Παρασκευή 11 Ιουλίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΑΤΕΡΩΝ Δ΄ ΣΥΝΟΔΟΥ,

 

 


Συχνά πυκνά  κάθε σκεπτόμενο άτομο κάνει τον απολογισμό του. Θέτει ορισμένα ερωτηματικά στον εαυτό του λέγοντας : είμαι παράγων, δημιουργικός ή παράσιτο της κοινωνίας; Είμαι δέντρο  καρποφόρο ή  άκαρπο; Τα καυτά αυτά ερωτήματα μας θέτει ο Απόστολος Παύλος στη σημερινή αποστολική  περικοπή.

     Την έλλειψη δημιουργικότητας και την απουσία καλών έργων από τη ζωή των ανθρώπων ο θείος Παύλος την παρομοιάζει με την ακαρπία των δέντρων. Η ακαρπία  στα δέντρα και στη φύση θεωρείται γενικά σαν κατάρα. Στη ζωή όμως πολλών ανθρώπων ή έλλειψη δημιουργικότητας και η απουσία καλών έργων θεωρείται δυστυχώς φυσικό πράγμα.

       Ρίξτε μια ματιά στη ζωή μερικών ανθρώπων της εποχής μας. Δεν έχουν καμιά διάθεση να κινηθούν, να δημιουργήσουν κάτι. Υπάρχουν μάλιστα και εκείνοι που αρνούνται θεληματικά να αναμειχθούν σε έργα προσφοράς και δημιουργίας. Όλοι αυτοί μοιάζουν με δέντρα που έχουν αρνηθεί στον εαυτό τους το δώρο της καρποφορίας και γι αυτό παραμένουν ξερά και άκαρπα.

          Να μερικά παραδείγματα. Υπάρχουν μερικοί μεγάλοι και δυνατοί, που το ποτάμι του πλούτου τους το αφήνουν να τρέχει μόνο στα κανάλια του ατομισμού τους, χωρίς να επιτρέπουν ούτε μία σταγόνα να πέσει στα διψασμένα χείλη των συνανθρώπων τους. Άλλοι πάλι που έχουν θέσεις και αξιώματα , κλειδώνονται μέσα στο ντουλάπι της γραφειοκρατίας και αδιαφορίας και δεν κάνουν τίποτε για την επίλυση των προβλημάτων των αδυνάτων. Στην ίδια κατηγορία ανήκουν δυστυχώς και οι σύζυγοι εκείνοι που αρνούνται την καρποφορία της αγάπης τους και διαγράφουν τη χαρά των παιδιών από τη ζωή τους……

           Υπάρχουν όμως και οι άλλοι, οι « καλοί », με τις σωστές αντιλήψεις άνθρωποι. Αυτοί αποφεύγουν κάθε κακό, δεν κάνουν όμως το αποφασιστικό βήμα της δημιουργίας. Αρκούνται συνήθως στις διαπιστώσεις και τις ευχές «γιά τήν βελτίωση τῶν κοινωνικῶν πραγμάτων». Αυτοί μοιάζουν με την  συκιά του Ευαγγελίου, που δεν είχε ούτε ένα σύκο, παρά φύλλα μόνο(Ματθ.ι’18).

Τόσο από το περιστατικό της«καταρασθείσης  καί ξηρανθείσης συκῆς» όσο και από την παραβολή των ταλάντων(Ματθ.κα’ 18-22 κε’ 14-30), διαπιστώνουμε την αυστηρή στάση του Κυρίου Ιησού μπροστά στην ακαρπία των ανθρώπων. Εκείνος που εργαζόταν τόσο πολύ  διδάσκοντας, ευεργετώντας και θεραπεύοντας τους πάντες(Πραξ.ι’38) καταδικάζει απόλυτα την παθητικότητα και την έλλειψη καλών έργων από τη ζωή των ανθρώπων. Μιλώντας δε για την τελική κρίση, δήλωσε κατηγορηματικά, ότι η αιώνια καταδίκη προορίζεται για όσους αρνήθηκαν στη ζωή αυτή τα έργα της αγάπης(Ματθ. κε’).

          Γι αυτό και η προτροπή του Αποστόλου είναι σαφής : οι  χριστιανοί πρέπει να πρωτοστατούν στα καλά έργα. Να είναι καρποφόροι και όχι άκαρποι. Οι χριστιανοί δεν έχουν καν το δικαίωμα να είναι άκαρποι. Γιατί πίσω τους έχουν μια παράδοση εκπληκτικής καρποφορίας. Ο Κύριος, οι Απόστολοι, οι πρώτοι χριστιανοί, οι πατέρες της Δ’ οικουμενικής συνόδου, τη μνήμη των οποίων εορτάζουμε σήμερα, καθώς οι ζωντανοί πιστοί όλων των εποχών, υπήρξαν δημιουργικοί και καρποφόροι. Πλούσιοι και δυνατοί στην καρδιά σκόρπισαν το φως του Ευαγγελίου και χάρισαν τη χαρά της λυτρώσεως σε έθνη και λαούς, άνοιξαν δρόμους ζωής και πολιτισμού , ομόρφηναν τη ζωή των ανθρώπων με τα έργα της αγάπης και της καλοσύνης. Όπου υπήρχε το μίσος έφεραν την αγάπη, όπου υπήρχε η αδικία, τη Δικαιοσύνη, οπου η  αμφιβολία, την πίστη, όπου η απελπισία, την ελπίδα , όπου το σκοτάδι, το φως όπου η λύπη, τη χαρά.

Την πολύτιμη αυτή κληρονομιά της καρποφορίας καλούνται να συνεχίσουν και οι σημερινοί χριστιανοί: με τη δημιουργική και καρποφόρο παρουσία τους η έρημη, άγονη και στείρα εποχή μας «θά γεμίσει λουλούδια καί πλούσια βλάστηση»(Ησ. λε’ 1-2). Όπου τους έχει φυτεύσει αγάπη του Δημιουργού: μέσα στην οικογένεια, την εκπαίδευση, τις ιδιωτικές ή δημόσιες υπηρεσίες, τα μέσα ενημερώσεως, τους επιστημονικούς, πολιτιστικούς, κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτικούς κύκλους, παντού να φέρουν τους γλυκούς καρπούς των καλών έργων.

          Για τους χριστιανούς δεν υπάρχουν περίοδοι καρποφορίας και ακαρπίας. Πάντοτε είναι και πρέπει να είναι καρποφόροι. Ας το προσέξουμε αυτό ιδιαίτερα τώρα το καλοκαίρι. Γιατί πολλοί ταυτίζουν την περίοδο των διακοπών του καλοκαιριού με την αργία και την απραξία. Η πραγματική όμως ξεκούραση δεν θα τη βρούμε στην αργία όσο στις δημιουργικές απασχολήσεις. Δημιουργικοί λοιπόν και όχι αργόσχολοι το καλοκαίρι. Να μη στερέψει η καρδιά από τα αισθήματα της αγάπης. Μια καρδιά που αγαπάει αληθινά, δεν σταματάει ποτέ, όπως και η καρδιά του Ουράνιου Πατέρα μας.


  •  

        

    Παρασκευή 4 Ιουλίου 2025

    ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

     

    Κυριακή Δ´ Ματθαίου, διδαχή καί θαῦμα

    Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα

    (Ματθ. η´ 5-13)

    Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ εἰς Καπερναοὺμ προσῆλθεν αὐτῷ ἑκατόνταρχος παρακαλῶν αὐτὸν καὶ λέγων· Κύριε, ὁ παῖς μου βέβληται ἐν τῇ οἰκίᾳ παραλυτικός, δεινῶς βασανιζόμενος. καὶ λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ἐγὼ ἐλθὼν θεραπεύσω αὐτόν. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἑκατόνταρχος ἔφη· Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς· ἀλλὰ μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου. καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι ὑπὸ ἐξουσίαν, ἔχων ὑπ´ ἐμαυτὸν στρατιώτας, καὶ λέγω τούτῳ, πορεύθητι, καὶ πορεύεται, καὶ ἄλλῳ, ἔρχου, καὶ ἔρχεται, καὶ τῷ δούλῳ μου, ποίησον τοῦτο, καὶ ποιεῖ. ἀκούσας δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐθαύμασε καὶ εἶπε τοῖς ἀκολουθοῦσιν· Ἀμὴν λέγω ὑμν,ο ὐδὲ ἐν τῷ Ἰσραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον. λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἥξουσιν καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν, οἱ δὲ υἱοὶ τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς τῷ ἑκατοντάρχῷ· Ὕπαγε, καὶ ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι. καὶ ἰάθη ὁ παῖς αὐτοῦ ἐν τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ.

    Διδαχή καί θαῦμα

    «Κύριε οὐκ εἰμί ἱκανός ἵνα μου ὑπό τήν στέγην εἰσέλθῃς· ἀλλά μόνον εἰπέ λόγῳ καί ἰαθήσεται ὁ παῖς μου» (Ματθ. η´ 8)

    Σήμερα ὑπάρχει τρομερή σύγχυση σέ ὅλα τά θέματα καί κατά συνέπεια καί στά θρησκευτικά, ὁπότε εἶναι ἀνάγκη νά παρουσιάζεται ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας γιά νά διακρίνεται ἡ ἀλήθεια ἀπό τήν πλάνη. Εἶναι γνωστό πώς μιά «Ἐκκλησία» πού δέν θεολογεῖ καί μιά «θεολογία» πού δέν ἐκκλησιάζεται δέν ἐξυπηρετεῖ τό ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.

    Ἡ ἠθικολογική ἀνάλυση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ πού συνδέεται μέ τήν ἀνεκδοτολογία καί τίς «εὐσεβεῖς» σκέψεις πιστεύουμε ἀκράδαντα ὅτι ἀνοίγει τόν δρόμο γιά τόν ἀγνωστικισμό καί τήν ἀθεΐα. Ὄχι μόνον ἀνοίγει τόν δρόμο γιά τήν ἀθεΐα, ἀλλά εἶναι ἀθεΐα, ἀφοῦ, κατά τούς ἁγίους Πατέρας, τό νά παραθεωρῆται τό δόγμα πού ἀποτελεῖ τήν ἔκφραση τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καί νά παραθεωροῦνται οἱ λόγοι τῶν ἁγίων Πατέρων μέ τήν σκέψη ὅτι οἱ σύγχρονοι δέν θά μπορέσουν νά τούς καταλάβουν εἶναι ἀθεΐα.

    Πολλές φορές διερωτώμεθα. Πῶς κάνουμε μιά ἠθικολογική ἀνάλυση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ τήν στιγμή κατά τήν ὁποία ἡ Ἐκκλησία μέ τά λατρευτικά της κείμενα, μέ τήν ἁγιογραφία κλπ. ἐπιμένει νά θεολογῆ; Γιατί αὐτή ἡ διάσπαση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς; Πῶς εἶναι ἐπιτρεπτό π.χ. κατά τήν ἑορτή τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Χριστοῦ τά τροπάρια νά παρουσιάζουν ὅλη τήν μυστική ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας καί οἱ Χριστιανοί νά ἀκοῦνε ἕνα ἄγευστο καί ἄνοστο ἠθικολογικό κήρυγμα; Γι᾿ αὐτό μέ ἁπλές λέξεις θά παρουσιάσουμε μερικές θεολογικές πλευρές γιά τήν διδασκαλία καί τά θαύματα, πού ἐπιτέλεσε ὁ Χριστός, λαμβάνοντας ἀφορμή ἀπό τό θαῦμα τοῦ δούλου τοῦ ἑκατοντάρχου.

    * * *

    Τό θαῦμα αὐτό ἔγινε εὐθύς ἀμέσως ἀπό τήν κάθοδο τοῦ Κυρίου ἀπό τό ὄρος τῶν Μακαρισμῶν. Αὐτό ἔχει μεγάλη σημασία, γιατί μᾶς δείχνει τήν σχέση πού ὑπάρχει μεταξύ τῆς διδαχῆς καί τοῦ θαύματος, καθώς ἐπίσης καί τήν σχέση μεταξύ αὐτῶν τῶν δύο καί τοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ.

    Ὁ Χριστός μιλοῦσε ὡς Θεάνθρωπος, «ὡς ἐξουσίαν ἔχων» (Ματθ. ζ´, 29) καί θαυματουργοῦσε ὡς Θεάνθρωπος: «Ὁ πατήρ μου ἕως ἄρτι ἐργάζεται κἀγώ ἐργάζομαι» (Ἰω. ε´, 17). Ἄλλοτε, ὅπως βλέπουμε στά ἅγια Εὐαγγέλια, προηγεῖται ἡ διδαχή καί ἀκολουθεῖ τό θαῦμα, ὡς ἐπισφράγιση τῆς διδαχῆς, καί ἄλλοτε προηγεῖται τό θαῦμα καί ἀκολουθεῖ ἡ διδαχή, πού ἀναλύει τήν βαθύτερη σημασία του. Ἄρα δέν μποροῦμε νά ξεχωρίσουμε τό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἀπό τήν διδαχή Του καί τό θαῦμά Του, γιατί ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι ἕνας κενός φλύαρος λόγος, ἀλλά θεία ἐνέργεια, καί ἡ πράξη τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι ἕνα «φιλανθρωπικό» ἔργο, πού γίνεται ἀπό συμπάθεια γιά τούς ἀνθρώπους, ἀλλά ἐπισφράγιση τῆς Μεσσιανικότητός Του. Γιά παράδειγμα ὁ Χριστός ἔβγαζε τά δαιμόνια γιά νά καταλάβουμε ὅτι αὐτός διώχνει τούς δαίμονας ἀπό τήν ψυχή καί μᾶς χαρίζει αἰώνια ἐλευθερία (ἅγ. Γρηγόριος Παλαμᾶς).

    Σήμερα ὑπάρχουν πολλοί πού χωρίζουν τά τρία αὐτά καί διασποῦν τήν θαυμάσια αὐτή ἑνότητα. Ἄλλοι λένε πώς πιστεύουν στόν Χριστό ὡς Θεάνθρωπο, ἀλλά ἀρνοῦνται τά θαύματα, πού τά θεωροῦν φαντασίες τῶν ἀνθρώπων καί δέν μελετοῦν οὔτε ἐφαρμόζουν τόν λόγο Του. Ἄλλοι διαβάζουν κάθε μέρα τό Εὐαγγέλιο, ἀλλά δέν πιστεύουν στήν θεότητα τοῦ Χριστοῦ, οὔτε στήν δυνατότητα τῶν θαυμάτων. Ἄλλοι πιστεύουν στά θαύματα, ἐπιδιώκουν νά δοῦν θαύματα στήν ζωή τους, ἴσως τρέχουν σέ ὅλα τά προσκυνήματα ἀπό συμφέρον, ὅμως δέν ἔχουν μεγάλη πίστη στήν θεότητα τοῦ Χριστοῦ, οὔτε ζοῦν εὐαγγελικά. Ὅλες, ὅμως, αὐτές οἱ περιπτώσεις δέν συνιστοῦν ὀρθόδοξη ζωή.

    * * *

    Εἴπαμε προηγουμένως ὅτι ὁ θεῖος λόγος εἶναι θεία ἐνέργεια καί ὄχι ἕνας φλύαρος ἀνθρώπινος λόγος. Αὐτό φαίνεται στό θαῦμα τοῦ δούλου τοῦ ἑκατοντάρχου. Ὁ ἑκατόνταρχος ζητᾶ ἕνα λόγο ἀπό τόν Χριστό καί εἶναι βέβαιος ὅτι μέ τόν λόγο αὐτό θά θεραπευθῆ ὁ δοῦλός του. «Μόνον εἰπέ λόγῳ καί ἰαθήσεται ὁ παῖς μου». Ὁ Κύριος τότε εἶπε: «ὕπαγε καί ὡς ἐπίστευσας, γεννηθήτω σοι». Καί τό ἀποτέλεσμα, ὅπως σημειώνει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής, «ἰάθη ὁ παῖς αὐτοῦ ἐν τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ» (Ματθ. η´, 8-13). Διά τοῦ λόγου ἐξῆλθε θεία ἐνέργεια καί θεραπεύθηκε. Αὐτό φαίνεται ἀπό τήν ἀρχή τῆς δημιουργίας. Ὁ Θεός εἶπε «γενηθήτω φῶς· καί ἐγένετο φῶς» (Γεν. α´, 3). Ὁ Προφητάναξ Δαυίδ ψάλλει: «Τῷ λόγῳ Κυρίου οἱ οὐρανοί ἐστερεώθησαν καί τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ πᾶσα ἡ δύναμις αὐτῶν» (Ψαλμ. λβ´, 6).

    Γι᾿ αὐτό, ἡ τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν εἶναι προϋπόθεση ἀποκτήσεως τῆς θείας ζωῆς. Ὁ ἅγιος Μάξιμος λέγει ὅτι σέ κάθε ἐντολή τοῦ Χριστοῦ ὑπάρχει μυστικά ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός. Τηρώντας τίς ἐντολές Του δεχόμαστε τόν Χριστό μέσα μας. Καί ἐπειδή ὁ Χριστός δέν εἶναι ποτέ χωρίς τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, γι᾿ αὐτό, τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, δεχόμαστε μέσα μας τήν Παναγία Τριάδα: «ὁ γοῦν δεξάμενος μίαν ἐντολήν καί ποιήσας αὐτήν μυστικῶς ἔχει τήν Ἁγία Τριάδα». Ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος ἐδίδαξε ὅτι «ὁ ποιῶν τήν ἀλήθειαν ἔρχεται πρός τό φῶς» (Ἰω. γ´, 21).

    Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ γράφει ὅτι ὅταν μιά ψυχή πού ἔχει ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀκούση ἕνα ρῆμα πού ἔχει μέσα του κρυμμένη δύναμη πνευματική, ἐλκύεται πρός τήν ἐφαρμογή. Γι᾿ αὐτό, τό θεῖο κήρυγμα εἶναι ἀπαραίτητο γιά τήν Ἐκκλησία καί ἐντάσσεται ὀργανικά μέσα στόν χῶρο τῆς λατρευτικῆς συνάξεως. Δέν εἶναι ἕνα ξένο στοιχεῖο τῆς Λειτουργίας, ἀλλά ἀναπόσπαστο τμῆμα της. Φυσικά, πρέπει νά εἶναι πραγματικός λόγος, φωτισμός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὄχι ἀνθρώπινος εὐσεβής στοχασμός.

    Συζητεῖται πολύ ἄν πρέπη νά γίνεται κήρυγμα κατά τήν Θεία Λειτουργία καί πότε εἶναι ἡ κατάλληλη στιγμή ἐκφωνήσεώς του. Ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ὀρθή ἄποψη πού συνδέεται μέ τήν Παράδοση, ἔχουμε νά ποῦμε ὅτι τό κήρυγμα, ὅταν ἐμπνέεται ἀπό τήν λατρευτική ἀτμόσφαιρα, ὅταν κινῆται μέσα στήν Ὀρθόδοξη πνευματικότητα, ὅταν εἶναι ἀποκάλυψη τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, προετοιμάζει τόν ἄνθρωπο γιά τήν προσευχή καί τήν θεία Κοινωνία. Διαφορετικά εἶναι βλαβερό σέ ὁποιαδήποτε στιγμή κι᾿ ἄν ἐκφωνῆται. Ἑπομένως, τό θέμα εἶναι ὄχι πότε πρέπει νά λέγεται τό κήρυγμα, ἀλλά τί θά λέγεται σέ αὐτό.

    * * *

    Ὁ ἑκατόνταρχος ζητᾶ νά μή ἔλθη στό σπίτι του ὁ Χριστός. Αὐτή ἡ ἀντιμετώπιση γίνεται ἀφορμή νά ἐπαινεθῆ ἀπό τόν Κύριο. Ἄρα δέν ἦταν ἀγένεια, ἀλλά αἴσθηση τῆς θείας δυνάμεως, ἐν σχέσει μέ τήν αἴσθηση τῆς δικῆς του ἀσθενείας. Αἰσθάνεται τόν ἑαυτό του ἀνάξιο μιᾶς τέτοιας μεγάλης δωρεᾶς. Ἐδῶ, λοιπόν, πρόκειται γιά μιά αὐτογνωσία πού εἶναι ἀληθινή, γιατί γίνεται κάτω ἀπό τήν Θεογνωσία. Δηλαδή, γνωρίζει ὁ ἑκατόνταρχος τόν ἑαυτό του διά τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό τό βλέπουμε στήν ζωή τῶν Προφητῶν καί γενικά ὅλων τῶν ἁγίων. Βλέποντας τόν Θεό καταλαβαίνουν τήν μικρότητά τους καί ταπεινώνονται. Ἑπομένως, ἡ ταπείνωση δέν εἶναι μερικές ταπεινές σκέψεις, ἀλλά ἀποκάλυψη τῆς Ζωῆς.

    Σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά ἀποκτήση γνώση Θεοῦ, θέα Θεοῦ. Νά δῆ τόν Θεό στό λόγο Του καί στό θαῦμα Του. Τότε ταπεινώνεται, ἀποκτᾶ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ του καί γίνεται ἀληθινός ἄνθρωπος.

    ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο Ὅσοι Πιστοί

    Παρασκευή 27 Ιουνίου 2025

    Κυριακή Γ' Ματθαίου

     Κυριακή Γ' Ματθαίου  Ματθ. 6, 22-33 


    Την περασμένη Κυριακή είδαμε ότι ο Χριστός περιμένει από όλους μας να Τον ακολουθήσουμε, εγκαταλείποντας ει δυνατόν τα πάντα, ακόμα και τους ίδιους μας τους συγγενείς, αν είναι απαραίτητο. Και ίσως κανείς αναρωτηθεί “μα πώς θα ζήσουμε, αν αφήσουμε τα πάντα;” την απάντηση μας τη δίνει σήμερα ο ίδιος ο Κύριός μας, μέσα από το απόσπασμα της επί του Όρους Ομιλίας Του που μας μεταφέρει ο ευαγγελιστής Ματθαίος. Τα μάτια του ανθρώπου, μας λέει, είναι ο λύχνος δηλαδή το φως του σώματός του. Επομένως, αν τα μάτια του είναι φωτεινά, όλο το σώμα του είναι φωτεινό. Αντίθετα, αν τα μάτια είναι σκοτεινά, όλο το σώμα είναι σκοτεινό. Αληθινά, αναρωτιέται, αν το φως του σώματός μας είναι σκοτάδι, τότε το σκοτάδι πώς μοιάζει; Με τα λόγια αυτά θέλει να μας τονίσει ότι αν όντως ενδιαφερόμαστε να φωτίσουμε την ύπαρξη και τη ζωή μας, θα πρέπει να αφήσουμε πίσω οτιδήποτε αντιστρατεύεται στο θέλημα του Θεού, ότι οφείλουμε να μεριμνήσουμε για τον πνευματικό μας κόσμο και να μη φορτώνουμε τη ζωή μας με μέριμνες περιττές και ανούσιες. Και για να το καταστήσει πιο σαφές, συνεχίζει λέγοντας ότι δεν μπορεί να δουλεύει κανείς σε δύο κυρίους, στον Θεό και στον μαμμωνά. Ή τον ένα θα αγαπήσει και τον άλλο θα μισήσει, ή θα υπακούσει στις επιταγές του ενός και θα καταφρονήσει τον άλλο. Με τον όρο “μαμμωνά” υπονοεί ο Κύριος τόσο τον ίδιο το διάβολο και τα έργα του σκότους, όσο και τις βιοτικές μέριμνες, οι οποίες αποσπούν την προσοχή μας από τη μελέτη και εφαρμογή του θελήματος του Θεού. Γι αυτό σας λέω, συνεχίζει, μη μεριμνάτε και μην απασχολείτε την ψυχή σας με το τι θα φάτε ή τι θα πιείτε, ούτε το σώμα σας, με το τι θα ντυθείτε. Στα αλήθεια, η ψυχή δεν είναι παραπάνω από την τροφή και το σώμα από την ενδυμασία; κοιτάξτε τα πουλιά, δεν σπέρνουν, δεν θερίζουν, δεν αποθηκεύουν σε αποθήκες, και ο Πατέρας σας ο επουράνιος τα τρέφει. Δε νομίζετε ότι διαφέρετε τόσο πολύ από αυτά, ώστε ο Θεός να σας σκέφτεται ακόμα περισσότερο; ποιος μπορεί, όσο κι αν μεριμνήσει, να προσθέσει μια πιθαμή στο ύψος του; Και για την ενδυμασία σας τι αγωνιάτε; πάρτε μάθημα από τα κρίνα του αγρού, που δεν υφαίνουν ούτε γνέθουν, κι όμως είναι ντυμένα πιο λαμπρά κι από τον Σολομώντα. Αν επομένως ο Θεός ντύνει τόσο όμορφα τα αγριόχορτα, που σήμερα είναι και αύριο, σαν ξεραθούν, καίγονται στον κλίβανο, πόσο περισσότερο δεν θα ενδιαφερθεί για σας, ολιγόπιστοι; Μην μεριμνάτε λοιπόν, λέγοντας τι θα φάμε; ή τι θα πιούμε;ή τι θα ντυθούμε; διότι ο Πατέρας σας ο επουράνιος γνωρίζει τις ανάγκες σας. Αλλά να επιζητείτε πρώτα τη Βασιλεία του Θεού και την δικαιοσύνη Του, και όλα τα άλλα θα σας δοθούν. Ο Χριστός χρησιμοποιεί το παράδειγμα των άγριων πουλιών και λουλουδιών, που είναι εφήμερα κι όμως επιβιώνουν με την πρόνοια του Θεού, για να καταδείξει ότι ο άνθρωπος, που ως έλλογο ον έχει μεγαλύτερη αξία και σημασία, δεν μπορεί παρά να ελκύει και το ενδιαφέρον και την πρόνοια του Θεού. Γι αυτό και αποκαλεί ολιγόπιστους όλους εκείνους που θέτουν ως προτεραιότητα στη ζωή τους την κάλυψη των βιοτικών τους αναγκών. Η υπέρμετρη ενασχόληση με την εξασφάλιση της καθημερινής τροφής, με τα ενδύματα και με τα υλικά αγαθά, περιέχει τον κίνδυνο της εγκατάλειψης ή της περιφρόνησης του Θεού, σύμφωνα με τα όσα μας είπε ο Χριστός στην πρώτη συνάφεια της σημερινής περικοπής. Δείχνει έλλειμμα πίστεως, έλλειμμα εμπιστοσύνης στην αγάπη και στην πρόνοια του Θεού για τον άνθρωπο. Αν ο Θεός έστειλε τον Υιό Του τον μονογενή στον κόσμο, με σκοπό να θεραπεύσει και να αναστήσει τον έσω άνθρωπο, θα αφήσει άραγε κανέναν να χαθεί από έλλειψη των στοιχειωδών αγαθών; Κι όμως, στην καθημερινότητά μας λησμονούμε αυτή τη μεγάλη αλήθεια. Θεωρούμε τους εαυτούς μας πιστούς χριστιανούς, και παρόλα αυτά αναλώνουμε όλο το χρόνο μας στο κγκυρίες των τελευταίων ετών επιτείνουν αυτή τη μονοσήμαντη αγωνία μας και μας απορροφούν κάθε ικμάδα σωματική και ψυχική. Και όσο εξαρτάμε την ευτυχία μας από τα υλικά και τα γήινα, τόσο οι δυσκολίες της ζωής μάς οδηγούν σε όλο και μεγαλύτερη απελπισία και απόγνωση. “Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού”. Αυτή είναι η απάντηση του Χριστού, αυτή είναι η μόνη προοπτική για να ξεφύγουμε από τα απελπιστικά δεσμά του μαμμωνά, στον οποίο έχει υποδουλωθεί η ύπαρξή μας. Αυτή είναι η μόνη διέξοδος από κάθε ανθρώπινη κρίση, ιδιαίτερα σήμερα. Όσο κι αν αγωνιζόμαστε χωρίς Θεό, η ζωή μας και οι κοινωνίες μας θα σκοτεινιάζουν. Ας στραφούμε, επομένως, στην αναζήτηση του Θεού, ας Τον εμπιστευτούμε, και θα φροντίσει Εκείνος για τα υπόλοιπα.υνήγι των υλικών αγαθών, στην ικανοποίηση των βιοτικών μας αναγκών και μόνο. Οι συνθήκες του σύγχρονου τρόπου ζωής και οι συγκυρίες των τελευταίων ετών επιτείνουν αυτή τη μονοσήμαντη αγωνία μας και μας απορροφούν κάθε ικμάδα σωματική και ψυχική. Και όσο εξαρτάμε την ευτυχία μας από τα υλικά και τα γήινα, τόσο οι δυσκολίες της ζωής μάς οδηγούν σε όλο και μεγαλύτερη απελπισία και απόγνωση. “Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού”. Αυτή είναι η απάντηση του Χριστού, αυτή είναι η μόνη προοπτική για να ξεφύγουμε από τα απελπιστικά δεσμά του μαμμωνά, στον οποίο έχει υποδουλωθεί η ύπαρξή μας. Αυτή είναι η μόνη διέξοδος από κάθε ανθρώπινη κρίση, ιδιαίτερα σήμερα. Όσο κι αν αγωνιζόμαστε χωρίς Θεό, η ζωή μας και οι κοινωνίες μας θα σκοτεινιάζουν. Ας στραφούμε, επομένως, στην αναζήτηση του Θεού, ας Τον εμπιστευτούμε, και θα φροντίσει Εκείνος για τα υπόλοιπα. 


    --- Πηγή: Απλά και Ορθόδοξα: https://xerouveim.blogspot.com/2010/06/13-6-2010.html

     --- Πηγή: Απλά και Ορθόδοξα: https://xerouveim.blogspot.com/2010/06/13-6-2010.html

    Παρασκευή 20 Ιουνίου 2025

    ΚΥΡΙΑΚΗ Β ΜΑΤΘΑΙΟΥ

          Ὑπόμνημα εἰς τὸν Ἅγιον Ματθαῖον τὸν Εὐαγγελιστὴν, ὁμιλία ιδ΄

         Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου


         Γιὰ ποιό λόγο ἀναχωρεῖ; Ἐπειδὴ θέλει νὰ μᾶς διδάξη πάλι νὰ μὴν συμπλεκώμαστε μὲ τὸν πειρασμὸ ἀλλὰ νὰ ὑποχωροῦμε καὶ νὰ παραμερίζωμε μπροστά του. Δὲν εἶναι ἔγκλημα νὰ μὴ ρίχνης τὸν ἑαυτὸ σου στὸν κίνδυνο, ἀλλὰ νὰ μὴ σταθῆς μὲ γενναιότητα, ὅταν πέσης σ' αὐτόν.  Αὐτὸ λοιπόν θέλει νὰ διδάξη καὶ νὰ διασκεδάση τὸ φθόνο τῶν Ἰουδαίων γι' αὐτὸ ἀναχωρεῖ στὴν Καπερναούμ.  Καὶ τὴν προφητεία ἐκπληρώνει καὶ βιάζεται νὰ συλλάβη στὸ δίχτυ του τοὺς δασκάλους τῆς οἰκουμένης, ἀφοῦ  ἐκεῖ τοὺς εἶχε φέρει ἡ τέχνη τους. Ἐμεῖς ἄς προσέξωμεν πῶς ἔχοντας στὸ νοῦ παντοῦ νὰ φύγη στοὺς Ἐθνικούς, παίρνει ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους αἰτίες. Γιατὶ ἐδῶ μὲ τὴν ἐπιβουλή τους ἐναντίον του Προδρόμου καὶ τὸ κλείσιμό του στὴ φυλακὴ τὸν ὠθοῦν στὴν εἰδωλολατρικὴ Γαλιλαία. Ὅτι δὲν ἐννοεῖ ἕνα μέρος τοῦ Ἰουδαϊκοῦ, ἔθνους, οὔτε ὅλες τὶς φυλές, πρόσεξε πῶς ὁρίζει ἐκεῖνο τὸ χωρίο ὁ προφήτης λέγοντας ἔτσι. «Ἡ χώρα τῆς φυλῆς Νεφθαλεὶμ ποὺ ἁπλώνεται κοντὰ στὴ θάλασσα καὶ πέρα ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη, ἡ εἰδωλολατρικὴ Γαλιλαία. Ὁ λαὸς ποὺ κάθεται στὸ σκοτάδι εἶδε μέγα φῶς». Σκότος ἐδῶ λέγει ὄχι τὸ αἰσθητὸ ἀλλὰ τὴν πλανημένη πίστη καὶ ἀσέβεια. Γι' αὐτὸ καὶ πρόσθεσε. Σ' αὐτοὺς ποὺ κάθονται στὴ χώρα ποὺ τὴ σκεπάζει ἡ σκιὰ τοῦ θανάτου, ἀνέτειλε τὸ φῶς γι' αὐτούς. Γιὰ νὰ ἐννοήσωμε ὅτι δὲν λέει οὔτε τὸ φῶς, οὔτε τὸ σκότος τὸ αἰσθητό, μιλῶντας γιὰ τὸ φῶς, δὲν εἶπε ἁπλῶς φῶς ἀλλᾶ φῶς μεγάλο, ποὺ σ' ἄλλο σημεῖο τὸ λέει ἀληθινό. Τὸ σκοτάδι πάλι μὲ περίφραση τὸ εἶπε «σκιά θανάτου». Κι ἔπειτα δείχνοντας ὅτι δὲ βρῆκαν αὐτοὶ ἐπειδὴ εἶχαν ζητήσει ἀλλὰ ὁ Θεὸς ἀπὸ ψηλὰ τοὺς φανερώθηκε λέει·  «Φῶς ἀνέτειλε γι' αὐτούς» δηλαδὴ τὸ ἴδιο τὸ φῶς ἀνέτειλε, καὶ ἔλαμψε δὲν ἔτρεξαν αὐτοὶ πρῶτοι πρὸς τὸ φῶς.  Γιατὶ οἱ ἄνθρωποι εἶχαν φτάσει στὰ τελευταῖα τους πρὶν ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Δὲν περπατοῦσαν στὸ σκοτάδι ἀλλὰ ἐκάθοντο στὸ σκοτάδι. Αὐτὸ εἶναι σημάδι ὅτι μήτε κἄν ἔλπιζαν ὅτι θὰ γλυτώσουν ἀπ' αὐτό. Γιατὶ σὰν νὰ μὴν ἤξεραν κἄν ποῦ πρέπει νὰ προχωρήσουν, ἔτσι τοὺς εἶχε προλάβει τὸ σκοτάδι κι ἐκάθησαν, ἀφοῦ στὸ τέλος μήτε  νὰ σταθοῦν δὲν μποροῦσαν.
         Ἀπὸ τότε ἄρχισε ὁ Χριστὸς νὰ κηρύττη καὶ νὰ λέη·  «Μετανοεῖτε, πλησίασε ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Πότε ἀπό τότε; Ἀφότου φυλακίστηκε ὁ Ἰωάννης. Καὶ γιατὶ δὲν τοὺς μίλησε ἀπ' τὴν ἀρχή; Καὶ τί τοῦ χρειαζόταν ὁ Ἰωάννης, ὅταν τὰ ἔργα μαρτυροῦσαν γι' αὐτὸν μεγαλόφωνα; Γιὰ νὰ ἀναγνωρίσης κι' ἀπὸ δῶ τὴν ἀξία του·  ὅτι δηλαδὴ ὅπως ὁ Πατέρας του, ἔχει κι αὐτὸς τοὺς προφῆτες. Αὐτὸ ἔλεγε κι ὁ Ζαχαρίας, Καὶ, σύ, παιδί, θὰ ὀνομαστῆς προφήτης τοῦ Ὑψίστου. Καὶ γιὰ νὰ μὴν ἀφήση καμμιὰ δικαιολογία στοὺς ἀναίσχυντους Ἰουδαίους, ἀκοῦτε κι ὁ ἴδιος τὶ εἶχε πεῖ. Ἦρθε ὁ Ἰωάννης ποὺ μήτε τρώει, μήτε πίνει καὶ λένε· ἔχει δαιμόνιο μέσα του. Ἦρθε ὁ Γιὸς τοῦ ἀνθρώπου ποὺ καὶ τρώει καὶ πίνει καὶ λένε, νὰ, ἕνας φαγᾶς καὶ μέθυσος φίλος τῶν τελωνῶν καὶ τῶν ἁμαρτωλῶν. Καὶ δικαιώθηκε ἡ σοφία του, ἀπὸ τὶς συνέπειές της. Ἐξ ἄλλου ἦταν κι ἀνάγκη ἀπὸ κάποιον ἄλλον πρωτύτερα νὰ λεχθοῦν οἱ λόγοι γιὰ κεῖνον κι ὄχι ἀπὸ τὸν ἴδιο.  Γιατὶ ἄν ἀκόμα κι ὕστερα ἀπὸ τόσε πολλὲς καὶ μεγάλες μαρτυρίες καὶ ἀποδείξεις ἔλεγαν· Σὺ μαρτυρεῖς γιὰ τὸν ἑαυτὸ σου· ἡ μαρτυρία σου δὲν εἶναι ἀληθινή. Ἄν χωρὶς νὰ ἔχη πεῖ τίποτε ὁ Ἰωάννης, ἔβγαινε στὴ μέση ὁ ἴδιος καὶ μαρτυροῦσε, τί δὲ θὰ μποροῦσαν νὰ ποῦν; Γι' αὐτὸ οὔτε ἐκήρυξε πρὶν ἀπ' αὐτόν, οὔτε ἔκαμε θαύματα προτοῦ ἐκεῖνος κλειστῆ στὴ φυλακή, γιὰ νὰ μὴ γίνη ἔτσι διχασμὸς στὸ πλῆθος. Γι' αὐτὸ ἐπίσης καὶ ὁ Ἰωάννης δὲν ἔκαμε κανένα θαῦμα γιὰ νὰ παραδώση τὸ πλῆθος καὶ γι' αὐτὸ τὸ λόγο στὸν Ἰησοῦ, ἐπειδὴ τὰ θαύματα θὰ τὸ τραβοῦσαν κοντά του. Γιατὶ ἄν ἔγιναν τόσα πρὶν καὶ μετὰ τὴ φυλακὴ κι ὅμως οἱ πολλοὶ ὑποψιάζονται ὅτι ὁ Ἰωάννης ἦταν ὁ Χριστὸς κι ὄχι ἐκεῖνος, τί θὰ γινόταν, ἄν δὲν εἶχε συμβῆ τίποτε ἀπ' αὐτά;  Γι' αὐτὸ ὁ Ματθαῖος ὑπογραμμίζει, ὅτι ἀπὸ τότε ἄρχισε νὰ κηρύττη.  Καὶ ὅταν ἄρχισε τὸ κήρυγμα, ἐδίδασκε ὅ,τι καὶ ὁ Ἰωάννης καὶ τίποτε ποτὲ γιὰ τὸν ἑαυτό του δὲν λέγει το κήρυγμά του.  Γιατὶ αὐτὸ ὡς τότε μποροῦσαν νὰ παραδεχθοῦν, ἐπειδὴ δὲν εἶχαν ἀκόμη γι' αὐτὸν τὴ γνώμη ποὺ ἔπρεπε.
         β΄ Γι' αὐτὸ καὶ ἀρχίζοντας δὲν τοὺς φορτώνει κανένα βαρὺ φορτίο, ὅπως ἐκεῖνος τσεκούρι καὶ δένδρο ποὺ κόβεται, μήτε τοὺς ἀναφέρει τὸ φτυάρι καὶ τὸ ἁλώνι καὶ τὴν ἄσβεστη φωτιά. Ἀλλὰ στὸ προοίμιο τῆς διδασκαλίας του ἀναφέρεται σὲ ἐπιθυμητά, μιλῶντας σ' αὐτοὺς ποὺ ἀκοῦνε γιὰ τοὺς οὐρανοὺς καὶ τὴ βασιλεία τὴν οὐράνια. Καὶ περπατῶντας κοντὰ στὴ θάλασσα τῆς Γαλιλαίας εἶδε δὺο ἀδελφούς, τὸ Σίμωνα ποὺ τὸν ἔλεγαν Πέτρο καὶ τὸν Ἀνδρέα τὸν ἀδεφλό του. Ἔρριχναν τὰ δίχτυα τους στὴ θάλασσα, σὰν ψαράδες ποὺ ἦσαν. «Ἀκολουθῆστε με, τοὺς εἶπε, καὶ θὰ σᾶς κάων ἁλιεῖς ἀνθρώπων». Ἄφησαν τὰ δίχτυα καὶ τὸν ἀκολούθησαν. Ὁ Ἰωάννης βέβαια ἀναφέρει ἀλλοιώιτκα τὴν κλήση τους, κι αὐτὸ σημαίνει ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ δεύτερη πρόσκλησή τους, ποὺ μπορεῖ κανεὶς ἀπὸ πολλὰ νὰ διαπιστώση. Γιατὶ ἐκεῖ λέει ὅτι ἦλθαν κοντά του προτοῦ κλειστῆ ὁ Ἰωάννης στὴ φυλακή. Ἐνῶ ἐδῶ ἀφῦ κλείστηκε σ' αὐτήν. Κι ἐκεῖ ὁ Ἀνδρέας καλεῖ τὸν Πέτρο·  ἐνῶ ἐδῶ καὶ τοὺς δύο ὁ Ἰησοῦς. Κι ἐνῶ ὁ Ἰωάννης γράφει ὅτι ὅταν εἶδε·  ὁ Ἰησοῦς τὸν Σίμωνα νὰ ἔρχεται τοῦ εἶπε «Σὺ εἶσαι ὁ Σίμων ὁ γιὸς τοῦ Ἰωνᾶ, θὰ ὀνομαστῆς Κηφάς, ποὺ θὰ πῆ Πέτρα» -ὁ Ματθαῖος γράφει ὅτι εἶχε αὐτὸ τὸ ὄνομα ὁ Πέτρος. Ὅταν εἶδε, λέει τὸ Σίμωνα ποὺ τὸν ἔλεγαν Πέτρο. Καὶ ἀπὸ τὸ μέρος ὅπου ἔγινε ἡ κλήση καὶ ἀπὸ πολλὰ ἄλλα θὰ τὸ διαπίστωνε κανένας κι ἀπὸ τὴν πρόθυμη ὑπακοὴ κι ἀπὸ τὴν ἐγκατάλειψη τῶν πάντων. Ἦσαν ἤδη καλὰ προετοιμασμένοι.  Στὴν πρώτη ὁ Ἀνδρέας ἔρχεται στὸ σπίτι καὶ ἀκούει πολλά. Στὴ δεύτερη γίνεται μιὰ ἁπλὴ πρόσκληση κι ἀκολουθοῦν ἀμέσως. Γιατὶ βέβαια εἶναι φυσικὸ μόλο ποὺ τὸν ἀκολούθησαν ἀπὸ τὴν ἀρχή, νὰ τὸν ἀφήσουν ξανὰ κι ἐπειδὴ εἶδαν τὸν Ἰωάννη στὴ φυλακὴ καὶ τὸν ἴδιο νὰ φεύγη -καὶ νὰ ξαναγυρίζουν στὴν τέχνη τους. Γι  αὐτὸ καὶ τοὺς βρίσκει νὰ ψαρεύουν. Κι ἐκεῖνος οὔτε ὅταν πρῶτα θέλησαν ν' ἀναχωρήσουν τοὺς ἐμπόδισε οὔτε ὅταν ἔφυγαν τοὺς ἄφησε ὡς τὸ τέλος. Ὑποχώρησε ὅταν ξεγλίστρησαν καὶ τώρα ἔρχεται γιὰ νὰ τοὺς ξανακερδίση. Αὑτὸς εἶναι καλύτερος τρόπος ψαρέματος.
         Πρόσεξε ὅμως καὶ τὴν πίστη καὶ τὴν ὑπακοή τους. Ὅταν ἄκουσαν τὸ κάλεσμα του, ἦσαν στὴ μέση τῆς ἐργασίας καὶ ξέρετε πόσο ἀχόρταγο εἶναι τὸ ψάρεμα. Κι ὅμως δὲν ἄφησαν γι' ἀργότερα, δὲν εἶπαν· «Ἅμα γυρίσωμε στὸ σπίτι θὰ μιλήσωμε μὲ τοὺς δικούς μας». Ἀλλὰ τ' ἄφησαν ὅλα καὶ τὸν ἀκολούθησαν, ὅπως ἔκαμε ὁ Ἐλισσαῖος στὰ χρόνια τοῦ Ἠλία. Τέτοια ὑπακοὴ ζητεῖ ἀπὸ μᾶς ὁ Χριστός, ὥστε μήτε δευτερολέπτου ἀναβολὴ νὰ μὴν κάνωμε, ἀκόμα κι ἄν κάτι ἀπὸ τὰ πιὸ ἀπαραίτητα μᾶς βιάζη. Γι αὐτὸ καὶ κάποιον ἄλλον ποὺ τὸν πλησίασε καὶ ζήτησε νὰ θάψη τὸν πατέρα του, μήτε αὐτὸ δὲν τὸν ἄφησε νὰ κάμη δείχνοντας ὅτι ἀπὸ ὅλα πρέπει νὰ προτιμοῦμε νὰ τὸν ἀκολουθήσωμε.  Καὶ νὰ πῆς ἦταν μεγάλη ἡ ὑπόσχεση; Γι' αὐτὸ καὶ τοὺς θαυμάζω πιὸ πολύ, ἐπειδὴ μόλο ποὺ δὲν εἶχαν δεῖ ἀκόμα κανένα σημεῖο, ἐπίστεψαν σὲ τόσο μεγάλη ὑπόσχεση καὶ ὅλα τὰ ἄλλα τὰ θεώρησαν δευτερεύοντα μπροστὰ στὸ νὰ τὸν ἀκολουθήσουν. Γιατὶ μὲ ὅποια λόγια πιάστηκαν οἱ ἴδιοι, πίστεψαν ὅτι μὲ αὐτὰ θὰ μποροῦσαν κι ἄλλους νὰ πιάσουν. Τοῦτο εἶχε ὑποσχεθῆ σ' αὐτούς, σ' ἐκείνους ὅμως ποὺ ἦσαν μαζὶ μὲ τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη τίποτα τέτοιο δὲ λέει. Γιατὶ ἡ ὑπακοὴ τῶν πρώτων ἄνοιξε ἔπειτα τὸ δρόμο καὶ σ' αὐτούς. Ἐξ ἄλλου εἶχαν ἀκούσει προηγουμένως πολλά γι' αὐτόν. Κοίταξε καὶ πόσο καθαρὸ ὑπαινιγμὸ κάνει καὶ γιὰ τὴν φτώχεια τους·  τοὺς βρῆκε νὰ ράβουν τὰ δίχτυα τους. Τόσο μεγάλη ἦταν ἡ φτώχεια τους, ὥστε νὰ διορθώνουν τὰ χαλασμένα, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσαν ν' ἀγοράσουν ἄλλα. Δὲν ἦταν κι αὐτὸ τότε μικρὸ δεῖγμα ἀρετῆς, ἡ εὔκολη ἀνοχὴ τῆς φτώχειας, ἡ ἀπόκτηση τῆς τροφῆς ἀπὸ τίμιο μόχθο, ὀ σύνδεσμος μεταξύ τους μὲ τὴ δύναμη τῆς ἀγάπης τὸ γηροκόμισμα κι ἡ περιποίηση τοῦ πατέρα τους. Κι ὅταν τοὺς ἔπιασε στὰ δίχτυα του, τότε ἀρχίζει, ἐνῶ εἶναι μαζί του, νὰ θαυματουργῆ, βεβαιώνοντας μὲ τὰ ἔργα του ὅ,τι εἶχε πεῖ γι' αὐτὸν ὁ Ἰωάννης.  Βρισκόταν ἀδιάκοπα στὶς συναγωγὲς κι ἐκεῖ τοὺς ἔλεγε ὅτι δὲν εἶναι κάποιος ἀντίθετος οὔτε πλάνος ἀλλὰ ἔχει ἔρθει μὲ τὸ θέλημά τοῦ Θεοῦ. Κι ἐκεῖ δὲν ἐκήρυττε μόνο παρὰ ἔκαμε καὶ θαύματα.
         γ. Γιατὶ παντοῦ ὅπου γίνεται κάτι διαφορετικὸ καὶ παράδοξο καὶ ἡ νομοθέτηση καινούργιας ζωῆς, συνηθίζει ὁ Θεὸς νὰ κάμη θαύματα, δίνοντας ἐνέχυρα γιὰ τὴ δύναμή του σ' ἐκείνους ποὺ εἶναι νὰ δεχτοῦν τοὺς νόμους. Ἔτσι ὅταν ἦταν νὰ πλάση τὸν ἄνθρωπο, δημιούργησε ὅλον τὸν κόσμο καὶ τότε τοῦ ἔδωσε τὸ νόμο ἐκεῖνο μέσα στὸ παράδεισο. Καὶ ὅταν ἦταν νὰ δώση τὸ νόμο τοῦ Νῶε, πάλι μεγάλα θαύματα ἔκαμε, μὲ τὰ ὁποῖα ἀναδημιούργησε ὅλη τὴ πλάση καὶ κράτησε ὁλόκληρο χρόνο τὸ φοβερὸ ἐκεῖνο πέλαγος κι ἔκανε ὅλα ἐκεῖνα, μὲ τὰ ὁποία ἔσωσε τὸν δίκαιον ἐκεῖνον μέσα σὲ τὸσα χαλασμό. Καὶ στὰ χρόνια τοῦ Ἀβραάμ παρουσίασε πολλὰ θαύματα, τὴ νίκη στὸν πόλεμο, τὴν πληγὴ ποὺ ἔδωσε στὸ Φαραώ, τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τοὺς κινδύνους. Κι ὅταν νομοθετοῦσε στοὺς Ἑβραίους παρουσίασε τὰ θαυμαστὰ καὶ τρισμεγάλα ἐκεῖνα σημεῖα καὶ τότε τοὺς ἔδωσε τὸ νόμο. Ἔτσι κι ἐδῶ θέλοντας νὰ δώση ἕναν ἀνώτερο τρόπο ζωῆς καὶ νὰ τοὺς πῆ ὅσα ποτὲ δὲν εἶχαν ἀκούσει, ἐπιβεβαιώνει τοὺς λόγους μὲ τὴν παρουσίαση τῶν θαυμάτων. Ἐπειδὴ δηλαδὴ δὲ φαινόταν ἡ βασιλεία ποὺ κήρυττε, αὐτὴν τὴν ἀόρατη μὲ τὰ φαινόμενα τὴ φανερώνει καὶ πρόσεξε τὴ λιτότητα τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, πῶς δὲ μᾶς διηγεῖται γιὰ τὸν καθένα ἀπὸ ὅσους ἐθεραπεύονταν ἀλλὰ μὲ δυὸ λόγια παρατρέχει νιφάδες ὁλόκληρες ἀπὸ θαύματα. Τοῦ ἔφεραν λέει ὅλους ὅσοι ταλαιπωροῦνταν ἀπὸ λογῆς ἀσθένειες καὶ βασανίζονταν, δαιμονισμένους, σεληνιακούς, παραλυτικοὺς καὶ τοὺς ἐθεράπευσε. Ἀλλὰ τι περίεργο εἶναι τοῦτο; Γιατὶ δὲν ζήτησε ἀπὸ κανένα τους πίστη οὕτε εἶπε αὐτὸ ποὺ ἔπειτα φανερά ἔλεγε·  «Πιστεύετε ὅτι μπορῶ νὰ τὸ κάμω αὐτό»; Ἐπειδὴ δὲν εἶχε δώσει ἀκόμα ἀπόδειξη τῆς δυνάμεώς του. Ἐξ ἄλλου καὶ μόνο ὅτι ἔρχονταν εἴτε τοὺς ἔφερναν μαρτυτοῦσε ὄχι τυχαία πίστη. Τοὺς ἔφερναν ἀπὸ μακρυὰ καὶ δὲ θὰ τοὺς εἶχαν φέρει, ἄν δὲν εἶχαν πείσει ὁλότελα τὸν ἑαυτὸ τους γι' αὐτόν. Ἄς τὸν ἀκολουθήσωμε λοιπὸν κι ἐμεῖς. Γιατὶ ἔχομε πολλὲς ἀσθένειες τῆς ψυχῆς κι αὐτὲς θέλει πρῶτα νὰ θεραπεύση. Γι' αὐτὸ ἀποκαθιστᾶ τὶς σωματικὲς ἀσθένειες γιὰ νὰ ἐξορίση τὶς ψυχικὲς ἀπὸ τὴν ψυχή μας. Ἄς ἔρθωμε λοιπὸν κοντά του καὶ τίποτα βιοτικὸ ἄς μὴ τοῦ ζητήσωμε παρὰ μόνο συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας·  τὴν παραχωρεῖ καὶ τώρα ἄν τὴ ζητοῦμε σοβαρά. Τότε εἶχε φτάσει ἡ φήμη του ὡς τὴ Συρία τώρα ἔχει φτάσει σ' ὅλη τὴν οἰκουμένη. Κι ἐκεῖνοι ἔτρεχαν μαζεμένοι, ὅταν ἄκουγαν μόνο πὼς ἐθεράπευσε δαιμονισμένους· σὺ ὅμως ποὺ ἔχεις περισσότερες καὶ μεγαλύτερες ἀποδείξεις γιὰ τὴ δύναμή του, γιατὶ δὲ σηκώνεσαι νὰ τρέξης σ' αὐτόν;  Κι ἐκεῖνοι ἄφησαν καὶ πατρίδα καὶ φίλους καὶ συγγενεῖς· σὺ ὅμως δὲ θέλεις μήτε τὸ σπίτι σου ν' ἀφήσης, γιὰ νὰ πᾶς κοντά του καὶ νὰ λάβης πολὺ περισσότερα; Καὶ μήτε ποὺ ζητοῦμε αὐτὸ ἀπὸ σένα. Ἄφησε μόνο τὴν κακὴ συνήθεια καὶ μένοντας στὸ σπίτι σου μαζὶ μὲ τοὺς δικούς σου θὰ μπορέσης εὔκολα νὰ σωθῆς. Τώρα ἄν ἔχωμε ἕνα πάθος σωματικό, κάνουμε τὸ κάθε τι καὶ προσπαθοῦμε ν' ἀπαλλαγοῦμε ἀπ' ὅ,τι μᾶς στενοχωρεῖ. Ἄν ὅμως ἡ ψυχὴ μας εἶναι σὲ κακὴ κατάσταση ἀναβάλλομε καὶ ἀποφεύγομε. Γι' αὐτὸ ἀκριβῶς δὲν γλυτώνωμε οὔτε ἀπὸ κεῖνα. Ἐπειδὴ ἐμεῖς μετατρέπομε τὰ ἀναγκαῖα σὲ πάρεργα καὶ τὰ πάρεργα σὲ ἀναγκαῖα καὶ ἀφήνοντας τὴν πηγὴ τῶν κακῶν θέλομε τὰ ρυάκια νὰ καθαρίσουμε.  Γιατὶ ὅτι αἰτία τῶν σωματικῶν κακῶν εἶναι ἡ κακία τῆς ψυχῆς τὸ ἐδήλωσε καὶ ὁ παράλυτος ἐπὶ τριάντα ὀκτὼ χρόνια κι αὐτὸς ποὺ τὸν κατέβασαν ἀπὸ τὴ στέγη κι ὁ Κάιν πρὶν ἀπ'  αὐτούς. Κι ἀπὸ πολλὰ μπορεῖ κανεὶς νὰ τὸ διαπιστώση. Ἄς βγάλωμε ἀπὸ τὴ μέση τὴν πηγὴ τῶν κακῶν κι ὅλα τὰ ρεύαμτα τῶν ἀσθενειῶν θὰ σταματήσωμε. Δὲν εἶναι μόνο ἡ παράλυση ἀσθένεια ἀλλὰ καὶ ἡ ἁμαρτία·  καὶ ἡ δεύτερη σημαντικώτερη ἀπὸ τὴν πρώτη, ὅσο ἀνώτερη εἶναι ἀπὸ τὸ σῶμα ἡ ψυχή. Ἄς ἔρθωμε λοιπὸν καὶ τώρα κοντά του καὶ ἄς τὸν παρακαλέσωμε νὰ σφίξη τὴν ψυχή μας ποὺ ἔχει παραλύσει καὶ παραμερίζοντας τὰ βιοτικὰ ἄς λογαριάζωμε τὰ πνευματικά μόνο.   Κι ἄν μὲ δύναμη προσηλωθῆ σ' αὐτά, τότε φρόντιζε καὶ γιὰ κείνα. Μήτε ν' ἀδιαφορῆς γιὰ τὴν ἁμαρτία σου, ἐπειδὴ δὲ σοῦ προκαλεῖ λύπη· γι'  αὐτὸ ἀκριβῶς νὰ στενάζης περισσότερο, ἐπειδὴ δὲ δοκιμάζεις πόνο γιὰ τὴν ἁμαρτία. Αὐτὸ δὲ συμβαίνει ἐπειδὴ δὲν δαγκώνει ἡ ἁμαρτία ἀλλὰ ἐπειδὴ εἶναι ἀναίσθητη ἡ ψυχὴ ποὺ σφάλλει. Σκέψου λοιπὸν ἐκείνους ποὺ νιώθουν τὰ ἁμαρτήματά τους, πῶς θρηνοῦν πιὸ λυπηρὰ ἀπ' ὅσους κάνουν ἐγχειρήσεις ἤ καυτηριάσεις, π΄σοα κάνουν καὶ πόσα ὑποφέρουν, πόσους θρήνους καὶ ὀδυρμοὺς κάνουν γιὰ ν' ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὴ κακὴ συνείδηση. Δὲ θὰ τὸ ἔκαναν αὐτὸ ἄν δὲν ἕνιωθαν σφοδρὸ ψυχικὸ πόνο.
         δ.Τὸ καλύτερο εἶναι νὰ μὴν ἁμαρτάνης καθόλου· τὸ δεύτερο, νὰ νιώθης τὴν ἁμαρτία σου καὶ νὰ διορθώνεσαι. Ἄν μᾶς λείπη αὐτό, πῶς θὰ παρακαλέσωμε τὸ Θεὸ καὶ θὰ ζήσωμε τὴ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἐμεῖς ποὺ καθόλου δὲ τὶς λογαριάζομε; Ὅταν σύ, ποὺ ἁμάρτησες, δὲ θέλης μήτε αὐτὸ ν' ἀναγνωρίσης, ὅτι δηλαδὴ ἁμάρτησες, γιὰ ποιὰ ἁμαρτήματα θὰ παρακαλέσης τὸ Θεό; Γι' αὐτὰ ποὺ δὲ γνωρίζεις; Καὶ πῶς θὰ γνωρίσης τὸ μέγεθος τῆς εὐεργεσίας; Ἀνάφερε λοιπὸν χωριστὰ τὶς ἁμαρτίες σου, γιὰ νὰ μάθης γιὰ ποιὲς παίρνεις συγχώρηση, γιὰ νὰ νιώσης εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν εὐεργέτη σου. Ὅταν ἐρεθίσης κάποιον ἄνθρωπο, καὶ φίλους καὶ γείτονες καὶ θυρωροὺς παρακαλεῖς καὶ ξοδεύεις χρήαμτα καὶ χάνεις πολλὲς ἡμέρες νὰ πηγαίνης νὰ τὸν βρίσκης καὶ νὰ παρακαλῆς καὶ ἄν μιὰ καὶ δυὸ καὶ ἀμέτρητες φορὲς σὲ ἀποκρούση ὁ θυμωμένος, δὲν ἡσυχάζεις ἀλλὰ μεγαλώνει ἡ ἀγωνία σου καὶ πληθύνεις τὶς παρακλήσεις. Ἐνῶ, ὅταν θυμώση ὁ Θεὸς τῶν ὅλων, ἀδρανοῦμε καὶ ἡσυχάζουμε καὶ διασκεδάζομε καὶ μιλοῦμε κι ἀπὸ τὰ συνηθισμένα μας καθόλου δὲ βγαίνομε. Πότε θὰ μπορέσωμε νὰ τὸν ἐξιλεώσωμε. Πῶς μ' αὐτὸ τὸν τρόπο δὲ θὰ τὸν ἐξοργίσωμε περισσότερο; Πιὸ πολὺ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία τὸν κάνει νὰ ἀγανακτῆ περισσότερο καὶ νὰ ὀργίζεται ἡ ἀπουσία τῆς λύπης γιὰ τὴν ἁμαρτία. Γι' αὐτὸ ἀξίζει νὰ κατεβοῦμε μέσα στὴ γῆ καὶ μήτε τὸν ἤλιο ν' ἀντικρύζωμε μήτε ν' ἀναπνέωμε καθόλου, γιατὶ παρόλο ποὺ ἔχομε ἕναν τόσο καλόβουλο Κύριο, τὸν θυμώνομε καὶ ἀφοῦ τὸν θυμώνομε τοὐλάχιστο δὲ μετανοοῦμε. Μ' ὅλο ποὺ ἐκεῖνος κι ὅταν θυμώνη, δὲ μᾶς μισεῖ οὔτε μᾶς ἀποστρέφεται ἀλλὰ θέλει νὰ μᾶς τραβήξη ἔστω καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτό. Γιατὶ ἄν μᾶς εὐεργετοῦσε ἀδιάκοπα καὶ μεῖς τὸν ὑβρίζαμε, περισσότερο θὰ τὸν περιφρονούσαμε. Γιὰ νὰ μὴ γίνη αὐτό, μᾶς ἀποστρέφεται προσώρας, γιὰ νὰ μᾶς ἔχη κοντά του παντοτινά. Ἄς ἔχωμε θάρρος λοιπὸν στὴν φιλανθρωπία του κι ἄς δείξωμε μετάνοια μελετημένη, πρὶν φτάση ἡ ἡμέρα ποὺ ἡ μετάνοια δὲ θὰ μᾶς ὠφεληση. Τώρα ὅλα εἶναι στὸ χέρι μας·  τότε ὅμως ἡ ἀπόφαση εἶναι μόνο στὸ χέρι τοῦ δικαστοῦ. Ἄς τὸν προσπέσωμε λοιπὸν κι ἄς ἐξομολογηθοῦμε, ἄς κλάψωμε κι ἄς θρηνήσωμε. Ἄν μπορέσωμε νὰ παρακαλέσωμε τὸν δικαστὴ πρὶν ἀπὸ τὴν δίκη νὰ συγχωρέση τὶς ἁμαρτίες, δὲ θὰ χρειαστὴ μήτε νὰ μποῦμε στὸ δικαστήριο.   Ὅπως πάλι ἄν δὲ γίνη αὐτό, θὰ ἀκούση τὴν ἀπολογία μας μπροστὰ σὲ ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη, ποὺ θὰ εἶναι παροῦσα καὶ δὲν ἔχομε καμμιὰ ἐλπίδα γιὰ συγχώρηση. Κανένας ἀπὸ τοὺς ἐδῶ ποὺ δὲν πῆρε ἄφεση γιὰ τὰ ἁμαρτήματά του, δὲ θὰ μπορέση ν' ἀποφύγη τὶς εὐθύνες του γι' αὐτά. Ἀλλὰ ὅπως οἱ φυλακισμένοι ἐδῶ μὲ τὶς ἁλυσίδες τους ὁδηγοῦνται στὸ δικαστήριο, ἔτσι κι ὅλες οἱ ψυχὲς ὅταν φύγουν ἀπὸ δῶ βαρημένες μ' ὅλες τὶς σειρὲς τῶν ἁμαρτημάτων τους, ὁδηγοῦνται στὸ φοβερὸ βῆμα. Γιατὶ καθόλου κλύτερη ἀπὸ φυλακὴ δὲν εἶναι ὁ βίος αὐτός. Ἀλλὰ ὅπως στὸ κτίριο ἐκεῖνο ὅταν μποῦμε τοὺς βλέπομε ὅλους ἁλυσοδεμένους, ἔτσι καὶ τώρα ὅταν ἀπομακρύνωμε ἀπὸ τὰ μάτια μας τὰ ἐξωτερικὰ φαινόμενα καὶ εἰσέλθωμε μέσα στὴ ζωὴ καθενὸς καὶ μέσα στὴν ψυχή του θὰ τὴ βροῦμε δεμένη μὲ ἁλυσίδες χειρότερες ἀπὸ τὶς σιδερένιες. Ἀκόμα χειρότερα ἄν μπῆς μέσα στὶς ψυχὲς  τῶν πλουσίων. Ὅσο περισσότερα εἶναι τὰ ἐνδύματά τους τόσο χειρότερα εἶναι τὰ δεσμά τους. Ὅπως λοιπὸν ὅταν δῆς τὸ δεσμώτη νὰ εἶναι σιδεροδεμένος καὶ στὴν πλάτη καὶ στὰ χέρια καὶ συχνὰ καὶ στὰ πόδια, γι' αὐτὸ καὶ περισσότερο τὸν ἐλεεινολογεῖς, ἔτσι καὶ τὸν πλούσιο, ὅταν δῆς νὰ εἶναι ντυμένος μύρια ὅσα, μὴν τὸν θεωρῆς πλούσιο γι' αὐτὰ ἀλλὰ ἄθλιο ἐξ αἰτίας τους, γιατὶ ἐκτὸς ἀπὸ τὰ δεσμὰ αὐτά, ἔχει καὶ δεσμοφύλακα βαρύ, τὴν κακὴν ἐπιθυμία τῶν χρημάτων. Αὐτὴ δὲν τὸν ἀφήνει νὰ πηδήση τὴ φυλακὴ αὐτὴν καὶ φτιάχνει μύρια ἐμπόδια καὶ φύλακες καὶ πόρτες καὶ μάνταλα καὶ ἀφοῦ τὸν ρίξη στὸ βαθύτερο κελλί, τὸν καταφέρνει ἀκόμα καὶ νὰ χαίρεται γι' αὐτὰ τὰ δεσμὰ κι ἔτσι μήτε μιὰ ἐλπίδα νὰ μὴν τοῦ γεννηθῆ ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὶς συμφορές ποὺ τὸν περιμένουν. Κι ἄν μὲ τὴ σκέψη ἀντικρύσης τὴν ψυχὴ κάποιου, θὰ τὴν βρῆς νἆναι ὄχι μόνο ἁλυσοδεμένη ἀλλὰ κι ἀχτένιστη κι ἄπλυτη καὶ γεμάτη ζωύφια. Γιατὶ καθόλου καλύτερα ἀπ' αὐτὰ δὲν εἶναι οἱ σαρκικὲς ἡδονὲς ἀλλὰ καὶ πιὸ σιχαμερὲς καὶ χειρότερα ἀπ' αὐτὰ καταστρέφουν τὸ σῶμα μαζὶ μὲ τὴν ψυχὴ καὶ προξενοῦν καὶ σ' αὐτὸ καὶ σ' ἐκεῖνη ἀμέτρητες πληγές. Γιὰ ὅλα αὐτὰ ἄς παρακαλέσωμε τὸ Λυτρωτή τῶν ψυχῶν μας, ὥστε καὶ τὰ δεσμά μας νὰ σπάση, καὶ τὸν κακὸ αὐτὸν φύλακα ν' ἀπομακρύνη κι ἀφοῦ μᾶς ἀπαλλάξη ἀπὸ τὸ φορτίο τῶν σιδερένιων ἁλυσίδων ἄς κάμη τὸ φρόνημά μας ἐλαφρότερο κι ἀπὸ τὸ φτερό. Καὶ πρακαλῶντας τὸν ἄς τοῦ φέρωμε καὶ τὰ δικὰ μας δῶρα, ζῆλο καὶ γνώμη καὶ προθυμία ἀγαθή. Ἔτσι θὰ ἐπιτύχωμε καὶ μάλιστα σὲ σύντομο χρόνο ν' ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὰ κακὰ ποὺ μᾶς κατέχουν καὶ νὰ ἀντιληφθοῦμε ποῦ βρισκόμαστε πρῶτα καὶ νὰ ἀποκτήσωμε τὴν ἐλευθερία ποὺ μᾶς ἁρμόζει. Αὐτὴν μακάρι νὰ ἐπιτύχωμε ὅλοι μας μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ποὺ σ' αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.

    πηγή:  https://www.iak.gr



    Παρασκευή 13 Ιουνίου 2025

    ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΠΑΝΤΕΣ



    Διαβάζουμε στην αγία Γραφή ότι ο προφήτης Ηλίας, κάποια στιγμή, νόμισε ότι δεν υπήρχε άλλος άνθρωπος στον κόσμο, εκτός από τον εαυτό του, που να πιστεύει στο Θεό και ν’ αγωνίζεται για το άγιο θέλημά του. Βλέποντας τη γενική κατάπτωση και αποστασία των ανθρώπων του καιρού του απελπίστηκε, απογοητεύτηκε και γεμάτος παράπονο κραύγασε στο Θεό· «Υπολέλειμμαι εγώ μονώτατος» (Γ΄ Βασ. 19,10). Κύριε απέμεινα τελείως μόνος μου· κανένα άλλο δεν βλέπω να πιστεύει στο όνομά σου. Βέβαια ο προφήτης Ηλίας έπεσε έξω στις εκτιμήσεις του. Ο Θεός του απεκάλυψε ότι υπήρχαν 7.000 ακόμη πιστοί, που δεν «έκλιναν γόνυ τω Βάαλ».
    Ανάλογο παράπονο με τον Ηλία θα μπορούσαμε να εκφράσουμε και εμείς οι σύγχρονοι, καταπτοημένοι από την εντυπωσιακή εξάπλωση της αμαρτίας και της προκλητικής καταφρονήσεως του νόμου του Θεού. Αντί όμως ν’ απελπιστούμε, ή και να παρασυρθούμε ακόμη, με τη σκέψη ότι «αφού όλοι έτσι σκέπτονται και ζουν άρα έτσι πρέπει και μεις να σκεπτόμαστε και να ζούμε», θα πρέπει να θυμηθούμε ότι όπως και στην εποχή του Ηλία έτσι και στη δική μας, παρά τη φαινομενική κατάπτωση των ηθών και την απιστία υπάρχουν ακόμη άνθρωποι, που δεν «έκλιναν γόνυ τω Βάαλ». Υπάρχουν όχι απλώς ευσεβείς, αλλά άγιοι μ’ όλη τη σημασία της λέξεως, οι οποίοι όμως είναι άγνωστοι όπως και στην εποχή του Ηλία. Και αυτοί οι άγνωστοι άγιοι είναι ο λόγος που θεσπίστηκε η εορτή των «Αγίων Πάντων».
        Εάν ανοίξουμε το Πεντηκοστάριον, το βιβλίο δηλαδή της Εκκλησίας μας, που περιέχει τους ύμνους των εορτών από την Κυριακή του Πάσχα μέχρι και την Κυριακή των αγίων Πάντων, θα δούμε στο συναξάρι της ημέρας να γράφονται τα εξής·
    Α΄. Ότι οι πατέρες θέσπισαν την εορτή αυτή μια εβδομάδα μετά την πεντηκοστή, για να φανερωθούν στον κόσμο οι καρποί του Αγίου Πνεύματος. Για να φανερωθούν τα χαρίσματα και η δύναμη που μοίρασε ο Παράκλητος στους πιστούς καθιστώντας τους έτσι αγίους. Έτσι βλέπουμε, ήδη από την ημέρα της πεντηκοστής, οι απόστολοι να μιλούν ξένες γλώσσες. Ο Πέτρος ο οποίος απαρνήθηκε τον Χριστό τρεις φορές, τις δύο μάλιστα μπροστά σε δύο υπηρέτριες της αυλής του αρχιερέως, αμέσως μετά την πεντηκοστή, βγάζει την πρώτη ομιλία του και μιλάει για τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, για την θεότητα του Χριστού, ότι αυτός ήταν ο αναμενόμενος Μεσσίας, και ελέγχει τους Ιουδαίους για το ανοσιούργημα που διέπραξαν. Που βρήκε τη δύναμη ο Πέτρος και το θάρρος; Ήταν δωρεά του Αγίου Πνεύματος. Το ίδιο και οι πράξεις των μετέπειτα αγίων. Γι’ αυτό αμέσως μετά την πεντηκοστή εορτάζουμε τους Αγίους Πάντας.
    Β΄. Ένας άλλος λόγος που θεσπίστηκε η εορτή αυτή είναι γιατί επιβαλλόταν όλοι οι άγιοι που τιμώνται χωριστά να συναχθούν σε μία κοινή εορτή, για να φανεί μ’ αυτόν τον τρόπο ότι όλοι μαζί αγωνίστηκαν για το ίδιο πρόσωπο, τον Χριστό, σ’ ένα κοινό στάδιο, το στάδιο της χριστιανικής αρετής, και ενός Θεού δούλοι ήσαν κι απ’ αυτόν αξίως έλαβαν τους στεφάνους της νίκης. Έτσι η κοινή αυτή εορτή είναι μια παρόρμηση αλλά και μια ελπίδα ότι όλοι οι πιστοί αν αγωνισθούν όπως αγωνίστηκαν εκείνοι θ’ απολάβουν κι αυτοί τους στεφάνους της εν Χριστώ νίκης και της κατά Θεόν τελειώσεως. Μας λένε οι Πράξεις των Αποστόλων (1,15) ότι οι πρώτοι πιστοί, 120 τον αριθμόν, όλοι έλαβαν το Άγιο Πνεύμα κατά την ημέρα της πεντηκοστής, και όλοι ζήσανε την εμπειρία της θεώσεως. Συνεπώς η αγιότητα δεν είναι μόνο για κάποιους εκλεκτούς αλλά για όλους τους χριστιανούς.
    Γ΄. Και ένας τελευταίος λόγος που προκάλεσε τη σύσταση της συλλογικής αυτής εορτής είναι ο εξής· Υπάρχουν άγιοι που είναι γνωστοί και τιμώνται με πανηγύρεις από την Εκκλησία. Υπάρχουν όμως και άγιοι άγνωστοι και αφανείς. Κάποιους τους γράφει η ιστορία όλοι τους όμως γράψανε την ιστορία της Εκκλησίας. Αυτούς λοιπόν τους αγνώστους αγίους τους γιορτάζει η Εκκλησία μας με τους γνωστούς μαζί. Κάτι ανάλογο κάνει και η πολιτεία με το «Μνημείο του αγνώστου στρατιώτου».
    * * *
        Πολύ βασικός και ενθαρρυντικός ο λόγος ο τελευταίος. Μας αποκαλύπτει αυτό που αποκάλυψε στον Ηλία ο Θεός. Ότι πάντα υπάρχουν άγιοι. Όπως σε μέρη έρημα που δεν υπάρχει ίχνος νερού, εάν κάνουμε γεώτρηση βρίσκουμε νερό, έτσι και στην έρημο της κοινωνίας μας, την κατάξερη από τους ανέμους του υλισμού, της αθεΐας και της απιστίας, υπάρχουν φλέβες αγιότητας μόνο που πρέπει να ψάξουμε να τις βρούμε. Και όχι μόνο άγνωστοι άγιοι αλλά και γνωστοί υπάρχουν. Έτσι στον αιώνα που μας πέρασε έχουμε τον άγιο Σάββα της Καλύμνου, τον άγιο Νεκτάριο την Αίγινας, τους αναρίθμητους αγίους της Ρωσίας, που αγίασαν κατά τους χρόνους που επικράτησε ο άθεος Μαρξισμός.
    Ενώ όμως είναι ενθαρρυντικός ο τελευταίος λόγος της συστάσεως της εορτής, είναι συγχρόνως και ελεγκτικός και αφυπνιστικός για μας τους ράθυμους και ακηδείς. Διότι η ύπαρξη γνωστών και αγνώστων αγίων μας ενθαρρύνει μεν αλλά και μας κρίνει και μας καταδικάζει. Αναφέρει ο ευαγγελιστής Ματθαίος την περίπτωση του πλουσίου νεανίσκου, που δεν μπόρεσε ν’ ακολουθήσει τον Χριστό, γιατί είχε κτήματα πολλά. Ερώτησε τότε ο Πέτρος τον Χριστό· «Ιδού ημείς αφήκαμεν πάντα και ηκολουθήσαμέν σοι· τι άρα έσται ημίν; Ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς· αμήν λέγω υμίν ότι υμείς οι ακολουθήσαντές μοι εν τη παλιγγενεσία, όταν καθίση ο υιός του ανθρώπου επι θρόνου δόξης αυτού, καθίσεσθε και υμείς επι δώδεκα θρόνους κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ (Ματθ. 19,28).
    Θα καθίσουν λοιπόν οι άγιοι και θα μας κρίνουν όπως αναφέρεται και στην Αποκάλυψη (20,4). «Και είδον θρόνους, και εκάθησαν επ’ αυτούς, και κρίμα εδόθη αυτοίς». Ποιοι είναι αυτοί στους οποίους αναφέρεται η Αποκάλυψη; Είναι οι άγιοι που μαρτύρησαν για τον Χριστό. Αυτοί που δεν προσκύνησαν τον διάβολο στις ποικίλες μορφές και εμφανίσεις του και δεν έλαβαν το χάραγμα του αντιχρίστου.
    Πως θα μας κρίνουν οι άγιοι; Όχι ότι θα εκφέρουν δικαστική απόφαση. Κριτής είναι μόνο ο Χριστός. Θα μας κρίνουν όμως με το παράδειγμά τους και την θυσία τους. Λέγει ο Χριστός στο κατά Ματθαίο ευαγγέλιο (12,40-42) ότι στη Β΄ Παρουσία θα κατακρίνουν τη γενιά του Χριστού -που δεν πίστευσε σ’ αυτόν- οι Νινευίτες, διότι επίστευσαν στο κήρυγμα του προφήτη Ιωνά και μετανόησαν. Θα τους κατακρίνει επίσης η βασίλισσα του Σαββά, διότι ήρθε από τα βάθη της γης για να γνωρίσει τον Σολομώντα, που ήταν απλός άνθρωπος, ενώ αυτοί δεν ενδιαφέρθηκαν να γνωρίσουν τον Θεάνθρωπο Χριστόν.
    Να λοιπόν η ενθάρρυνση αλλά και ο έλεγχος και η κρίση των αγίων.

    Παρασκευή 6 Ιουνίου 2025

    Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ


     Επειδή πολλοί Έλληνες μόλις και μετά βίας γνωρίζουν τί συνέβη και τί γιορτάζουμε την Πεντηκοστή, παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από τις Πράξεις των Αποστόλων και μια σύντομη αναφορά στο πνευματικό νόημα του γεγονότος.

    Ο αναστημένος Χριστός, στο διάστημα της τεσσαρακονθήμερης παραμονής του στον κόσμο, παρήγγειλε στους μαθητές Του να μη φύγουν από τα Ιεροσόλυμα, αλλά να περιμένουν την υπόσχεση που τους είχε ήδη δώσει, ότι, όπως ο Ιωάννης βάπτισε με νερό, αυτοί θα βαπτισθούν με Πνεύμα Άγιο (Πράξεις 1,4-5).

    Κι όταν έφθασε η ημέρα της πεντηκοστής, ήσαν όλοι μαζί στο ίδιο μέρος. Κι έξαφνα ήλθε από τον ουρανό βοή, σαν να φυσά δυνατός άνεμος, και γέμισε όλο το σπίτι όπου ήσαν συγκεντρωμένοι. Και παρουσιάσθηκαν γλώσσες σαν φλόγες πυρός να διαμοιράζονται σ’ αυτούς, και να κάθεται μία στον καθένα, και γέμισαν όλοι από Πνεύμα άγιο, και άρχισαν να μιλούν άλλες γλώσσες, καθώς το Πνεύμα τους έδινε δύναμη λόγου. Εξαιτίας της βοής αυτής μαζεύτηκε πλήθος, και ήσαν όλοι κατάπληκτοι, διότι ο καθένας τους άκουγε τους μαθητές να μιλούν τη δική τους μητρική γλώσσα, Πάρθοι, Μήδοι, Ελαμίτες͵ Ρωμαίοι, Κρήτες και Άραβες, και απορούσαν τί άραγε να σημαίνει αυτό. (Πλήρη διήγηση βλ. Πράξεις 2,1-41)

    Ο Ιησούς είχε ήδη προαναγγείλει στους μαθητές ότι θα στείλει τον Παράκλητο, το Πνεύμα της Αληθείας που εκπορεύεται από τον Πατέρα, και Εκείνος, το τρίτο αυτό Πρόσωπο, για το οποίο γνωρίζουμε τα λιγότερα, θα τους οδηγήσει σε όλη την αλήθεια.

    Η Πεντηκοστή είναι η εκπλήρωση αυτής της υπόσχεσης.

    Γλώσσες πυρός μέσα από ένα βουητό εμφανίζονται πάνω από τον ευρύτερο κύκλο των μαθητών, που ήσαν συναγμένοι εκείνο το μεσημέρι. Μπορούμε να πούμε πιο εύκολα τί δεν ήταν αυτό. Δεν ήταν βέβαια γλώσσες, αλλά η μορφή δήλωνε την δύναμη του λόγου, ενδιάθετου και φωνούμενου, που δινόταν εκείνη τη στιγμή στους αγραμμάτους. Δεν ήταν επίσης φυσικό πυρ, αλλά η άκτιστη ενέργεια της θεότητας, η χάρις του Θεού που κατά κάποια θεία οικονομία γινόταν ορατή σαν φωτιά και σαν γλώσσες. Η φωτιά άλλωστε δήλωνε τη θέρμη της πίστεως, την κάθαρση, αλλά και το φως της αληθείας, αφού ιδιότητες του πυρός είναι να θερμαίνει, να καθαίρει και να φωτίζει.

    Η κάθοδος του Ἁγίου Πνεύματος μετέβαλε τους μαθητές σε διδασκάλους της οικουμένης, και το θαυμαστό σημείο ήταν ότι μπορούσαν να συνεννοούνται στη γλώσσα του καθενός ξένου. Τους κατέστησε θεοφόρους και θεόπτες, ώστε να μεταδώσουν αυτό που εμπειρικά και χαρισματικά κατανοούσαν πλέον στην πληρότητά του: ότι ο Χριστός είναι ο σαρκωμένος και αναστημένος Θεός, η αληθινή, δηλαδή αιώνια, ζωή, ο Λόγος που συνέχει και ανακεφαλαιώνει τα πάντα. Οι γλώσσες ήταν σημείο της ενότητας της πίστεως. Μετά τη σύγχυση των γλωσσών στη Βαβέλ, ο Παράκλητος Θεός διανέμει τις πύρινες γλώσσες, τη γνώση και τη ζωή στον καθένα προσωπικά και σε όλο το σώμα της Εκκλησίας, ανακαλώντας όλο τον κόσμο σε ενότητα πνευματική.

    Το πυρ των γλωσσών αυτών δεν ήταν η φωτιά του σπαθιού. Οι πνευματοφόροι μαθητές αγίασαν και κατέκτησαν την οικουμένη με τη φλόγα της αγάπης και την αυταπάρνηση της καθαρής καρδίας, μιμούμενοι τον Κύριό τους.

    Με την Πεντηκοστή η αλήθεια ολόκληρη, όση μπορεί να χωρέσει ο άνθρωπος, δόθηκε άπαξ στην Εκκλησία μέχρι την συντέλεια του κόσμου. Γι αυτό και η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αποδέχεται κάποια εξέλιξη στην κατανόηση των θείων μυστηρίων, δεν γνωρίζουμε δηλαδή εμείς σήμερα περισσότερα από όσα γνώρισαν τότε οι μαθητές και οι αρχαίοι Πατέρες, επειδή τάχα έχουμε στη διάθεσή μας μεγαλύτερη βιβλιογραφία και διαδικτυακή πληροφόρηση (η πείρα μας λέει μάλλον το αντίθετο). Η αλήθεια δόθηκε άπαξ, κι όποιος ελκύει με τον πόθο και τον αγώνα του την χάρι του Θεού, γίνεται δέκτης αυτής της αλήθειας που αποκαλύφθηκε κατά την Πεντηκοστή. Η αδιάκοπη αλυσίδα των Αγίων μεταφέρει σε κάθε εποχή ολόκληρη την αλήθεια, ώστε κι εμείς μέσα της να γινόμαστε ολόκληροι. Γι αυτό και η Ορθοδοξία επιμένει στο να ακολουθούμε τους Αγίους, που μας διδάσκουν με την πείρα του φωτισμού κι όχι με διανοητικά κατασκευάσματα.

    Μπορούμε λοιπόν να μιλάμε και για την προσωπική μας Πεντηκοστή. Υπάρχει και το “προσωπικό υπερώο”, ο νους που συγκεντρώνεται στη δέηση. Εκεί γίνεται το μεγάλο θαύμα. Κάθε φορά που ο Θεός κάνει αισθητή την παρουσία Του στη ζωή μας (κι αλήθεια, μια μόνο τέτοια στιγμή φθάνει για να μας μεταμορφώσει) έχουμε και μια προσωπική Πεντηκοστή. Κι όταν στον εσπερινό της εορτής της Πεντηκοστής γονατίζουμε και παρακαλούμε για την επιφοίτηση του Πνεύματος, ας γνωρίζουμε ότι οι πνευματικές δωρεές είναι προσωπικές, όπως και οι πύρινες γλώσσες διανεμήθηκαν στον καθένα ξεχωριστά. Ο καρπός του Πνεύματος, η πίστη, η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη, η πραότητα, η ταπείνωση, είναι η ανταπόκριση του Θεού στον πόθο, στο φιλότιμο, στην ειλικρίνεια του καθενός μας. Αν η καρδιά αρχίζει να θερμαίνεται, και να λειώνει μέσα στο φως του Λόγου, τότε μετέχει ουσιαστικά στην ανέκφραστη αυτή δωρεά που δόθηκε τότε στο υπερώο της Ιερουσαλήμ.

    Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου

    Τρίτη 27 Μαΐου 2025

    ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ



     (....) Σήμερον εορτάζομε την λαμπράν νίκην μας. Σήμερον ο Κύριος ημών έστησε το τρόπαιον κατά του θανάτου, κατέλυσε την τυραννία του διαβόλου και μας εχάρισε την οδόν της σωτηρίας δια της αναστάσεως. Όλοι χαίρομεν, σκιρτώμεν, αγαλλόμεθα. Αν και ο Κύριός μας Χριστός ενίκησε και έστησε το τρόπαιον, εν τούτοις κοινή είναι η ευφροσύνη και η χαρά μας.


    Όλα τούτα τα έκαμε δια την ιδικήν μας σωτηρίαν και με τα ίδια μέσα που μας κατεπάλαισεν ο διάβολος, ακριβώς με τα ίδια τον ενίκησεν ο Χριστός. Έλαβε τα ίδια όπλα και τον κατεπολέμησε με αυτά. …

    «Ποίος θα περιγράψει τας δυνάμεις του Κυρίου και θα κάνει να εισακουσθούν όλαι αι αινέσεις του;». Δια του θανάτου εγίναμεν αθάνατοι, ανέστημεν από την πτώσιν και από νικημένοι κατέστημεν νικηταί.

    Αυτά είναι τα κατορθώματα του σταυρού, αυτή είναι η μεγίστη απόδειξις της αναστάσεως.

    Σήμερον σκιρτούν οι άγγελοι και όλαι αι δυνάμεις του ουρανού αγάλλονται ευχαριστούμενοι δια την κοινήν σωτηρίαν του γένους των ανθρώπων. Αν δια την μετάνοιαν και ενός αμαρτωλού γίνεται χαρά εις τον ουρανόν και την γην, πολύ περισσότερον συμβαίνει τούτο δια την σωτηρίαν της οικουμένης.

    Σήμερον ο Χριστός ηλευθέρωσε την ανθρωπίνην φύσιν από την τυραννία του διαβόλου και την επανέφερεν εις την προηγουμένην της ευγένειαν. Όταν λοιπόν ίδω την αρχικήν μου καταβολήν ούτω να νικά τον θάνατον, δεν φοβούμαι πλέον, δεν απεχθάνομαι τον πόλεμον, ούτε κάμπτομαι δια την αδυναμίαν μου, αλλά αισθάνομαι την θείαν δύναμιν σύμμαχόν μου εις το μέλλον. Εκείνος που θα κατανικήσει την τυραννίαν του θανάτου και θα μπορέσει να αχρηστεύσει την δύναμήν του, τι νομίζετε, δεν θα κάνει το παν δια τους συνανθρώπους του, των οποίων την μορφήν εδέχθη ο Χριστός να λάβει λόγω της μεγάλης του φιλανθρωπίας και να πολεμήσει υπό την ανθρωπίνην μορφήν τον διάβολον;

    Σήμερον η σύναξις των αγγέλων και ο χορός όλων των ουρανίων δυνάμεων αγάλλονται δια την σωτηρίαν των ανθρώπων. Σκέψου, λοιπόν, αγαπητέ, το μέγεθος της χαράς, αφού και αι ουράνιαι δυνάμεις συνεορτάζουν με ημάς και χαίρουν επίσης δια τα ιδικά μας αγαθά. Αν και είναι ιδική μας η χάρις που μας παρεχώρησεν ο Χριστός, εν τούτοις είναι και ιδική των η ευχαρίστησις. Δια τούτο δεν εντρέπονται να συνεορτάζουν μαζί μας.

    Όταν δεις όχι μόνον τους αγγέλους και την σύναξιν όλων των ουρανίων δυνάμεων, αλλά και αυτόν τον Κύριον των αγγέλων να συνεορτάζει μαζί μας, τι σου απομένει δια να ευφρανθείς; Λοιπόν, ας μη είναι κανείς κατηφής σήμερον λόγω πενίας. Η εορτή είναι πνευματική....

    Ας εορτάσωμεν, λοιπόν, την εορτήν της Αναστάσεως του Κυρίου. Ανέστη και μαζί του συνανέστησε την οικουμένην. Και αυτός μεν ανέστη θραύσας τα δεσμά του θανάτου, ημάς δε ανέστησε συντρίψας τας αλυσίδας των αμαρτιών μας. …

    Το «Χριστός Ανέστη», αδελφοί μου, δονεί και πάλι την ατμόσφαιρα της Εκκλησίας, αφού στην ορθόδοξη Εκκλησία δεν υπάρχει μεγαλύτερη εορτή από την Ανάσταση του Κυρίου. Η Ανάσταση αποτελεί το επιστέγασμα όλων των άλλων εορτών, γιατί με αυτήν νικήθηκε ο «έσχατος εχθρός» του ανθρώπου, ο θάνατος. Εορτή εορτών και πανήγυρις πανηγύρεων ψάλλουμε στος Αναστάσιμο κανόνα. Με την Ανάστασή Του ο Κύριος έδειξε ότι προοπτική του ανθρώπου είναι η ζωή« ότι ο θάνατος είναι μέρος αυτής, αφού φάνηκε «η ζωή εν τάφω». « Έτσι η Ανάστασή του Κυρίου σηματοδοτεί και την ανάσταση τη δική μας. Ώστε «θάνατος ουκέτι κυριεύει», «Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, Άδου την καθαίρεσιν, άλλης βιοτής, της αιωνίου, απαρχήν». Ότι πιο φυσικό λοιπόν να πανηγυρίζουμε και να διατρανώνουμε τη χαρά μας μπροστά στο μοναδικό αυτό και εκπληκτικό γεγονός, το οποίο ανέτρεψε στην κυριολεξία όλα τα δεδομένα και όλες τις σταθερές της ιστορικής πραγματικότητας!

    Χαρείτε λοιπόν αδελφοί μου. Σημαία λευτεριάς κυματίζει στο κενό μνημείο. Ο Άδης «στένων βοά» και τρέμει σύγκορμος γιατί αλύπητα ποδοπατήθηκε. Τώρα οι νεκροπόλεις σε κοιμητήρια μεταβλήθηκαν και η χαρά βασιλεύει εκεί πέρα .Τώρα διαλύθηκε το σκοτάδι, το ψεύδος νικήθηκε, η κατάρα νεκρώθηκε, ο διάβολος κατατροπώθηκε. Τώρα τα πάντα γέμισαν Φως.

    «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη, και τα καταχθόνια, εορταζέτω γουν πάσα κτίσις, την Έγερσιν Χριστού, εν η εστερέωται».

    «Τώρα, εξηγεί ο Αγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης, κατά την σημερινήν ημέραν της Αναστάσεως του Κυρίου δεν είναι άλλα μέρη του κόσμου πεφωτισμένα, και άλλα εσκοτισμένα, αλλά όλα ομού χωρίς καμίαν εξαίρεσιν είναι γεμάτα και πεπληρωμένα από το νοητόν φως του αναστάντος Δεσπότου, και υπέρ τον ήλιον εξαστράπτοντος, ο ουρανός , λέγω, και τα εν τω ουρανώ πάντα, η γη και τα εν τη γη πάντα, και τα σκοτεινόμορφα δε μέρη του άδου και αυτά σήμερον είναι φωτεινόμορφα. Δια τούτο ας μη εορτάζει μόνη η γη και τα εν τη γη, ουδέ μόνος ο ουρανός και τα εν τω ουρανώ, ουδέ μόνα τα καταχθόνια, αλλά όλη ομού η κτίσις, η ουράνιος, η επίγειος και η καταχθόνιος ας εορτάζει την Ανάστασιν του Χριστού, με το φως του οποίου εφωτίσθησαν, ελαμπρύνθησαν και τόσον ευεργετήθησαν…».

    Γέμισε φως ο ουρανός, γέμισε φως η γη, γέμισαν φως τα υποκάτω της γης. Γέμισε φως η πλάση ολάκερη. Γέμισαν φως και οι καρδιές των ανθρώπων. Ο Χριστός το φως το αληθινό σκόρπισε απλόχερα το δικό Του το καθάριο το αμόλευτο φως, κι έλαμψε η οικουμένη.«Φως εκ φωτός έλαμψεν τω κόσμω…». Γι’ αυτό και ο Ι. Χρυσόστομος γεμάτος από ιερό ενθουσιασμό και θεία ευφροσύνη αναφωνεί:

    «Σήμερον εν γη χαρά σήμερον εν ουρανώ χαρά…Νυν σκιρτώσιν Άγγελοι νυν χαίρουσι Αρχάγγελοι νυν(τα Χερουβίμ και τα Σεραφείμ μεθ’ ημών εορτάζει την παρούσαν εορτήν».

    Αδελφοί μου!

    Η Ανάσταση δεν έχει καμία σχέση με το χώρο της φαντασίας Είναι ένα γεγονός που διαδραματίσθηκε σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, κι αυτό ιδιαίτερα τονίζεται από τους ιερούς Ευαγγελιστές. Παρά ταύτα όμως εξακολουθεί να παραμένει μυστήριο. Ένα μυστήριο που βιώνεται από τα εκατομμύρια των πιστών εν παντί καρώ και τόπω. Ολόκληρη η ζωή της Εκκλησίας-κήρυγμα, λατρεία, θεολογία, ζωή των πιστών- όπως ορθά έχει λεχθεί, είναι μαρτυρία της Ανάστασης. Μία μαρτυρία που αφετηρία έχει τους αυτόπτες και αυτήκοους μάρτυρες αυτού του συγκλονιστικού γεγονότος και φθάνει μέχρι τους σημερινούς πιστούς. Μάταια προσπαθούν τα σύννεφα να κρύψουν τον ήλιο. Μάταια νεόκοποι διαφωτιστές προβάλλονται ως αμφισβητίες του περίτρανου θαύματος. Αδύναμοι και εκστατικοί στέκονται μπροστά στον Πανάγιο Τάφο απ' τον όποιο ανατέλλει το ανέσπερο Φως.

    Εορτών εορτή και πανήγυρις εστί πανηγύρεων, η λυτρωτική μέρα της Ανάστασης του Κυρίου μας. Με χαράς αλαλαγμούς εορτάζουμε το θαύμα των αιώνων. Εκ τον τάφου ωραίος δικαιοσύνης ημίν ελαμψεν ήλιος. Ας αντλήσουμε δυνάμεις κι ας πάρουμε φως.

    «O αναστάσιμος ρυθμός, που συντονίζει την Oρθόδοξη λατρευτική ζωή, στηρίζει την ύπαρξή μας, ανανεώνει συνεχώς την ελπίδα μας, μας προσφέρει νέο δράμα και ενθουσιασμό για τη ζωή, διακατέχεται από την αιωνιότητα. Tο αναστάσιμο ήθος μεταμορφώνει το σκληρό πρόσωπο της καθημερινότητος. Mας βοηθεί να βλέπουμε μέσα και από τις πιο μελαγχολικές συνθήκες ένα Πάσχα, δηλαδή μια «διάβαση», ένα πέρασμα στο φως. H Aνάσταση έχει γίνει, έστω και ανεπίγνωστα, πηγή ανανεώσεως του κόσμου. Aνθρωποι που πίστεψαν στον αναστάντα Xριστό μπόρεσαν με τη δύναμή Tου να μεταμορφώσουν την έχθρα σε συμφιλίωση, το μίσος σε αγάπη, τον πόνο σε χαρά, την ταπείνωση σε θρίαμβο, την άνευ νοήματος καθημερινότητα σε δημιουργία. Mέσα στην ακτινοβολία της Aναστάσεως, όλοι και όλα μπορούν να μεταμορφώνονται και να πλημμυρίζουν φως.

    «Xριστός ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας». Δύο κατ’ εξοχήν υπαρξιακά προβλήματα βασανίζουν τον άνθρωπο: «Tο πρώτο, ότι θα πεθάνει• το δεύτερο, πως θα ξαναζήσει». Kαι τα δύο βρίσκουν νόημα και λύση μέσα στο φως της Aναστάσεως του Xριστού, ο οποίος είναι ο Nικητής του θανάτου, η ζωή του κόσμου, η ανάσταση. Mέσα στην πίστη, στην παράδοση και τη λατρεία της Oρθοδοξίας βρίσκεται ένας τεράστιος αναστάσιμος δυναμισμός. H εμπιστοσύνη και η αγάπη μας στον αναστάντα Kύριο ας γεμίσουν το είναι μας για την κατανόηση και αντιμετώπιση των δύο μεγάλων υπαρξιακών ζητημάτων: του θανάτου και της ζωής. Mε το βλέμμα και τον νου προσηλωμένο στον αναστάντα Xριστό, ας αντιμετωπίσουμε (τον) κάθε μορφής θάνατο η τις εκπνοές θανάτου που εκπέμπουν η αμαρτία, ο φθόνος, η αδικία και ας γίνουμε αναστάσιμη πνοή στο περιβάλλον μας. Kαλό Πάσχα! Mε την Aνάσταση μέσα μας». (Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Δυρραχίου και Πάσης Αλβανίας κ. Αναστασίου).

    Ελάτε, αδελφοί μου. Ελάτε όλοι στον ανοιχτό τάφο. "Ελάτε στον Αναστημένο Χριστό. Δεύτε λάβετε φως εκ του ανέσπερου Φωτός.