Η μεγάλη προσδοκία
της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Ασφαλώς δεν
θα αδικούσαμε την αλήθεια, αν λέγαμε ότι αυτό
πού ως
κοινή εσωτερική κατάσταση
συμπυκνωμένη αυτή
τη στιγμή
κυριαρχεί
στις ψυχές μας είναι η μεγάλη προσδοκία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Υπάρχει μπροστά μας
μια ολόκληρη περίοδος γεμάτη
από πνευματικές προκλήσεις και
ευκαιρίες πού ή
αξιοποίηση τους
αποτελεί ανάγκη
τής ψυχής μας. Όλοι κατανοούμε πόση
ανάγκη έχουμε
να ανεβούμε λίγο πρ0ς
τα πάνω,
κάπως να
αλλάξει ή
ζωή
μα, να
μεταμορφωθεί και να
μπολιασθεί
από τη
χάρη
του θεού
με έναν
τρόπο
αισθητό και
ουσιαστικά
αποτελεσματικό. Υπάρχει μέσα στην
ψυχή του
καθενός και
εγκαταστημένος
ό πόθος και
ή θεία
και ιερή προσδοκία για
κάτι ανώτερο, για κάτι
αλλιώτικο, για κάτι πνευματικότερο και ουσιαστικότερο στη
ζωή
μας.
Βρισκόμαστε, λοιπόν,
στα πρόθυρα ακριβώς
αυτής της ευλογημένη περιόδου πού
είναι ή
πιο
όμορφη περίοδο τού
έτους, ή
πιο κατανυκτική, ή πιο
πλούσια σέ
πνευματικές
αφορμές και
ευκαιρίες.
Ήδη ή
λειτουργική
ατμόσφαιρα τη
έχει γίνει κατανυκτικότερη εξωτερικά: πέφτει ό
φωτισμό, σκουραίνουν τα
χρώματα, μαζεύεται ο καθένας μας περισσότερο μέσα του.
Αλλάζει και
ο χαρακτήρα των ακολουθιών: οι γνωστές καθημερινές θείες
Λειτουργίες έχουν
δώσει
τη θέση
του στις έκτακτες Λειτουργίες των
Προηγιασμένων
Δώρων, κάθε
Τετάρτη και
Παρασκευή. Επιπλέον, υπάρχουν οι
Κατανυκτικοί Εσπερινοί, οι Χαιρετισμοί, τα
Μεγάλα Απόδειπνα, ό Μέγα
Κανών, ο
ιδιάζων χαρακτήρας τη καθεμιά από τις εορτές πού έχουμε μπροστά μας κ.ο.κ.
Και όλα
αυτά τα
δένει ή
αυστηρή νηστεία, πού αποτελεί τη σφραγίδα τη ταυτότητα αυτής τής
περιόδου.
Πώς λοιπόν
θα μπορούσαμε αυτή τη
στιγμή να
βοηθήσουμε λίγο
την ψυχή
μας, πού
είναι δύσκαμπτη και κλειστή, κάπως να
ανοίξει, να
γίνει πιο
ευέλικτη, πιο ευκίνητη περί
τα πνευματικά, και να
μπορέσει να
θέσει
σε εφαρμογή αυτό που
έχει ως
όνειρο, ως
πόθο και
ως προσδοκία, ώστε να
διευκολυνθεί η
είσοδος της χάριτος και την
ευλογία του
θεού και
να φανερωθεί κάποιο
αποτέλεσμα στη
ζωή μας.
Πολλά θα
μπορούσε κάνει
να πει. Ας σταθούμε όμως απόψε
σέ τέσσερα βασικά χαρακτηριστικά, τα
όποια προκύπτουν μέσα από
την Κυριακή αυτή
τής Τυροφάγου και αναδύονται μέσα από
το περιεχόμενο των τροπαρίων που ακούσαμε σήμερα το
πρωί και
τώρα
το βράδυ
στον Κατανυκτικό Εσπερινό.
Το πρώτο
στοιχείο είναι ό αγώνας. Χρειάζεται η ψυχή μας μια απόφαση για αγώνα,
για έξοδο
από τη
χαλάρωση
και την
ευκολία, για
εντονότερη προσπάθεια, για άσκηση.
Να κάνει
κάνει ό,τι μπορεί,
λίγο παραπάνω απ' όσο
νομίζει ότι
μπορεί. Να
τεντώσει τις δυνατότητές του πέρα από τα γνωστά
όρια του.
Να
μπορέσει να
στοχεύσει στο τί
ακριβώς χρειάζεται η ψυχή του. Έλεγε το
πρωί ένα
τροπάριο στους
Αίνους: «Το
στάδιο
των αρετών
ηνέωκται». Αναφέρεται σε ένα
στάδιο αρετών και αγώνων που
ήδη έχει
ανοίξει και
προτρέπει όποιον
θέλει, χωρίς αναστολές, να εισέλθει: «οι βουλόμενοι αθλήσαι
εισέλθετε». Και
παρακάτω χρησιμοποιείται η λέξη
«αντιμαχησόμεθα», που
εκφράζει το
μαχητικό φρόνημα με
το όποιο
πρέπει να
ανταποδώσουμε τις επιθέσεις πού
δεχόμαστε, για
να μπορέσουμε, όπως λέγει
στη συνέχεια, οπλισμένοι με
τα όπλα
των αρετών
να προχωρήσουμε νικηφόρα σέ
αυτό τον
αγώνα. Ο
όπλισμ0ς των
ημερών
έχει ώ
θώρακα την
προσευχή, ως
περικεφαλαία την
ελεημοσύνη, ως
μάχαιρα τη
νηστεία. Ο
υμνογράφος χρησιμοποιεί πολεμική διάλεκτο, η
οποία δεν
οφείλεται σε φιλολογική συγκυρία ή φραστικό τέχνασμα, άλλα
στο
ότι στοχεύει νά περιγράψει τό αγωνιστικό φρόνημα μέ τό
όποιο κάθε
πιστό καλείται να ριχθεί στο στάδιο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Είναι πολύ
σημαντικό κάθε
μέρα, κάθε
λεπτό να
μπορεί ο
καθένας μας
να τοποθετείται ενώπιον του θεού και να εξομολογείται, διακρίνοντας στο
βάθος τής
ψυχής
του τα ελαττώματα, τις
αδυναμίες, τα
πάθη εναντίον των
οποίων και
πρέπει να
αγωνισθεί. Έλεγε
πάλι ένα
τροπάριο ότι
καλή είναι
ή νηστεία των «βρωμάτων», δηλαδή
των τροφών,
άλλα «νηστεία αληθή η
των κακών
αλλοτρίωσα», πράγμα
που σημαίνει ότι, παράλληλα με τον αγώνα της νηστείας, πρέπει να
κάνουμε και
τον ουσιαστικότερο αγώνα
εναντίον των
παθών μας.
Και έχουμε όλοι μας πάθη !
Πάθη κρυμμένα, πάθη τα
οποία δεν
θέλουμε να
ομολογούμε ούτε
στον εαυτό
μας, πάθη
κι
αδυναμίες πού
βασανίζουν την ψυχή μα και
πού την
κρατούν
δέσμια, απαγορεύοντάς της
να
απελευθερωθεί και
να πετάξει λίγο πιο
ψηλά από
τον κόσμο στον όποιο βρίσκεται.
Το πρώτο
λοιπόν στοιχείο στο οποίο
μας καλεί
η Εκκλησία είναι να
εντοπίσουμε την αδυναμία μας
και με
τη συνεργία και βοήθεια των πνευματικών μας,
μέσα στις
στιγμές
της ησυχίας μας, να
διακρίνει ό καθένας μα το
δικό του
πάθος -όχι
του διπλανού του από
το
οποίο θέλει
ό ίδιας
να απαλλαγεί, άλλα τη
δική του
αδυναμία, τη
δική του
δουλεία, τη δική του αμαρτία, αυτή που
και
στον εαυτό
του ακόμη
αρνείται
να ομολογήσει.
Η ευκαιρία της νηστείας
είναι μεγάλη.
Δι' αυτής,
η
Εκκλησία μας
εισάγει σε
έναν
αγώνα εναντίον της φύσεως
μας, διότι
έχουμε όλοι
την τάση της
λαιμαργίας, έχουμε
όλοι ορμές
εσωτερικές που εκφράζονται με
το σώμα
μας. Πολύ
βαθιά φυτευμένες, πού πραγματικό παγιδεύουν τη
βούληση, παραλύουν ιοί θέληση
και πνίγουν την ελευθερία μας. Αυτός
είναι ο Λόγος
που η
νηστεία είναι
τόσο καλά
ριζωμένη στη
ζωή, την
παράδοση και
την εμπειρία της Εκκλησίας μας. Να Λοιπόν μια καλή
ευκαιρία να
αρχίσουμε τον
αγώνα αυτής
τη περιόδου από τη
νηστεία, από
κάτι πού
είναι ίσως
εξωτερικό, είναι
όμως και
τόσο σημαντικό.
Το δεύτερο στοιχείο στο
οποίο θα
έπρεπε να
σταθούμε μπορούμε να το
δανεισθούμε από
τη λέξη
πού
προσδιορίζει τον Εσπερινό τής Συγχωρήσεως. Αυτό πού ζητάει η
Εκκλησία από
μας είναι
ή διπλή
συγχώρηση: μετους
αδελφούς μας
και με
τον θεό.
Τί θα
πει
συγχώρηση; Συγχώρηση θα πείνα
ανοίξουμε
την πόρτα
της ψυχής
μας για
να φιλοξενηθεί στον χώρο της ο συνάνθρωπ0ς μας, ο γείτονας μας, ο συγγενής μας, η γυναίκα ή ό
άντρας μας,
τα παιδιά
μας, τα
αδέλφια μας,
οι συνάνθρωποι μας όποιος
μας περιβάλλει και όποιος
ενδεχομένως μάς
δημιουργεί κάποια
δυσκολία στη
σχέση μας
μαζί του.
Είναι τόσο
δύσκολο πολλές
φορές να έχουμε την αρχοντιά να ζητήσουμε οι ίδιοι
συγγνώμη! Η
να έχουμε
το θάρρος
να δεχθούμε την αίτηση
τής συγγνώμης από
τον άλλο
και να
διαγράψουμε αυτό
πού
μάς χωρίζει, αυτό πού
μας πικραίνει, αυτό πού
μας κάνει όχι μόνο να
μη νιώθουμε τον διπλανό μας ως
αδελφό, αλλά
να μην
τον νιώθουμε καν ως
πλησίον.
«Συχώρεση»·
αυτό
το «συν»
σημαίνει «μαζί».
Τον αγώνα
αυτόν πρέπει να τον κάνουμε, όπως μας λέει ή Εκκλησία μας, μέσα από μια ζωή
συμφιλίωσης -κι
εδώ υπάρχει το «συν»-.
Η συγχώρηση οδηγεί στη συμφιλίωση, η
συμφιλίωση
στη συναδέλφωση, η συναδέλφωση στη
συμπόρευση, στη
συνάθληση, και τέλος, σ' αυτό
πού ό
Απόστολος Παύλος
περιγράφει, στην ευλογημένη κατάσταση του
να γίνουμε σύμψυχοι, «το
εν
φρονούντες»
(Φιλ. 2, 2), «εν μια" ψυχή συναθλούντες» (Φιλ.
1, 27)· να
είμαστε ενωμένοι σαν μία
ψυχή, με
ένα
κοινό φρόνημα, ενωμένοι
στο πρόσωπο ιού θεού
και
τής αγάπης που Αυτός δίδαξε
και ενέπνευσε σ' εμάς.
Τί ωραίες
λέξεις! «Συγχώρηση», «συμφιλίωση», «συναδέλφωση», «συμπόρευση», «συνάθληση», και η κατάσταση του να
είμαστε «σύμψυχοι», ομόφρονες και,
ακόμη περισσότερο, ομόψυχοι, με
μία ψυχή,
ενωμένοι
στο όνομα
τού Χριστού.
Υπάρχει όμως
και μία
άλλη κλίμακα εξαγιασμού και σωτηρία ή οποία
προκύπτει από
μία άλλη
συγχώρηση, τη
συγχώρεση μας
από τον
θεό,ηή
μετάνοια που
έλεγαν
τα τροπάρια. Πόσα δεν
έχουμε κάνει
πού μας
απομακρύνουν από
Αυτόν! Πόσα
δεν έχουμε
κάνει πού
μας κάνουν δύσκολη την
αίσθηση τής
παρουσίας Του
στη ζωή
μας! Εμείς
φταίμε πού
δημιουργούμε την
ομίχλη των
παθών μας
και των αδυναμιών μας.
Μα λείπει
ή αρχοντιά και ή
ελευθερία της
ομολογίας της
αμαρτίας μας.
Οι ευαγγελικές περικοπές των
τριών τελευταίων Κυριακών, η
πρώτη του
Τελώνου και
Φαρισαίου, η
δεύτερη
του Ασώτου
και η
τρίτη της
Κρίσεως, έχουν
μεταξύ του
ένα κοινό
σημείο: παρουσιάζουν την
αμαρτία ως
αμαρτία
ενώπιον του
Θεού. Βλέπουμε τον Τελώνη
να πηγαίνει στον ναό
για να
ζητήσει συγγνώμη και να
απευθύνεται
στον θεό
λέγοντας: «ο
Θε0ς ιλάσθητι μοι τω
αμαρτωλό»
(Λουκ.
18, 13).Ενώ ο
Τελώνης αμάρτησε έναντι των συνανθρώπων του,
συγχώρηση ζητάει
πρωτίστως από τόν θεό στον
χώρο του
ναού.
Αλλά και
ο Άσωτος:
«ήμαρτον εις
τον
ουρανόν και
ενώπιον
Σου και
ουκέτι ειμί
άξιος
κληθήναι υιός
Σου»
(Λουκ.
1ς, 21), λέει
προς τον
πατέρα του -
ο πρώτος
έναντι του όποιου αμάρτησα δεν είσαι εσύ, ο
πατέρας μου,
που κατασπατάλησα την
περιουσία σου,
άλλα είναι
ο θεός
του
οποίου κατέστρεψα την
εικόνα, λέρωσα
και σπίλωσα την τίμια
εικόνα
με την
οποία περιποιήθηκε την
ύπαρξη και την υπόσταση μου.
Και στην
τρίτη παραβολή, την παραβολή τής Κρίσεως, βλέπουμε
ο ίδιος
ο θεός
να λέει:
«Επείνασα και ουκ εδώκατέ
μοι φαγείν,
εδίψησα και
ουκ εποτίσατέ με» (Μτ.
2ς, 42) -αυτό πού
δεν
κάνατε στον
συνάνθρωπο σας
δεν το
κάνατε σε
μένα- αυτό πρόσωπο του
αδελφού είμαι
εγώ, άρα
η αμαρτία σας είναι
αμαρτία που
ανάγεται σε
έμενα.
Και οι
δικές μας
αμαρτίες, αγαπητοί μου αδελφοί, που
έχουν ως
βάση τους
τον εγωισμό και τη
φιλαυτία, τη φιληδονία, τη
φιλοϋλία, τη
φιλαργυρία, τον
υλισμό, την πνευματική μας
μυωπία, είναι
αμαρτίες εσωτερικές, αμαρτίες που τις ζούμε μέσα μας και μας τρώνε τα σωθικά. Είναι
αμαρτίες πού
καταστρέφουν και
καταβροχθίζουν τις
σχέσεις
μας με
τους συνανθρώπους και
τους αδελφούς μας. Αποτελούν όλες μαζί
της μία
αμαρτία πού
διαπράττουμε
ενώπιον του
Θεού, ο
όποιος μάς
έβαλε τη
σφραγίδα της
εικόνας Του
και μας
έδωσε τη
δυνατότητα να
φθάσουμε
με τη
χάρη Του
στην ομοίωσή Του. Κι
εμείς αμαυρώσαμε και το
κατ' εικόνα
και το
καθ' ομοίωσιν. Έτσι, ζούμε
σ' αύτη
τη ζωώδη
κατάσταση της
καθημερινότητάς μας.
Δεν
μεταμορφώνεται ο
εαυτό μας,
δεν αναγεννάται, δεν ζει κάπως πιο πνευματικά, δεν λειτουργεί ως συγγενή τού
αληθινού θεού.
Στεκόμαστε λοιπόν
ενώπιον του
θεού και
ζητούμε
αυτή τη
δεύτερη συγχώρηση. Αφού συμφιλιωθούμε με τους αδελφούς μας,
με τους
διπλανούς μας,
και αισθανθούμε λιγάκι
ότι γκρεμίζονται τα
τείχη που
μας χωρίζουν, προχωρούμε στην
άλλη συμφιλίωση, τη συμφιλίωση με
το πρόσωπο του θεού
και Πατέρα
μας. Αυτή
η συμφιλίωση, αυτή η
συγχώρηση βάζει
τον θεό στον χώρο της
ψυχής
μας. Έτσι,
αρχίζουν να εμφανίζονται τα
αποτυπώματα της
κεκαλυμμένης αλήθειας Του
μέσα στην
καρδιά μα,
να εκφράζονται οι εσωτερικοί, οι πνευματικοί «αλάλητοι στεναγμοί» της παρουσίας Του. Έτσι,
εισέρχεται η
χάρις Του,
κοινωνείται ή
θεία
φύση Του
και καθίσταται ορατό το
πρόσωπο
Του.
Υπάρχουν άλλα δύο «συν» της
«συν-χώρησης». Λέγεται στο
βιβλίο τού
Δευτερονομίου
(και περιγράφεται αναλυτικά από
τον άγιο Νικόδημο) πως
σέ αυτό τον αγώνα που
κάνουμε ζητούμε και έχουμε ανάγκη από
τη συμπαράσταση του
ίδιου του
θεού. Η
δική μας
αίτηση συγγνώμης από Αυτόν
Τον καθιστά «συνεκπολεμούντα» (πρβλ.
Δευτ. 1, 3) μαζί
μα, τού
επιτρέπει Αυτός
να πολεμά
για
εμάς και
να φέρνει
σε πέρα
τον δικό
μας αγώνα.
Κι ακόμη
παραπάνω, έχουμε
ανάγκη να
γινόμαστε
«συμπορευόμενοι» με
Αυτόν. Όχι
να συμπορεύεται ο θεός στον δικό μας
αγώνα -αυτό
είναι το
προηγούμενο- άλλα
να συμπορευόμαστε εμείς
στη δική
Του πορεία
και
οδό. Το
βράδυ της
Κυριακής των
Βαΐων θα
ψάλουμε: «Δεύτε
ουν και
ημείς κεκαθαρμέναις διανοίαις συμπορευθώμεν Αυτώ
και συσταυρωθώμεν και
νεκρωθώμεν
δι' Αυτόν
ταις τού
βίου ηδοναίς». Αυτή
η συγχώρηση πού θα
ζητήσουμε από
τον θεό
θα μα
δώσει μεν
την
αίσθηση ότι
στον αγώνα
μα και
στην πορεία
μας είναι και Αυτός συνοδοιπόρος, ταυτόχρονα όμως
θα μας
οδηγήσει και
στο να
μπορέσουμε κι
εμείς να
πορευθούμε τη δική Του οδό·
να συσταυρωθούμε, να
ζήσουμε το
πάθος
Του, για
να μπορέσουμε να συζήσουμε μαζί Του
και να συναντηθούμε.
Τί ευλογημένη που είναι
η συγχώρηση! Πόσο, όμως,
δύσκολα βγαίνει από την
ψυχή μας
μερικές φορές.
Είμαι
σίγουρος ότι
κι εγώ
έχω πικράνει κάποιους, είδα
μερικούς ανάμεσα σας. Ελπίζω
να ήρθαν
για να
με συγχωρέσουν, να κατανοήσουν το γιατί
έκανα αυτό
πού έκανα.
Ενδεχομένως και
κάποιοι έχουν
πικράνει κάποιους άλλους ή έμενα ή εσάς.
Τί ωραίο
πράγμα φεύγοντάς σήμερα από την Εκκλησία να
μπορέσουμε να
ζήσουμε ότι δεν υπάρχουν τείχη
ανάμεσα μας.
Οι άλλοι
δεν
είναι κακοί,
είναι αδελφοί μας. Δεν
είναι εχθροί και εμπόδια στην πορεία μας, άλλα ευλογημένες ευκαιρίες στον
αγώνα
μας. Εκτός
από τον
αγώνα και
τη συγχώρηση, υπάρχει και
ένα τρίτο στοιχείο πού
προσδιορίζει τον
χαρακτήρα αυτής της ευλογημένης περιόδου ης Μεγάλη
Τεσσαρακοστής, για το
οποίο
σήμερα θα
μιλήσουμε
πιο συνοπτικά. Είναι το στοιχείο της χαράς.
Ξεκινούμε την
προετοιμασία μας
για το
Πάσχα
με διάθεση αγωνιστική. Ξεκινούμε με την
επιθυμία τη
συμφιλίωση
με τους
αδελφούς και τη
συγχώρηση με
τον θεό. Ο αγώνας
όμως και
η συγχώρηση δεν μπορούν να
τελεσφορήσουν αν
η καρδιά
μας διατηρεί τη μιζέρια και την κακομοιριά της,
να δεν
κυριαρχείται από
μεγάλη και εσωτερική χαρά.
«Τον της
Νηστείας καιρόν,
φαιδρώς απαρξώμεθα, προς αγώνας
πνευματικούς εαυτούς υποβάλλοντες», λέγει
το τροπάριο αυτό, τον
αγώνα με
χαρά να
τον ξεκινήσουμε. Σε
άλλο δε
σημείο έλεγε:
«Έλαμψεν ή
χάρις
σου Κύριε,
έλαμψεν ο
φωτισμός των
ψυχών ημών»,
έφθασε η
λάμψη και
ο φωτισμός Του στην
ψυχή μας.
Γι' αυτό
προτρεπόμαστε να
είμαστε «πνευματικώς εναγαλλιώμενοι» -γεμάτοι εσωτερική και
πνευματική χαρά-
και
έτσι να
ξεκινήσουμε. Άλλα
και τα
τροπάρια της
επόμενης εβδομάδας υπογραμμίζουν την
ανάγκη να
διεξαγάγουμε αυτό
τον αγώνα
και να
διεξέλθουμε την
πορεία αυτή
τής Μεγάλης
Τεσσαρακοστής χαρούμενα, δοξολογικά, ελπιδοφόρα.
Θα κλείσουμε με ένα
τέταρτο γνώρισμα της Τεσσαρακοστής: τον στόχο της Αναστάσεως. Έλεγε ένα τροπάριο: «αξιωθείημεν κατιδείν το
Άγιον
Πάσχα». Τα
τροπάρια
σήμερα, από
την πρώτη
μέρα, μιλούν
για το
τέλος τής περιόδου, για
το Πάσχα.
Ένα άλλο
έλεγε να
«καταντήσωμεν» στην
Ανάσταση τού
Χριστού, να
φθάσουμε δηλαδή ευλογημένα στο
τέλος και
στον στόχο
μα, πού
είναι ό εορτασμός της Αναστάσεως του Χριστού- όχι ασφαλώς με εξωτερικούς μόνο
τρόπους άλλα
κυρίως με
πνευματικούς, να
επιτρέψουμε στον εαυτό μας να
ζήσει αύτη τη χαρά και
τη δόξα
του
Αναστάντος Χρίστου.
Έχουμε μπροστά μας μια
εκπληκτική ευκαιρία, με μοναδικές αφορμές
και με
όμορφές δυνατότητες, για
να μπορέσει ό καθένα μας
να ξεκινήσει φιλότιμα και
όσο
πιο έντονα
μπορεί αυτό τον αγώνα τής
νηστεία των
«βρωμάτων», των τροφών, άλλα και
τη νηστεία των παθών,
να
συγχωρεθούμε μεταξύ μας και να
συμφιλιωθούμε, να
μη θεωρούμε ότι ό
άλλος είναι
αυτός
πού χρησιμοποιεί ο διάβολος εναντίον μας,
άλλα ότι
είναι, ακόμη και με τα
ελαττώματα
του, αυτός
που φέρνει ο θεός στον
δρόμο και στην πορεία μας.
Και έτσι αγκαλιασμένοι, ενωμένοι και σύμψυχοι, αφού ζητήσουμε και τη
συγγνώμη του
Θεού, να
φθάσουμε γεμάτοι χαρά στον
στόχο μα,
πού είναι
ή βίωση
της ευλογίας της Αναστάσεως.
Σας εύχομαι, αγαπητοί μου
αδελφοί, ο
θεός πράγματι να είναι παρών
αυτές τις
μέρες στη
ζωή μα
-στη ζωή όλων! Να συνεκπολεμεί μαζί μα
και να
φέρνει εις
πέρας τον
αγώνα μας.
Και καθώς
θα περνάνε οι εβδομάδες και
θα πλησιάζουμε «εγγύτερον ή
ότε επιστεύσαμεν», από τότε ξεκινήσαμε τον αγώνα μας προς τη Βασιλεία του Θεού, να
νιώθουμε ήδη
την αύρα
της παρουσίας του Αναστάντος Χρίστου στη
ζωή μας.
Καλή και
Ευλογημένη Τεσσαρακοστή!
Από ιό βιβλίο Από ιό καθ' ημέραν στο
καθ' ομοίωσιν». εκδ. Εν πλω.