόμου Αβαγιανού – Εκδ. Ι. Μητρόπολις Μυτιλήνης)


Τρίτη 17 Οκτωβρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ

  

Ο Χριστός: Κύριος του κόσμου και των ψυχών μας

Σήμερα έκτη Κυριακή του Λουκά , αγαπητοί. Ο Ιησούς μας ευρίσκεται στη χώρα των Γαδαρηνών, αντίπερα της Γαλιλαίας. Ο Ιησούς μας πάει παντού, πάει σε όλους, αγαπά όλους και θέλει να σώσει όλους.

Και να! Εκεί που κατέβηκε απ’ το καράβι, ήλθε και Τον συνάντησε μια ταλαίπωρη ύπαρξη, ένας δαιμονισμένος, ο οποίος υπέφερε τα μέγιστα και ήταν ο φόβος και ο τρόμος των περαστικών, δεν έμενε στο σπίτι, κοιμότανε στα μνήματα, ήτανε γυμνός, και ήτο μία κόλαση κινητή. Μόλις είδε τον Ιησού, έτρεξε και Τον παρεκάλεσε, να μην του επιτρέψει να πάει από τώρα στην κόλαση, στην άβυσσο. «…και ποια σχέση έχουμε εμείς με σένα, Κύριε;». Αφού δεν Τον αγαπούν, καμία σχέση δεν έχουν, κι αυτό είναι το βάσανό τους.

Ο Ιησούς, με τη θεία Του δύναμη, είχε παραγγείλει στο κακό πνεύμα να βγει. Και κείνο το αισθάνθηκε. Μόνο οι άθεοι δεν αισθάνονται την παρουσία του Θεού, τα δαιμόνια πιστεύουν και φρίττουν, αλλά τίποτα άλλο δεν κάνουν παραπέρα, να αλλάξουν και να μετανοήσουν. Και γι’ αυτό, αφού είδε τον Ιησού αποφασισμένο να τον βγάλει απ’ τον άνθρωπο, Τον παρεκάλεσε πάλι –μπροστά στον Ιησού ο Δαίμονας παρακαλεί σε μας είναι άρχων του κόσμου τούτου, γιατί του δίνουμε εμείς εξουσία– Τον παρεκάλεσε πάλι, να επιτρέψει να πάει σ’ ένα κοπάδι χοιρινά που έβοσκαν εκεί κοντά. Και ο Ιησούς επέτρεψε.

Ο Δαίμονας δεν μπορεί να πάει πουθενά, χωρίς την άδεια και την παραχώρηση του Κυρίου. Αυτό να το ξέρουμε. Γι’ αυτό να ‘χομε μεγάλη πίστη στον Ιησού, και να ακούμε και να κάνουμε αυτά που λέει, για να μη μας οδηγεί ο Δαίμονας στις ερημιές της ταλαιπωρίας και της κολάσεως της επιγείου. Κι ο Κύριος επέτρεψε κι αμέσως βγήκε ο Δαίμων. Τα δαιμόνια ήταν «λεγεών», όπως λέει το Ευαγγέλιο, ένα σύνταγμα ολόκληρο, βγήκαν και πήγαν στα χοιρινά. Και τα χοιρινά δεν αντέχουν –όπως και όλα τα ζώα- τον Δαίμονα, κι έτρεξαν και πνίγηκαν στη λίμνη. Εμείς πως τον αντέχομε; Θεία οικονομία είναι, που τόσα χρόνια οι περισσότεροι έχομε τόσα πάθη, σύνταγμα δαιμόνων, και αντέχομε. Εδώ είναι η ευσπλαχνία του Κυρίου.

Και εκείνοι, που έβοσκαν τα γουρούνια, έτρεξαν στην πόλη και στα χωράφια και ανήγγειλαν το γεγονός. Κι ήλθαν όλοι από την πόλη και από τα πέριξ, και παρακαλούσαν τον Ιησού να φύγει. Είδαν τον δαιμονισμένο, τον τρομοκράτη τους, να ‘ναι ιματισμένος, να φορεί τα ιμάτια του και να ‘ναι φρόνιμος στα πόδια του Κυρίου. Και αυτοί, αντί να χαρούν και αντί να προτιμήσουν τον Κύριο και να ‘ρθούν κι αυτοί, προτίμησαν τα γουρούνια και τα πάθη τους, και το φόβο που γεννά η αμαρτία και η παρανομία, και παρεκάλεσαν τον Κύριο να φύγει. Κι ο Κύριος έφυγε, γιατί με το ζόρι δεν κάμει ποτέ ο Κύριος το καλό. Ζόρι και καλό δεν πάνε. Ο Κύριος είναι όντως δημοκράτης. Όμως τους άφησε το σημάδι της ευσπλαχνίας Του, τον θεραπευμένο άνθρωπο, ο οποίος Τον παρακαλούσε να τον πάρει κοντά, γιατί φοβόταν μήπως ξαναρθεί το δαιμόνιο, φοβόταν τους δαιμονισμένους συμπατριώτες του, και ήθελε να είναι κοντά στον Κύριο, και από αγάπη, και από ευγνωμοσύνη, και να ‘χει ασφάλεια και να ακούει τον θεϊκό Του λόγο, και προπαντός να βλέπει την πανέμορφη θωριά Του.

Ο Κύριος τον άφησε εκεί και του είπε να διηγείται όλα όσα του ‘κανε ο Θεός στους οικείους του. Κι αυτός το έκαμε έγινε ένας Απόστολος στους Γαδαρηνούς, και δεν το ‘πε μόνο, και δεν το ‘καμε στους οικείους, αλλά βγήκε σ’ όλη την πόλη και την περιοχή. Έτσι είναι. Άμα κανείς λάβει τη Χάρη του Κυρίου και την ευσπλαχνία Του, δεν το κρατάει για δικό του μόνο, τρέχει και το λέει παντού. Αυτό είναι υπέροχο.


Πηγή: † Αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη (2009). Το κήρυγμα της Κυριακής, τόμος Β΄, 

Τρίτη 10 Οκτωβρίου 2023

Μνήμη της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου

 Ὑπέρμαχοι σοὶ τοῖς λόγων ὅπλοις, Λόγε,

Ἐχθροὺς τροποῦνται τῶν σεβαστῶν εἰκόνων.

Ταῖς τῶν Ἁγίων Πατέρων πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς.

Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΛΟΥΚΑ. / . Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟ


 Αποτέλεσμα εικόνας για ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟ ΧΡΙΣΙΑΝΙΣΜΟ

Το σημερινό Ευαγγέλιο, αδελφοί μου, θίγει ένα ζήτημα, θα λέγαμε, δραματικό, αφού ο κάθε άνθρωπος, όλοι μας όταν βρεθούμε μπροστά στο θάνατο ταράσσεται η ψυχή μας. Σαν μάλιστα είναι πρόωρος, σαν κηδεύουμε προσφιλή μας πρόσωπο, τότε…, θρήνος, κλαυθμός και οδυρμός.
«Θρηνώ και οδύρομαι, όταν εννοήσω τον θάνατο, -  μας λέει εύστοχα ο ιερός Δαμασκηνός και βέβαια το ακούμε κάθε φορά που συναζόμαστε για να αποχαιρετήσουμε από τούτον εδώ τον κόσμο τον οποιοδήποτε συνάνθρωπό μας, -  και δω την ωραιότητα, που πλάστηκε για μας ολόιδια με την εικόνα του Θεού, στους τάφους να την κατεβάζουν, χωρίς μορφή, χωρίς σκοπό, χωρίς κανένα σχήμα. Ω τι θαύμα είν’ ετούτο, ετούτο το μυστήριο που γίνεται για μας! Πώς στη φθορά παραδοθήκαμε, πώς με τον θάνατο δεθήκαμε;».
Αλήθεια αδελφοί μου, πόσες φορές όλοι εμείς, αν και το ακούμε συχνότατα,  πόσες φορές βάλαμε το μυαλό μας να δουλέψει τούτες τις φράσεις; Πότε κοιτάξαμε το θάνατο μέσα από τούτα τα λόγια και πότε προβληματιστήκαμε πραγματικά με το μέγα τούτο μυστήριο του θανάτου, όπως ακριβώς το ονομάζει και πάλι ο Δαμασκηνός. Πότε αναρωτηθήκαμε «…πώς η ψυχή χωρίζεται απότομα απ’ το σώμα, και χάνεται αυτή η αρμονία, κι ο τόσο φυσικός δεσμός της συνυπάρξεως κόβεται με τη θέληση του Θεού».
Και η σημερινή περίπτωση, όπως κι εμείς θα λέγαμε, από τις πιο τραγικές. Μια χήρα μάνα οδηγεί το νεκρό παιδί της, το μοναδικό παιδί της, στον τάφο. Σπαράσσει!  Συναντά κατά την εκφορά του παιδιού της τον Κύριο και Αυτός της λέγει: «Μη κλαίε». Σταμάτα να κλαις. Μην αμφιβάλλετε όμως, πως όλοι όσοι ήσαν παρόντες και όλοι μας, όλοι εμείς σήμερα θεωρούμε κάτι τέτοιους λόγους παράλογους. Και τα λόγια αυτά επαναλαμβάνονται και σήμερα. Η εκκλησία μας και σήμερα συνεχίζει σε τέτοιες περιπτώσεις με τα ίδια λόγια του Ιησού: «Μη κλαίε». Μπροστά στο φέρετρο δεν πρέπει να είμαστε απαρηγόρητοι, απελπισμένοι, μας λέει.

Είναι λοιπόν έτσι τα πράγματα; 
Ο θάνατος, αδελφοί μου, στο χριστιανισμό, θεωρείται ύπνος, Ακόμα και οι τόποι, όπου αποθέτουμε εμείς  οι χριστιανοί τούς νεκρούς μας λέγονται Κοιμητήρια, αυτή είναι η χριστιανική ονομασία τους και όχι νεκροταφεία, ὁ δε θάνατος κοίμηση. Το νεκροταφείο ανάγει σε τελειωμό τα κοιμητήριο σε ύπνο. Κοιμάται λοιπόν το σώμα του ανθρώπου, ενώ ἡ ψυχή του, ζει. Ζει στη Βασιλεία των Ουρανών. Το σώμα του ανθρώπου βεβαίως διαλύεται,  αλλ’  όμως μία των ημερών θα αναστηθεί, θα ξαναρθεί στη  ζωή. Γι'  αυτό και λέμε, ότι το σώμα κοιμάται. Το λέμε άλλωστε και στο Σύμβολο τις πίστεως: «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών». Το είπε και ὁ Κύριός μας στο Ευαγγέλιο τις Κρίσεως: «Όταν θα έλθει με όλη Του την δόξα θα συναχθούν όλοι οι άνθρωποι, πού έζησαν όλες τις αποχές, και θα κριθούν ενώπιον του Θεού». Λοιπόν; Και σεις κι εγώ και τα συγγενικά μας πρόσωπα, μια μέρα θα φύγουμε από τη ζωή αυτή. Θα κοιμηθούμε ένα ύπνο, όχι σαν αυτό που ξέρουμε και πού διαρκεί μερικές ώρες, αλλά χρόνια πολλά, ίσως και αιώνες. Μια μέρα όμως θα ξυπνήσουμε, θα επανέλθουμε στη ζωή.
Να, λοιπόν, γιατί ὁ Χριστός μας λέγει, ότι πρέπει να μην απελπιζόμαστε, να μην κλαίμε.
Ὁ θάνατος είναι προσωρινός χωρισμός.
Πού  είναι πρόσωπα, που αγαπήσαμε; Πού είναι τόσος και τόσος κόσμος που γνωρίσαμε, τόσος και τόσος κόσμος που πέρασε από δω; Έφυγαν από τη ζωή αυτή και μας άφησαν την ανάμνησή τους. Αύριο θα φύγουμε και μεις. Πού πάμε; Τελειώσαμε; Μέχρι εδώ ήτανε; Ο Θεός, αν υπάρχει Θεός σε μια τέτοια περίπτωση, για πλάκα ασχολιέται με τον κόσμο; Μη γένοιτο! Πηγαίνουμε να συναντήσουμε τούς συγγενείς, τούς φίλους, τούς γονείς, τούς δικούς μας. Όλοι αυτοί και όλοι εμείς θ’ ανταμώσουμε! Και εφ’ όσον ζήσαμε κατά το θέλημα του Θεού, όλοι πάλι  μαζί θα ζήσουμε κοντά στο Θεό ανακαινισμένοι, πνευματικοί, ευτυχισμένοι.
Να θυμηθούμε τη παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. Εκεί φαίνεται, ότι ο πλούσιος γνώρισε στην άλλη ζωή τον Λάζαρο, γνώρισε μάλιστα και τον Αβραάμ, πού δεν είχε δει ποτέ. Μάλιστα ο πλούσιος και ο Αβραάμ συζήτησαν. Να θυμηθούμε τη Μεταμόρφωση του Κυρίου, όπου ο Κύριος συζητά με τον Μωυσή και τον Ηλία.
Λοιπόν; Λοιπόν ο πιστός πιστεύει, ότι ο θάνατος είναι ένας προσωρινός χωρισμός. Τί είναι οι λίγες δεκαετίες τις ζωής μας; Δεν είναι ούτε ένα σπυρί άμμου μπροστά στην αιωνιότητα.
Να, λοιπόν, γιατί Δεν πρέπει να κλαίμε με τον τρόπο που μάθαμε να κλαίμε.
Αδελφοί μου, ὁ άνθρωπος πού χάνει τον συνάνθρωπό του Δεν είναι αναίσθητος, Δεν είναι σκληρός μπροστά στη θλίψη. Δεν μπορεί να μην κλάψει. Άλλωστε και η ψυχολογία διδάσκει πως το κλάμα είναι το καλύτερο φάρμακο κατά της βαρείας θλίψης. Δεν διδάσκει αυτό ὁ χριστιανισμός. Δεν μας λέει λοιπόν να μην κλαίμε. Ο ίδιος ο Χριστός δάκρυσε για το θάνατο του φίλου του, του Λαζάρου. Ο  θάνατος λοιπόν, ο αποχωρισμός, έστω και πρόσκαιρος, είναι ένα πολύ, μα πολύ, θλιβερό γεγονός. Ναι είναι. Εδώ όμως είναι το θαύμα. Ὁ χριστιανός το ξεπερνά με τη πίστη και ενώ με μια γαλήνια θλίψη αποχαιρετά το προσφιλές του πρόσωπον επαναλαμβάνει: «Προσδοκώ ανάστησαν νεκρών». Γι αυτό κλαίει. Κλαίει όμως όχι απελπισμένα. Όχι χωρίς ελπίδα. Κλαίει χριστιανικά και όχι άπιστα και άθεα.
Αμήν!