Παρασκευή 11 Ιουλίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ΄ ΣΥΝΟΔΟΥ,

 

 


Συχνά πυκνά  κάθε σκεπτόμενο άτομο κάνει τον απολογισμό του. Θέτει ορισμένα ερωτηματικά στον εαυτό του λέγοντας : είμαι παράγων, δημιουργικός ή παράσιτο της κοινωνίας; Είμαι δέντρο  καρποφόρο ή  άκαρπο; Τα καυτά αυτά ερωτήματα μας θέτει ο Απόστολος Παύλος στη σημερινή αποστολική  περικοπή.

     Την έλλειψη δημιουργικότητας και την απουσία καλών έργων από τη ζωή των ανθρώπων ο θείος Παύλος την παρομοιάζει με την ακαρπία των δέντρων. Η ακαρπία  στα δέντρα και στη φύση θεωρείται γενικά σαν κατάρα. Στη ζωή όμως πολλών ανθρώπων ή έλλειψη δημιουργικότητας και η απουσία καλών έργων θεωρείται δυστυχώς φυσικό πράγμα.

       Ρίξτε μια ματιά στη ζωή μερικών ανθρώπων της εποχής μας. Δεν έχουν καμιά διάθεση να κινηθούν, να δημιουργήσουν κάτι. Υπάρχουν μάλιστα και εκείνοι που αρνούνται θεληματικά να αναμειχθούν σε έργα προσφοράς και δημιουργίας. Όλοι αυτοί μοιάζουν με δέντρα που έχουν αρνηθεί στον εαυτό τους το δώρο της καρποφορίας και γι αυτό παραμένουν ξερά και άκαρπα.

          Να μερικά παραδείγματα. Υπάρχουν μερικοί μεγάλοι και δυνατοί, που το ποτάμι του πλούτου τους το αφήνουν να τρέχει μόνο στα κανάλια του ατομισμού τους, χωρίς να επιτρέπουν ούτε μία σταγόνα να πέσει στα διψασμένα χείλη των συνανθρώπων τους. Άλλοι πάλι που έχουν θέσεις και αξιώματα , κλειδώνονται μέσα στο ντουλάπι της γραφειοκρατίας και αδιαφορίας και δεν κάνουν τίποτε για την επίλυση των προβλημάτων των αδυνάτων. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν δυστυχώς και οι σύζυγοι εκείνοι που αρνούνται την καρποφορία της αγάπης τους και διαγράφουν τη χαρά των παιδιών από τη ζωή τους……

           Υπάρχουν όμως και οι άλλοι, οι « καλοί », με τις σωστές αντιλήψεις άνθρωποι. Αυτοί αποφεύγουν κάθε κακό, δεν κάνουν όμως το αποφασιστικό βήμα της δημιουργίας. Αρκούνται συνήθως στις διαπιστώσεις και τις ευχές «γιά τήν βελτίωση τῶν κοινωνικῶν πραγμάτων». Αυτοί μοιάζουν με την  συκιά του Ευαγγελίου, που δεν είχε ούτε ένα σύκο, παρά φύλλα μόνο(Ματθ.ι’18).

Τόσο από το περιστατικό της«καταρασθείσης  καί ξηρανθείσης συκῆς» όσο και από την παραβολή των ταλάντων(Ματθ.κα’ 18-22 κε’ 14-30), διαπιστώνουμε την αυστηρή στάση του Κυρίου Ιησού μπροστά στην ακαρπία των ανθρώπων. Εκείνος που εργαζόταν τόσο πολύ  διδάσκοντας, ευεργετώντας και θεραπεύοντας τους πάντες(Πραξ.ι’38) καταδικάζει απόλυτα την παθητικότητα και την έλλειψη καλών έργων από τη ζωή των ανθρώπων. Μιλώντας δε για την τελική κρίση, δήλωσε κατηγορηματικά, ότι η αιώνια καταδίκη προορίζεται για όσους αρνήθηκαν στη ζωή αυτή τα έργα της αγάπης(Ματθ. κε’).

          Γι αυτό και η προτροπή του Αποστόλου είναι σαφής : οι  χριστιανοί πρέπει να πρωτοστατούν στα καλά έργα. Να είναι καρποφόροι και όχι άκαρποι. Οι χριστιανοί δεν έχουν καν το δικαίωμα να είναι άκαρποι. Γιατί πίσω τους έχουν μια παράδοση εκπληκτικής καρποφορίας. Ο Κύριος, οι Απόστολοι, οι πρώτοι χριστιανοί, οι πατέρες της Δ’ οικουμενικής συνόδου, τη μνήμη των οποίων εορτάζουμε σήμερα, καθώς οι ζωντανοί πιστοί όλων των εποχών, υπήρξαν δημιουργικοί και καρποφόροι. Πλούσιοι και δυνατοί στην καρδιά σκόρπισαν το φως του Ευαγγελίου και χάρισαν τη χαρά της λυτρώσεως σε έθνη και λαούς, άνοιξαν δρόμους ζωής και πολιτισμού , ομόρφηναν τη ζωή των ανθρώπων με τα έργα της αγάπης και της καλοσύνης. Όπου υπήρχε το μίσος έφεραν την αγάπη, όπου υπήρχε η αδικία, τη Δικαιοσύνη, οπου η  αμφιβολία, την πίστη, όπου η απελπισία, την ελπίδα , όπου το σκοτάδι, το φως όπου η λύπη, τη χαρά.

Την πολύτιμη αυτή κληρονομιά της καρποφορίας καλούνται να συνεχίσουν και οι σημερινοί χριστιανοί: με τη δημιουργική και καρποφόρο παρουσία τους η έρημη, άγονη και στείρα εποχή μας «θά γεμίσει λουλούδια καί πλούσια βλάστηση»(Ησ. λε’ 1-2). Όπου τους έχει φυτεύσει αγάπη του Δημιουργού: μέσα στην οικογένεια, την εκπαίδευση, τις ιδιωτικές ή δημόσιες υπηρεσίες, τα μέσα ενημερώσεως, τους επιστημονικούς, πολιτιστικούς, κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτικούς κύκλους, παντού να φέρουν τους γλυκούς καρπούς των καλών έργων.

          Για τους χριστιανούς δεν υπάρχουν περίοδοι καρποφορίας και ακαρπίας. Πάντοτε είναι και πρέπει να είναι καρποφόροι. Ας το προσέξουμε αυτό ιδιαίτερα τώρα το καλοκαίρι. Γιατί πολλοί ταυτίζουν την περίοδο των διακοπών του καλοκαιριού με την αργία και την απραξία. Η πραγματική όμως ξεκούραση δεν θα τη βρούμε στην αργία όσο στις δημιουργικές απασχολήσεις. Δημιουργικοί λοιπόν και όχι αργόσχολοι το καλοκαίρι. Να μη στερέψει η καρδιά από τα αισθήματα της αγάπης. Μια καρδιά που αγαπάει αληθινά, δεν σταματάει ποτέ, όπως και η καρδιά του Ουράνιου Πατέρα μας.


  •  

        

    Παρασκευή 4 Ιουλίου 2025

    ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

     

    Κυριακή Δ´ Ματθαίου, διδαχή καί θαῦμα

    Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα

    (Ματθ. η´ 5-13)

    Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ εἰς Καπερναοὺμ προσῆλθεν αὐτῷ ἑκατόνταρχος παρακαλῶν αὐτὸν καὶ λέγων· Κύριε, ὁ παῖς μου βέβληται ἐν τῇ οἰκίᾳ παραλυτικός, δεινῶς βασανιζόμενος. καὶ λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ἐγὼ ἐλθὼν θεραπεύσω αὐτόν. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἑκατόνταρχος ἔφη· Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς· ἀλλὰ μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου. καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι ὑπὸ ἐξουσίαν, ἔχων ὑπ´ ἐμαυτὸν στρατιώτας, καὶ λέγω τούτῳ, πορεύθητι, καὶ πορεύεται, καὶ ἄλλῳ, ἔρχου, καὶ ἔρχεται, καὶ τῷ δούλῳ μου, ποίησον τοῦτο, καὶ ποιεῖ. ἀκούσας δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐθαύμασε καὶ εἶπε τοῖς ἀκολουθοῦσιν· Ἀμὴν λέγω ὑμν,ο ὐδὲ ἐν τῷ Ἰσραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον. λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἥξουσιν καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν, οἱ δὲ υἱοὶ τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς τῷ ἑκατοντάρχῷ· Ὕπαγε, καὶ ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι. καὶ ἰάθη ὁ παῖς αὐτοῦ ἐν τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ.

    Διδαχή καί θαῦμα

    «Κύριε οὐκ εἰμί ἱκανός ἵνα μου ὑπό τήν στέγην εἰσέλθῃς· ἀλλά μόνον εἰπέ λόγῳ καί ἰαθήσεται ὁ παῖς μου» (Ματθ. η´ 8)

    Σήμερα ὑπάρχει τρομερή σύγχυση σέ ὅλα τά θέματα καί κατά συνέπεια καί στά θρησκευτικά, ὁπότε εἶναι ἀνάγκη νά παρουσιάζεται ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας γιά νά διακρίνεται ἡ ἀλήθεια ἀπό τήν πλάνη. Εἶναι γνωστό πώς μιά «Ἐκκλησία» πού δέν θεολογεῖ καί μιά «θεολογία» πού δέν ἐκκλησιάζεται δέν ἐξυπηρετεῖ τό ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.

    Ἡ ἠθικολογική ἀνάλυση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ πού συνδέεται μέ τήν ἀνεκδοτολογία καί τίς «εὐσεβεῖς» σκέψεις πιστεύουμε ἀκράδαντα ὅτι ἀνοίγει τόν δρόμο γιά τόν ἀγνωστικισμό καί τήν ἀθεΐα. Ὄχι μόνον ἀνοίγει τόν δρόμο γιά τήν ἀθεΐα, ἀλλά εἶναι ἀθεΐα, ἀφοῦ, κατά τούς ἁγίους Πατέρας, τό νά παραθεωρῆται τό δόγμα πού ἀποτελεῖ τήν ἔκφραση τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καί νά παραθεωροῦνται οἱ λόγοι τῶν ἁγίων Πατέρων μέ τήν σκέψη ὅτι οἱ σύγχρονοι δέν θά μπορέσουν νά τούς καταλάβουν εἶναι ἀθεΐα.

    Πολλές φορές διερωτώμεθα. Πῶς κάνουμε μιά ἠθικολογική ἀνάλυση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ τήν στιγμή κατά τήν ὁποία ἡ Ἐκκλησία μέ τά λατρευτικά της κείμενα, μέ τήν ἁγιογραφία κλπ. ἐπιμένει νά θεολογῆ; Γιατί αὐτή ἡ διάσπαση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς; Πῶς εἶναι ἐπιτρεπτό π.χ. κατά τήν ἑορτή τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Χριστοῦ τά τροπάρια νά παρουσιάζουν ὅλη τήν μυστική ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας καί οἱ Χριστιανοί νά ἀκοῦνε ἕνα ἄγευστο καί ἄνοστο ἠθικολογικό κήρυγμα; Γι᾿ αὐτό μέ ἁπλές λέξεις θά παρουσιάσουμε μερικές θεολογικές πλευρές γιά τήν διδασκαλία καί τά θαύματα, πού ἐπιτέλεσε ὁ Χριστός, λαμβάνοντας ἀφορμή ἀπό τό θαῦμα τοῦ δούλου τοῦ ἑκατοντάρχου.

    * * *

    Τό θαῦμα αὐτό ἔγινε εὐθύς ἀμέσως ἀπό τήν κάθοδο τοῦ Κυρίου ἀπό τό ὄρος τῶν Μακαρισμῶν. Αὐτό ἔχει μεγάλη σημασία, γιατί μᾶς δείχνει τήν σχέση πού ὑπάρχει μεταξύ τῆς διδαχῆς καί τοῦ θαύματος, καθώς ἐπίσης καί τήν σχέση μεταξύ αὐτῶν τῶν δύο καί τοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ.

    Ὁ Χριστός μιλοῦσε ὡς Θεάνθρωπος, «ὡς ἐξουσίαν ἔχων» (Ματθ. ζ´, 29) καί θαυματουργοῦσε ὡς Θεάνθρωπος: «Ὁ πατήρ μου ἕως ἄρτι ἐργάζεται κἀγώ ἐργάζομαι» (Ἰω. ε´, 17). Ἄλλοτε, ὅπως βλέπουμε στά ἅγια Εὐαγγέλια, προηγεῖται ἡ διδαχή καί ἀκολουθεῖ τό θαῦμα, ὡς ἐπισφράγιση τῆς διδαχῆς, καί ἄλλοτε προηγεῖται τό θαῦμα καί ἀκολουθεῖ ἡ διδαχή, πού ἀναλύει τήν βαθύτερη σημασία του. Ἄρα δέν μποροῦμε νά ξεχωρίσουμε τό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἀπό τήν διδαχή Του καί τό θαῦμά Του, γιατί ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι ἕνας κενός φλύαρος λόγος, ἀλλά θεία ἐνέργεια, καί ἡ πράξη τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι ἕνα «φιλανθρωπικό» ἔργο, πού γίνεται ἀπό συμπάθεια γιά τούς ἀνθρώπους, ἀλλά ἐπισφράγιση τῆς Μεσσιανικότητός Του. Γιά παράδειγμα ὁ Χριστός ἔβγαζε τά δαιμόνια γιά νά καταλάβουμε ὅτι αὐτός διώχνει τούς δαίμονας ἀπό τήν ψυχή καί μᾶς χαρίζει αἰώνια ἐλευθερία (ἅγ. Γρηγόριος Παλαμᾶς).

    Σήμερα ὑπάρχουν πολλοί πού χωρίζουν τά τρία αὐτά καί διασποῦν τήν θαυμάσια αὐτή ἑνότητα. Ἄλλοι λένε πώς πιστεύουν στόν Χριστό ὡς Θεάνθρωπο, ἀλλά ἀρνοῦνται τά θαύματα, πού τά θεωροῦν φαντασίες τῶν ἀνθρώπων καί δέν μελετοῦν οὔτε ἐφαρμόζουν τόν λόγο Του. Ἄλλοι διαβάζουν κάθε μέρα τό Εὐαγγέλιο, ἀλλά δέν πιστεύουν στήν θεότητα τοῦ Χριστοῦ, οὔτε στήν δυνατότητα τῶν θαυμάτων. Ἄλλοι πιστεύουν στά θαύματα, ἐπιδιώκουν νά δοῦν θαύματα στήν ζωή τους, ἴσως τρέχουν σέ ὅλα τά προσκυνήματα ἀπό συμφέρον, ὅμως δέν ἔχουν μεγάλη πίστη στήν θεότητα τοῦ Χριστοῦ, οὔτε ζοῦν εὐαγγελικά. Ὅλες, ὅμως, αὐτές οἱ περιπτώσεις δέν συνιστοῦν ὀρθόδοξη ζωή.

    * * *

    Εἴπαμε προηγουμένως ὅτι ὁ θεῖος λόγος εἶναι θεία ἐνέργεια καί ὄχι ἕνας φλύαρος ἀνθρώπινος λόγος. Αὐτό φαίνεται στό θαῦμα τοῦ δούλου τοῦ ἑκατοντάρχου. Ὁ ἑκατόνταρχος ζητᾶ ἕνα λόγο ἀπό τόν Χριστό καί εἶναι βέβαιος ὅτι μέ τόν λόγο αὐτό θά θεραπευθῆ ὁ δοῦλός του. «Μόνον εἰπέ λόγῳ καί ἰαθήσεται ὁ παῖς μου». Ὁ Κύριος τότε εἶπε: «ὕπαγε καί ὡς ἐπίστευσας, γεννηθήτω σοι». Καί τό ἀποτέλεσμα, ὅπως σημειώνει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής, «ἰάθη ὁ παῖς αὐτοῦ ἐν τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ» (Ματθ. η´, 8-13). Διά τοῦ λόγου ἐξῆλθε θεία ἐνέργεια καί θεραπεύθηκε. Αὐτό φαίνεται ἀπό τήν ἀρχή τῆς δημιουργίας. Ὁ Θεός εἶπε «γενηθήτω φῶς· καί ἐγένετο φῶς» (Γεν. α´, 3). Ὁ Προφητάναξ Δαυίδ ψάλλει: «Τῷ λόγῳ Κυρίου οἱ οὐρανοί ἐστερεώθησαν καί τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ πᾶσα ἡ δύναμις αὐτῶν» (Ψαλμ. λβ´, 6).

    Γι᾿ αὐτό, ἡ τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν εἶναι προϋπόθεση ἀποκτήσεως τῆς θείας ζωῆς. Ὁ ἅγιος Μάξιμος λέγει ὅτι σέ κάθε ἐντολή τοῦ Χριστοῦ ὑπάρχει μυστικά ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός. Τηρώντας τίς ἐντολές Του δεχόμαστε τόν Χριστό μέσα μας. Καί ἐπειδή ὁ Χριστός δέν εἶναι ποτέ χωρίς τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, γι᾿ αὐτό, τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, δεχόμαστε μέσα μας τήν Παναγία Τριάδα: «ὁ γοῦν δεξάμενος μίαν ἐντολήν καί ποιήσας αὐτήν μυστικῶς ἔχει τήν Ἁγία Τριάδα». Ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος ἐδίδαξε ὅτι «ὁ ποιῶν τήν ἀλήθειαν ἔρχεται πρός τό φῶς» (Ἰω. γ´, 21).

    Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ γράφει ὅτι ὅταν μιά ψυχή πού ἔχει ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀκούση ἕνα ρῆμα πού ἔχει μέσα του κρυμμένη δύναμη πνευματική, ἐλκύεται πρός τήν ἐφαρμογή. Γι᾿ αὐτό, τό θεῖο κήρυγμα εἶναι ἀπαραίτητο γιά τήν Ἐκκλησία καί ἐντάσσεται ὀργανικά μέσα στόν χῶρο τῆς λατρευτικῆς συνάξεως. Δέν εἶναι ἕνα ξένο στοιχεῖο τῆς Λειτουργίας, ἀλλά ἀναπόσπαστο τμῆμα της. Φυσικά, πρέπει νά εἶναι πραγματικός λόγος, φωτισμός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὄχι ἀνθρώπινος εὐσεβής στοχασμός.

    Συζητεῖται πολύ ἄν πρέπη νά γίνεται κήρυγμα κατά τήν Θεία Λειτουργία καί πότε εἶναι ἡ κατάλληλη στιγμή ἐκφωνήσεώς του. Ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ὀρθή ἄποψη πού συνδέεται μέ τήν Παράδοση, ἔχουμε νά ποῦμε ὅτι τό κήρυγμα, ὅταν ἐμπνέεται ἀπό τήν λατρευτική ἀτμόσφαιρα, ὅταν κινῆται μέσα στήν Ὀρθόδοξη πνευματικότητα, ὅταν εἶναι ἀποκάλυψη τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, προετοιμάζει τόν ἄνθρωπο γιά τήν προσευχή καί τήν θεία Κοινωνία. Διαφορετικά εἶναι βλαβερό σέ ὁποιαδήποτε στιγμή κι᾿ ἄν ἐκφωνῆται. Ἑπομένως, τό θέμα εἶναι ὄχι πότε πρέπει νά λέγεται τό κήρυγμα, ἀλλά τί θά λέγεται σέ αὐτό.

    * * *

    Ὁ ἑκατόνταρχος ζητᾶ νά μή ἔλθη στό σπίτι του ὁ Χριστός. Αὐτή ἡ ἀντιμετώπιση γίνεται ἀφορμή νά ἐπαινεθῆ ἀπό τόν Κύριο. Ἄρα δέν ἦταν ἀγένεια, ἀλλά αἴσθηση τῆς θείας δυνάμεως, ἐν σχέσει μέ τήν αἴσθηση τῆς δικῆς του ἀσθενείας. Αἰσθάνεται τόν ἑαυτό του ἀνάξιο μιᾶς τέτοιας μεγάλης δωρεᾶς. Ἐδῶ, λοιπόν, πρόκειται γιά μιά αὐτογνωσία πού εἶναι ἀληθινή, γιατί γίνεται κάτω ἀπό τήν Θεογνωσία. Δηλαδή, γνωρίζει ὁ ἑκατόνταρχος τόν ἑαυτό του διά τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό τό βλέπουμε στήν ζωή τῶν Προφητῶν καί γενικά ὅλων τῶν ἁγίων. Βλέποντας τόν Θεό καταλαβαίνουν τήν μικρότητά τους καί ταπεινώνονται. Ἑπομένως, ἡ ταπείνωση δέν εἶναι μερικές ταπεινές σκέψεις, ἀλλά ἀποκάλυψη τῆς Ζωῆς.

    Σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά ἀποκτήση γνώση Θεοῦ, θέα Θεοῦ. Νά δῆ τόν Θεό στό λόγο Του καί στό θαῦμα Του. Τότε ταπεινώνεται, ἀποκτᾶ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ του καί γίνεται ἀληθινός ἄνθρωπος.

    ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο Ὅσοι Πιστοί