Πέμπτη 15 Ιουνίου 2023

Να, εμείς τα εγκαταλείψαμε όλα και σε ακολουθήσαμε

 

Συγγραφέας: Μαρτζούχος π.Θεοδόσιος

Ναι, καλεί και εσένα… και τον καθένα μας. Απευθύνεται και σε μας όλους, πού είμαστε ο καθένας μας… σκυμμένος πάνω από τα δικά του δίχτυα(!) με τα οποία νομίζει ότι ψαρεύει τις ανάγκες της ζωής του!  

Η όποια ψυχοσωματική ασχολία μας στα μάτια μας φαντάζει ως ό,τι σπουδαιότερο έχουμε. Μπορεί να είναι, μικρό και λίγο κοινωνικά, όμως για μας είναι το ‘’άπαντον’’! Ο Πέτρος κάποια στιγμή στη διάρκεια της τριετούς συνύπαρξής τους με τον Χριστό, Τον ρωτάει:

 -Να, εμείς τα εγκαταλείψαμε όλα και σε ακολουθήσαμε, τι άραγε θα συμβεί με μας;

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας το περιστατικό, διερωτάται:

-Τι εγκατέλειψες, Πέτρο; Ποιά όλα; Τά χιλιομπαλωμένα δίχτυα και την μισοσαπισμένη βάρκα σου;

Και επεξηγεί:

-Ναι. Άφησε όλη την ζωή του: αυτή ήταν η ζωή του. Δεν έχει αξία για τον Χριστό το πόσα θα αφήσεις ή θα δώσεις (το έδειξε και με την διδασκαλία του για το δίλεπτο της χήρας), αλλά η ελευθερία (από αγάπη για το πρόσωπό Του) απ’ αυτά, που μέχρι να συναντήσεις τον Χριστό, αποτελούσαν την ζωή σου. Μια τέτοια κίνηση φανερώνει, ότι πλέον έχεις ζωή σου, τον Χριστό!

Τέσσερεις αγράμματοι ψαράδες, ανοιχτοί στην έκπληξη και στην καλή γοητεία, ‘’βλέπουν’’ στο πρόσωπο του Χριστού την ποιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και ζωής, και κάνουν μια κίνηση-άλμα ελευθερίας- από το λίγο και το μικρό προς το πολύ και το απέραντο. Συνειδητοποιούν για την δική τους μέχρι τώρα ζωή το λίγο και το μικρό, και για την όντως ζωή που βρίσκεται μπροστά τους το πολύ και το απέραντο!! Αφήνουν την δουλειά τους (ευθέως αφέντες τά δίκτυα), αφήνουν και τις σχέσεις αίματος (αφέντες το πλοίον και τον πατέρα αυτών) και ακολουθούν Αυτόν, χωρίς τον Οποίον η δουλειά, από έκφραση αγάπης  για τα πρόσωπα των δικών μας, γίνεται κουραστικό μαγκανοπήγαδο. Και οι σχέσεις, από έκφραση κοινότητας θαλπωρής, γίνονται απλώς συνύπαρξη.

Εκείνοι τότε αυτά, σε μια πορεία διδασκαλίας  αυτών που άκουσαν και είδαν και τα οποία, όλοι συνυπέγραψαν, πλην ενός, με το δικό τους αίμα.

Εμείς τώρα, στο κάλεσμα του Χριστού, πώς άραγε ανταποκρινόμαστε; Τι είναι αυτό που μας δυσκολεύει και πλέον οι ακολουθούντες τον Χριστόν είναι μειοψηφία; Όσοι αρνούνται να ακολουθήσουν τον Χριστό, βρίσκουν συνήθως χίλιες δικαιολογίες γιατί, αν αποφάσιζαν να δεχθούν το Χριστό, θα ήταν σαν να απαρνιόνταν τον εαυτό τους. Δεν βλέπουν το κέρδος που θα είχαν μ’ αυτή την αλλαγή. ‘Εχουν ένα φόβο που δεν τον παραδέχονται, γιατί κρατιούνται μέσα στα σκύβαλα, που γι αυτούς είναι το παν. Ζητούν, λένε, ένα λόγο περισσότερο σοβαρό! Δεν είπε δα, καί τίποτε το νέο ο Χριστός!  Αυτά που είχε πεί η Ανατολή και η Δύση αιώνες πριν! Δεν είναι λοιπόν τόσο μεγάλος! Ας τον θαυμάζουν οι απαίδευτοι και ας τον υπακούουν οι απλοϊκοί!!

Μια τέτοια τοποθέτηση, δεν θέλει να δει και να αναγνωρίσει ότι μια μεγάλη αλήθεια είναι νεκρή αφού διστάζουμε να την εφαρμόσουμε και την ξεχάσαμε σχεδόν! Μια τέτοια τοποθέτηση δεν θέλει να διακρίνει, αν ανάμεσα στην διδασκαλία του Χριστού και σε κάποιες αρχαίες διδασκαλίες υπάρχει κάποια εγγύτητα ιδεών, ή αν είναι μονάχα κάποια απήχηση και λεκτική ομοιότητα! Δεν θέλει να ομολογήσει ότι ο Χριστός διδάσκει πρώτα τους Εβραίους στους οποίους ο νόμος του Θεού ήταν ήδη γνωστός! Δεν αντέχει να πει φωναχτά ότι άλλο η ευγένεια, η γλυκύτητα και η σύνεση και άλλο η θυσιαστική αγάπη.

Οι απόστολοι καλούνται σε θυσιαστική αγάπη.

Όλοι οι Χριστιανοί καλούνται σε θυσιαστική αγάπη. Αυτήν την θυσιαστική αγάπη κατάλαβαν οι απόστολοι και αισθάνθηκαν μια υποσυνείδητη ώθηση να κάνουν ό,τι μπορούν, ώστε αυτά τα λόγια να μη μείνουν μόνο λόγια.

Αυτούς τους ψαράδες, που θα χανόντουσαν στην αφάνεια της ανωνυμίας, ο Χριστός τους έκανε Αγίους, που σήμερα εμείς τους αγαπάμε τους ευχαριστούμε, τους προσκυνούμε και τους επικαλούμαστε. Ο Χριστός ήρθε ‘’να βάλει φωτιά’’ για να καεί ό,τι δεν αξίζει και δεν έχει ζωή. Σ όλους τους καιρούς μπορούν να αναπηδήσουν φλόγες, αρκεί να υπάρχει το χέρι που θα βάλει φωτιά.

Πού θα βάλει φωτιά, κάθε χέρι που ακολουθεί το Χριστό και τον αγαπάει;  Στα ‘’δίχτυα και στις βάρκες’’ του ο καθένας μας. Όχι στα επαγγελματικά, αλλά στα ψυχικά! Σε όσα μας δεσμεύουν και μας κρατούν υποτελείς. Θα πρέπει να βάλουμε φωτιά με το πνεύμα του Θεού στην… βαρεία ύλη πού μας τελματώνει. Θα πρέπει να βάλουμε φωτιά με την εσωτερική καθαρότητα των κινήτρων, σε κάθε αμαρτία προσωπική και κοινωνική. Θα πρέπει να βάλουμε φωτιά με τον αγώνα ψυχικής τελειότητας στην δική μας διαφθορά αλλά και σε κάθε διαφθορά.

Όταν κάτι τέτοιο γίνει, τότε θα ισχύει και η κατάληξη του 23ου στίχου του Ευαγγελίου (Ματθ. 4.18-23), ο Λόγος του Χριστού θα θεραπεύσει  ‘’κάθε αρρώστια και κάθε μολυσματική αδυναμία’’ στον λαό.

 

Σύμφωνα με τον άλλον ευαγγελιστή (Λουκ. 5.8), ο απ. Πέτρος αναγνωρίζει  μπροστά στον Χριστό την αμαρτωλότητά του! Αυτός είναι ο τρόπος και ο δρόμος με τον οποίο θα βάλουμε φωτιά σε όλα τα παραπάνω. Η εξομολόγηση είναι το ‘’χέρι’’ που βάζει φωτιά για να καθαρίσει ο εαυτός μας από ‘’άχρηστα και επιβλαβή’’!! Χωρίς αυτή την φωτιά τίποτε δεν αλλάζει. Η τυφλή μας υπερηφάνεια μας κάνει να νομίζουμε ότι είμαστε αθώοι, αλλά ο Πέτρος μας θυμίζει αιώνια …’’ότι ανήρ αμαρτωλός ειμί, Κύριε’’. Όταν και μείς το αναγνωρίσουμε κάτι τέτοιο (ότι ανήρ αμαρτωλός ειμί, Κύριε) τότε Εκείνος θα μας ρωτήσει αν Τον αγαπάμε και θα μας στείλει να ‘’δείξουμε τον εαυτό μας στους ιερείς’’ (Λουκ. 5,14) για να καθαριστούμε, ώστε κανένα ‘’δίχτυ’’ να μη μας δεσμεύει, και καμιά ‘’λέπρα’’ να μην εμποδίζει, την επικοινωνία και την αγάπη μ’ Εκείνον και τους αδελφούς μας.