Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2019

ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ ΛΟΥΚΑ

Αποτέλεσμα εικόνας για ΚΥΡΙΑΚΗ Α ΛΟΥΚΑ





Η ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΑΛΙΕΙΑ



Τό γεγονός τῆς κλήσης τῶν πρώτων μαθητῶν διηγοῦνται ὅλοι οἱ εὐαγγελιστές, ἐνῶ ὁ Λουκᾶς, στή σημερινή εὐαγγελική περικοπή, ἀφηγεῖται ἐπιπλέον καί τό ἐκπληκτικό ψάρεμα πού ἔγινε ἀπό τούς μαθητές μέ τήν ὑπόδειξη τοῦ Ἰησοῦ. Αὐτό γίνεται ὄχι γιατί ἐνδιαφέρονται νά μᾶς περιγράψουν σάν ἱστορικοί τό ξεκίνημα τοῦ Μεσσία στό ἐπί γῆς ἔργο Του, ἀλλά γιατί, στόν τρόπο πού δέχτηκαν οἱ τέσσερις ψαράδες τήν πρόσκληση καί ἀνταποκρίθηκαν ἀμέσως σ’ αὐτήν, βλέπουν τό τυπικό παράδειγμα καί πρότυπο γιά τό πῶς πρέπει νά δέχεται ὁ ἄνθρωπος τό θεῖο κάλεσμα. Ἔτσι, βλέποντας τή σημερινή εὐαγγελική περικοπή, μποροῦμε νά σταθοῦμε στά ἀκόλουθα σημεῖα:
Πρῶτα πρέπει νά προσέξουμε ὅτι τό προσκλητήριο ἀπευθύνεται στούς τέσσερις ὑποψήφιους ἀποστόλους, τήν ὥρα ἀκριβῶς πού αὐτοί βρίσκονταν στίς ἐργασίες τους στό τέλος μίας κοπιαστικῆς νύχτας χωρίς ἀποτελέσματα.
Ἡ πράξη αὐτή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μᾶς βοηθάει νά κατανοήσουμε τήν ἐκτίμησή Του στήν ἐργασία καί τήν ἐμπιστοσύνη Του στούς ἀνθρώπους τοῦ καθημερινοῦ μόχθου. Ὅταν ἀποφάσισε νά ἐκλέξει τούς ἀποστόλους Του, δέν ἦλθε στήν Ἀθήνα γιά νά βρεῖ σοφούς, δέν πῆγε στή Ρώμη γιά νά ζητήσει ἰσχυρούς, δέν ἀνέβηκε καν στά
Ἱεροσόλυμα γιά νά καλέσει ἱερεῖς καί νομικούς, ἀλλά «ἐστῶς παρά τήν λίμνην Γεννησαρέτ», κάλεσε πρῶτα μερικούς ψαράδες, ἁπλούς ἀνθρώπους τοῦ λαοῦ, πού ζοῦσαν μέ τήν καθημερινή τους ἐργασία. «Τά μωρά καί τά ἀσθενῆ του κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός… ἴνα ἡ πίστις ἡμῶν μή ἤ ἐν σοφία ἀνθρώπων ἀλλ’ ἐν δυνάμει Θεοῦ», δηλαδή: ὅσους ὁ κόσμος θεωρεῖ μωρούς καί ἀνίσχυρους ἐκείνους διάλεξε ὁ Θεός… ὥστε ἡ πίστη μας νά βασίζεται ὄχι σέ ἀνθρώπινη σοφία, ἀλλά στή δύναμη τοῦ Θεοῦ, τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἐάν ὁ ἀρχηγός ἐξέλεγε γιά τό ἔργο Του σοφούς καί δυνατούς, θά θεωροῦνταν ἀνθρώπινο κατόρθωμα ἡ νίκη τοῦ Σταυροῦ. Ἀλλά «ὅπως μή καυχήσηται ἐνώπιόν τοῦ Θεοῦ πάσα σάρξ» καί «ἵνα πᾶν στόμα φραγῆ», ὁ Ἰησοῦς Χριστός προνόησε καί κάλεσε τούς ἀποστόλους ἀπό τίς τάξεις τῶν ψαράδων καί τῶν ἐργατῶν.
Ὑπάρχει ὅμως καί ἕνας ἄλλος λόγος γιά τόν ὁποῖο ὅλοι σχεδόν οἱ ἀπόστολοι ὑπῆρξαν ἐργάτες. Ὅταν τούς καταρτίζει ὁ Ἰησοῦς γιά τό ἔργο τοῦ εὐαγγελίου, τούς ὁμιλεῖ γιά κόπους, γιά στερήσεις, γιά διωγμούς καί ἀγῶνες πού τούς περιμένουν στήν ἀποστολή τους. Δέν θέλει, λοιπόν, «σοφούς» καί «γραμματεῖς» καί «συζητητάς», πού μετροῦν τά πράγματα μέ τόν πῆχυ τῆς λογικῆς καί ἐξαρτοῦν τά πάντα ἀπό ἀνθρώπινους παράγοντες, ἀλλά θέλει ἀνθρώπους μαθημένους νά παλεύουν καί νά ἀγωνίζονται, πού νά γνωρίζουν ἀπό
φτώχεια καί κόπο, ἀπό κινδύνους καί κακοπέραση, ἀνθρώπους πού ἡ ζωή καί ἡ ψυχή τους νά εἶναι ἡ ἐργασία τους. Ἐργάτες τοῦ εὐαγγελίου ἤθελε ὁ Χριστός καί ἐργάτες τῆς ζωῆς κάλεσε.
Ἕνα δεύτερο σημεῖο, πού θέλει νά τονίσει ἡ διήγηση, εἶναι ἡ ἐμπιστοσύνη τῶν μαθητῶν στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί ἡ προθυμία ὑπακοῆς στά λόγια του. Ἐνῶ ἡ ὥρα ἦταν ἀκατάλληλη γιά ψάρεμα καί οἱ μαθητές κουρασμένοι, ὁ Πέτρος ἀπαντᾶ στό Χριστό: «Διδάσκαλε, ὅλη τή νύχτα παιδευόμασταν καί δέν πιάσαμε τίποτε, ἐπειδή ὅμως τό λές ἐσύ θά ρίξω τό δίχτυ». Ἡ θαυματουργική ἁλιεία ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς πίστης τῶν μαθητῶν. Ὁ Χριστός δέν κάνει τό θαῦμα γιά νά ἐντυπωσιάσει ἀλλά γιά νά δείξει προκαταβολικά πόσους καρπούς θά ἀποφέρει ἡ ὑπακοή στό πρόσταγμά Του καί ἡ ὁλοπρόθυμη ἀφοσίωση σ’ αὐτό. Πραγματικά, ἡ ἁλιεία τῆς οἰκουμένης ἀπό τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ ἀργότερα δέν ὑπῆρξε λιγότερο ἐκπληκτική καί θαυματουργική. Γιατί δέν κοπίασαν μόνοι τους ἀλλά μέ συμπαραστάτη τό Χριστό καί καθοδηγό τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Τό τρίτο σημεῖο πού πρέπει νά σχολιαστεῖ εἶναι πώς ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ καί ἡ θαυματουργική ἁλιεία ὁδηγοῦν τόν Πέτρο στή συναίσθηση τῆς μηδαμινότητάς του καί τῆς γύμνιας του καί τόν κάνουν νά ὁμολογήσει: «βγές ἀπό τό καΐκι μου, Κύριε, γιατί εἶμαι ἄνθρωπος ἁμαρτωλός». Ἡ ὑψηλή ἰδέα πού
ἔχουμε γιά τόν ἑαυτό μας δημιουργεῖ ἕνα τεῖχος πού ἐμποδίζει τή χάρη τοῦ Θεοῦ νά μᾶς ἀγγίξει, ἀντίθετα ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας κάνει πιό ἐπιτακτική τήν ἀνάγκη τῆς παρουσίας καί ἐνέργειας τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ.

Ἀγαπητοί ἀδελφοί, ἡ ὁλονύκτια μάταιη ἐργασία τῶν ψαράδων τῆς Γεννησαρέτ δείχνει τήν ἀδυναμία νά σωθεῖ ὁ κόσμος μέ ἀνθρώπινα μέσα. Τό θαῦμα τοῦ Χριστοῦ καί τά λόγια Του στόν Πέτρο φανερώνουν τό ἔργο τῆς θείας οἰκονομίας, πού μέ τούς ἀποστόλους καί τήν Ἐκκλησία, κατακτᾶ καί σώζει τόν κόσμο. Ἡ κατάκτηση αὐτή καί ἡ σωτηρία θά γίνεται στόν αἰώνα, γιά νά ἐκπληρώνονται τά λόγια του Χριστοῦ πρός τόν Πέτρο: «ἀπό τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔση ζωγρῶν». Ἀμήν.